Του Γρηγόρη Τζιοβάρα

«Είμαι πάρα πολλά χρόνια στα κοινά, έχω αποδείξει ότι αναλαμβάνω ευθύνες, έχω αποδείξει ότι στα δύσκολα είμαι πάντα στην πρώτη γραμμή, έχω αποδείξει ότι και τώρα, αν ο λαός μού δώσει την εντολή, θα την αξιοποιήσουμε προς όφελος των πολιτών για να μπορέσει η χώρα να προχωρήσει». Με αυτά τα λόγια ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Ευάγγελος Μεϊμαράκης έδωσε το στίγμα των προθέσεων του και σαφέστερα -από ποτέ άλλοτε- στη διάρκεια της μαραθώνιας συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε στο πλαίσιο της επίσκεψής του στη ΔΕΘ εμφανίστηκε ως υποψήφιος πρωθυπουργός έτοιμος να αναλάβει την ευθύνη της διακυβέρνησης.

«Σαφώς και θα είμαι ο πρωθυπουργός, σαφώς και θα πάρω τη λαϊκή εντολή. Σαφώς και θα απευθυνθώ, αν ο κ. Τσίπρας δεν θέλει, στις άλλες πολιτικές δυνάμεις με πρόταση ειλικρινούς συνεννόησης και συνεργασίας», είπε χαρακτηρίζοντας «αντιδεοντολογικό» και «αντισυνταγματικό» τυχόν «βέτο» εκ μέρους του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ να μην είναι ο ίδιος πρωθυπουργός σε περίπτωση που ανοίξει συζήτηση για τη συγκρότηση «μεγάλου συνασπισμού».

Ο κ. Μεϊμαράκης, πάντως, τήρησε χαμηλούς τόνους στο ζήτημα της ανάληψης της πρωθυπουργίας, αποφεύγοντας κάθε αναφορά που θα έδειχνε αλαζονική συμπεριφορά. «Την Κυριακή με την εντολή των πολιτών, αν πάρω την εντολή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, θα αρχίσω να το σκέφτομαι», είπε, ξορκίζοντας τυχόν σχόλια που -όπως είπε ο ίδιος- μπορεί να γίνουν ότι «την “ψώνισε” ο Μεϊμαράκης και από τώρα φτιάχνει το Υπουργικό Συμβούλιο».

«Αυτό που με ενδιαφέρει είναι οι πολιτικές. Αυτές τις πολιτικές πρέπει να τις υπηρετήσουν άνθρωποι που τις πιστεύουν», τόνισε ο πρόεδρος της ΝΔ. «Δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο», είπε σε άλλη αποστροφή του λόγου του, επισημαίνοντας ότι οι πρώτες αποφάσεις της επόμενης κυβέρνησης «είναι, ούτως ή άλλως, καταγεγραμμένες μέσα στο μνημόνιο».

Γι΄ αυτό και στην ερώτηση που του απηύθυνε το «Πρώτο Θέμα» για το αν προτίθεται να χρησιμοποιήσει στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση που θα σχηματίσει, εφόσον κερδίσει τις εκλογές, υπήρξε μάλλον αρνητικός, διερωτώμενος αν είναι διατεθειμένοι στην Κουμουνδούρου να ακολουθήσουν διαφορετική πολιτική από εκείνη που είχε η απελθούσα κυβέρνηση, καθώς δεν πιστεύουν στις μεταρρυθμίσεις και στις διαρθρωτικές αλλαγές.

Για τα στελέχη της δικής του παράταξης είπε ότι «μπορούν να προσφέρουν, είναι πάρα πολύ δοκιμασμένα», αλλά πρόσθεσε πως «υπάρχουν και στελέχη στην ελληνική κοινωνία που μπορούν να προσφέρουν». Και, όπως υπογράμμισε, «η επόμενη κυβέρνηση θα είναι με ικανούς, άξιους, γνώστες των προβλημάτων και κυρίως ψυχολογικά έτοιμους να πάρουν τις αποφάσεις που απαιτούνται».

Ο Μπαλτάς και οι «ουρές» του μνημονίου

Τόνισε, εξάλλου, ότι οι βασικές υποχρεώσεις που έχει το νέο Μνημόνιο, το οποίο υπέγραψε ο κ. Τσίπρας, αφορούν στις διαρθρωτικές αλλαγές, κυρίως στην Παιδεία και στην Υγεία. «Θα έλεγα ότι τα οικονομικά μέτρα, επειδή δεν του είχαν εμπιστοσύνη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μάλλον τα έχει περάσει. Τα έχει ψηφίσει. Τα έχει τελειώσει. Αλλά πρέπει να σας πω ότι οι μεγάλες αλλαγές είναι στην Παιδεία. Ο κ. Μπαλτάς, αν έχει διαβάσει το μνημόνιο, θα έχουν πέσει τα μαλλιά του», είπε αναφερόμενος στον τέως υπουργό Παιδείας. «Δεν έχει περιθώρια για χάσιμο η κυβέρνηση που έρχεται. Μέσα στο πρώτο εξάμηνο αυτά πρέπει να τα έχει τελειώσει και να έχει δείξει και το έργο. Εδώ δεν έχουμε περίοδο τώρα, “χαβαλέ”, να διαβάσουμε, να δούμε τι γίνεται και πώς πάει και πάμε έξω και ξαναρχόμαστε. Τελείωσε αυτό», είπε, συμπληρώνοντας: «Η χώρα είναι στην τελευταία ευκαιρία, όχι στη δεύτερη ευκαιρία Τσίπρα, γιατί η δεύτερη ευκαιρία θα είναι η ολοκληρωμένη καταστροφή. Την πήρε την ευκαιρία του, δεν την αξιοποίησε, για εμένα κλείνει αυτή η σελίδα. Εδώ είναι η τελευταία ευκαιρία. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι, πρέπει να ξέρουμε τι πάμε να αντιμετωπίσουμε και πρέπει να έχουμε και τον σχεδιασμό να το αντιμετωπίσουμε».

Ο πρόεδρος της ΝΔ θεώρησε, πάντως, επιβεβλημένη τη σύμπραξη του κ. Τσίπρα στο νέο κυβερνητικό σχήμα, με συμμετοχή τουλάχιστον στην εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης που θα σχηματίσει ο ίδιος ως πρωθυπουργός. Κι αυτό, καθώς, όπως είπε, υπάρχουν «ουρές» του μνημονίου που σκοπίμως η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα δεν έχει διασαφηνίσει. «Οι γνωστές “ουρές” είναι στο ασφαλιστικό» αλλά «και σε κάποια άλλα ζητήματα που ξέρουμε ότι συζητήθηκαν στο Eurogroup». Ο πρόεδρος της ΝΔ μίλησε «κρυφή ατζέντα» και απέδωσε σε αυτές τις «ουρές» τη σπουδή του κ. Τσίπρα να «κάνει τις εκλογές και (να) πάει να φύγει».

Γιατί δεν έδωσε υποσχέσεις

Ο κ. Μεϊμαράκης υπήρξε πολύ φειδωλός σε εξαγγελίες. Δεν πρόκειται «να παρασυρθώ να πω κάποιες υποσχέσεις», είπε, συμπληρώνοντας: «Δεν θα το κάνω, γιατί συναισθάνομαι ότι τη Δευτέρα θα λάβω την εντολή». Γιατί, όπως εξήγησε, κάνονας υπαινικτική αναφορά στον κ. Τσίπρα, «δεν θέλω με κανέναν τρόπο να ξανάρθω στη Θεσσαλονίκη και εσείς χρησιμοποιώντας αυτά που σας έχω απαντήσει -και δικαίως και καλά θα κάνετε και αυτό απαιτεί και η σωστή εργασία η δικιά σας- να μου πείτε: “Μας είπες πριν ένα χρόνο αυτά και έκανες αυτά, ενώ δεν έχουν αλλάξει τίποτα στα βασικά στοιχεία του περιβάλλοντος, του θέματος που ασχολείσαι”».

Οι μόνες δεσμεύσεις που ανέλαβε συναρτώνται με τη μείωση της ύφεσης ώστε να εξασφαλιστούν πόροι για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, καθώς και για την επανεξέταση του ΕΚΑΣ, το οποίο καταργείται με βάση το μνημόνιο που έχει υπογράψει ο κ. Τσίπρας, ενώ εξέφρασε την ελπίδα να προκύψουν πλεονάσματα για να αντιμετωπιστεί το θέμα με τη φορολογία των αγροτών, αλλά και με την κάλυψη κενών στο προσωπικό της Παιδείας και της Υγείας.

«Και βέβαια», συνέχισε, «η προσπάθεια που έχω ο ίδιος δεσμευτεί (είναι) να προχωρήσουμε στην ολική αποκατάσταση των μισθών των ενστόλων, γεγονός το οποίο εμείς ξεκινήσαμε μετά τις αποφάσεις των δικαστηρίων αλλά η κυβέρνηση διέκοψε το βίο της βιαίως από τον κ. Τσίπρα ο οποίος υποσχέθηκε μέσω του κ. Καμμένου ότι θα κάνει την ολοκληρωμένη αποκατάσταση και δεν έδωσε ούτε δραχμή τσακιστή».

Αντιθέτως, με απόλυτη σαφήνεια δήλωσε ότι δεν μπορεί να υποσχεθεί τίποτε για τις συντάξεις. «Είναι ένα πολύ μεγάλο ζήτημα για το οποίο, δυστυχώς, εμείς, όπως ο κ. Τσίπρας δέσμευσε τη χώρα, δεν έχουμε πολλά περιθώρια να διαπραγματευτούμε ή να το διαχειριστούμε», είπε και πρόσθεσε: «Λοιπόν, ευθέως θέλω να σας πω ότι, δυστυχώς στο συνταξιοδοτικό, όχι στο ασφαλιστικό στο σύνολό του, δεν μπορούμε να κάνουμε σχεδόν τίποτα».