Του Γρηγόρη Τζιοβάρα

«Μπορεί η αποστολή μου να θέλει να βρίσκομαι στις Βρυξέλλες, μην έχετε καμία αμφιβολία όμως ότι η καρδιά μου και o νους μου είναι στην Ελλάδα», διαβεβαιώνει σε κάθε ευκαιρία τους συνομιλητές του ο κ. Αβραμόπουλος. Και, όπως υπογραμμίζουν τακτικοί συνομιλητές του, αυτό ακριβώς το νόημα είχε η κίνησή του να αποστασιοποιηθεί από την ατμόσφαιρα που επικρατεί μετά τις εκλογές στη Ν.Δ., παραιτούμενος από το «τιμητικό και χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα», όπως το θεωρεί, αξίωμα του αντιπροέδρου.

Ο ίδιος εμφανίζεται ανήσυχος για τις εξελίξεις που δρομολογούνται και εκτιμά ότι αργά ή γρήγορα «οι υπεύθυνες πολιτικές δυνάμεις του τόπου θα βρεθούν αντιμέτωπες με την ανάγκη να συμφωνήσουν σε μια κυβέρνηση εθνικής ανασυγκρότησης». Πεποίθησή του, όπως εκμυστηρεύεται στο περιβάλλον του, είναι ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝ.ΕΛ. δεν μπορούν να αντέξουν το φορτίο της διακυβέρνησης που κλήθηκαν να αναλάβουν». Γι’ αυτό και η άποψή του είναι ότι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα υποχρεωθεί «να διευρύνει το κυβερνητικό σχήμα που έχει συγκροτήσει και με άλλες δυνάμεις, οι οποίες θα κληθούν είτε να μοιραστούν τα βάρη από τις αναγκαίες αλλαγές είτε να αντικαταστήσουν τους ακραίους που δεν θα αντέξουν την αναγκαία κυβερνητική στροφή προς τον ευρωπαϊκό ρεαλισμό».

Κατά την άποψη του Ευρωπαίου επιτρόπου, τις ημέρες, τις εβδομάδες και τους μήνες που ακολουθούν «δοκιμάζεται και κρίνεται το ευρωπαϊκό μας μέλλον, η πολιτική μας σταθερότητα, η κοινωνική μας συνοχή, οι προσδοκίες όλων μας». Υποστηρίζει ότι «είναι ώρα να γίνει τώρα ό,τι δεν έγινε επί των κυβερνήσεων Παπανδρέου και Σαμαρά, ή, ακόμη και παλαιότερα, επί Κώστα Καραμανλή», δηλαδή, όπως εξηγεί «να συνεννοηθούμε και να μπουν στην άκρη οι ακραίοι που κρατούν αιχμάλωτη τη χώρα».

Ο κ. Αβραμόπουλος, όπως επισημαίνουν από το περιβάλλον του, κινούνταν πάντα έτσι και γι’ αυτόν τον λόγο παραιτήθηκε του βουλευτικού αξιώματος για να συμμετάσχει στην κυβέρνηση του κ. Λουκά Παπαδήμου. Είχε επίσης διαφωνήσει με τη διάρρηξη των σχέσεων της κυβέρνησης Σαμαρά με τη ΔΗΜ.ΑΡ., τον Ιούνιο του 2013, που, όπως εκτιμά, μείωσε σημαντικά την πολιτική νομιμοποίησή της με όλα όσα ακολούθησαν. Συνεργάτες του, μάλιστα, συμπληρώνουν ότι με τη μετακίνησή του τότε στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας «αποτραβήχτηκε διακριτικά», καθώς τασσόταν αναφανδόν υπέρ «εθνικά πιο υπεύθυνης στάσης», ενώ ήταν απόλυτα αντίθετος με τη «στρατηγική του φόβου» που ακολουθήθηκε τόσο πριν από τις ευρωεκλογές του Μαΐου όσο και πριν από τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου.

Η συναίνεση και το Κέντρο

Σε μία από τις σπάνιες δημόσιες παρεμβάσεις του, άλλωστε, τον περασμένο Νοέμβριο, έχοντας μόλις είχε αναλάβει τα καθήκοντα του επιτρόπου, φαινόταν συμφιλιωμένος με το ενδεχόμενο επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ, δηλώνοντας σε συνέντευξή του πως «ό,τι αποφασίσει ο λαός είναι εφικτό» και επιμένοντας ότι ο ίδιος στην 22χρονη πολιτική διαδρομή του βρίσκεται σταθερά «εκτός του κλίματος που θέλει την πόλωση και τη μικροπολιτική σύγκρουση».

Ούτε, πάντως, το αξίωμα του επιτρόπου που τον υποχρεώνει να μην αναμειγνύεται στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι, ούτε το συναινετικό προφίλ, που με ιδιαίτερη επιμέλεια φιλοτεχνεί, εμποδίζουν τον κ. Αβραμόπουλο να υποστηρίζει τις ελληνικές θέσεις, όπως έκανε τις προηγούμενες ημέρες που ταξίδεψε στις Βρυξέλλες η αρμόδια για τη Μεταναστευτική Πολιτική υπουργός Τασία Χριστοδουλοπούλου, όπως και να δηλώνει ευθαρσώς την πολιτική του ταυτότητα. «Η σκέψη μου είναι στην παράταξή μας και μοιράζομαι τους προβληματισμούς όλων μας μπροστά στα νέα δεδομένα που προκάλεσαν οι τελευταίες πολιτικές εξελίξεις», είπε την περασμένη Κυριακή απευθυνόμενος στα μέλη της Πολιτικής Επιτροπής της Ν.Δ.

Με έμφαση, εξάλλου, υποστηρίζει την ανάγκη να στραφεί η αξιωματική αντιπολίτευση -ως «κόμμα-παράταξη», όπως ο ίδιος αρέσκεται να λέει- προς το Κέντρο. «Ο ιδεολογικός άξονας της παράταξής μας διαχρονικά είναι ο ευρύτερος χώρος της φιλελεύθερης πολιτικής, κοινωνικής και δημοκρατικής Κεντροδεξιάς. Με πειστικό και αξιόπιστο άνοιγμα στον ευρύτερο χώρο του Κέντρου», είναι η άποψή του. Οπως, μάλιστα, σημειώνει, «το Κέντρο δεν είναι κόμμα», αλλά «πολιτικός χώρος συνάντησης και διαλόγου των αστικών προοδευτικών και κοινωνικών ρευμάτων της κοινωνίας».

Το παρασκήνιο της προεδρικής εκλογής

Συνεργάτες του επιτρόπου επιβεβαιώνουν τα περί υπαναχώρησης του κ. Τσίπρα στο ζήτημα της υποψηφιότητας για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Οπως αποκαλύπτουν, ο κ. Αβραμόπουλος είχε πληροφορηθεί τις προθέσεις της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να προτείνει εκείνον για το ύπατο αξίωμα πριν από τις εκλογές μέσω δημοσιογραφικών διαρροών. Τις επιβεβαίωσε, όμως, με δύο συναντήσεις που είχε αμέσως μετά τις εκλογές με τον νεοεκλεγέντα πρωθυπουργό.

Η πρώτη επίσημη κρούση προς τον κ. Αβραμόπουλο έγινε σε συνάντηση που είχαν οι δύο άνδρες στο αεροδρόμιο της Αθήνας. Ακολούθησε κατ’ ιδίαν συνάντησή τους στο ξενοδοχείο «Χίλτον» των Βρυξελλών για την οποία τηρήθηκε εκατέρωθεν πλήρης μυστικότητα. Ο επίτροπος απεδέχθη την πρόταση του πρωθυπουργού, καθώς τόσο από την κοινή γνώμη όσο και από σχεδόν όλα τα κόμματα -συμπεριλαμβανόμενης και της Ν.Δ.- υπήρχε θετική απήχηση για το πρόσωπό του.

Ενήμερος για την πρόταση που του έγινε ήταν εξαρχής και ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος σε πρώτη φάση διατύπωσε ισχυρές επιφυλάξεις, καθώς δεν ήθελε να διαταραχτεί η ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στους κεντροδεξιούς και τους κεντροαριστερούς του Κολεγίου των Επιτρόπων. Ακολούθησαν συζητήσεις του κ. Γιούνκερ τόσο με τον κ. Αβραμόπουλο όσο και με τον κ. Τσίπρα και εντέλει ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επείσθη να ανάψει το «πράσινο φως» για την αντικατάσταση του Ελληνα εκπροσώπου στην Κομισιόν. «Εχεις την ευλογία μου», ήταν η τελευταία λέξη που είπε προς τον συνεργάτη του ο Λουξεμβούργιος πολιτικός. Παράλληλα διαμήνυσε προς τον πρωθυπουργό ότι ο νέος επίτροπος που θα πρότεινε η ελληνική κυβέρνηση δεν επρόκειτο να αναλάβει το βαρύ χαρτοφυλάκιο της Μεταναστευτικής Πολιτικής και των επιπλέον αρμοδιοτήτων για τις εσωτερικές υποθέσεις που είχε δομηθεί ειδικά για τον κ. Αβραμόπουλο.

Την Κυριακή 15 Φεβρουαρίου, λοιπόν, όλα ήταν έτοιμα για την επίσημη ανακοίνωση της κυβερνητικής υποψηφιότητας για το προεδρικό αξίωμα. Ο κ. Αβραμόπουλος είχε σχεδόν αποχαιρετίσει τους υπόλοιπους επιτρόπους, δεχόμενος τις ευχές τους και έχοντας φτάσει από την προηγούμενη μέρα στην Αθήνα είχε έτοιμη τη δήλωση αποδοχής της υποψηφιότητάς του, που, κατά τους συνεργάτες του, ανέμενε να καταρρίψει κάθε προηγούμενο ρεκόρ θετικών ψήφων. Στο ενδιάμεσο, άλλωστε, είχε επικοινωνήσει με τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Αντώνη Σαμαρά, ενώ θερμά μηνύματα είχε τόσο από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως, επί παραδείγματι, ο κ. Μανώλης Γλέζος που δήλωνε ότι ήθελε αριστερό Πρόεδρο, αλλά δεν είχε αντίρρηση για τον κ. Αβραμόπουλο, καθώς και από το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι.

Το περιβάλλον του επιτρόπου δεν έχει μια σαφή εξήγηση για τα όσα διημείφθησαν στα ενδότερα του Μεγάρου Μαξίμου μετά την εσπευσμένη άφιξη εκεί του υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης και άτυπου ηγέτη της Αριστερής Πλατφόρμας Παναγιώτη Λαφαζάνη που οδήγησε αμέσως μετά στην έξωση των τηλεοπτικών συνεργείων τα οποία είχαν κληθεί για να γίνουν οι πρωθυπουργικές ανακοινώσεις.

Εχουν υπόψη τους διάφορες πληροφορίες για το άγριο παρασκήνιο -σε «γνωστά δικηγορικά γραφεία και λέσχες», όπως υπαινικτικά περιορίζονται να πουν- το οποίο διαδραματίστηκε το επόμενο διήμερο και κατέληξε στη στροφή με την επιλογή του κ. Προκόπη Παυλόπουλου, αλλά δεν θέλουν να δώσουν συνέχεια, θεωρώντας ότι «όλα αυτά είναι πλέον παρελθόν».

Και το μέλλον; «Δεν ψάχνουμε για προσωπική ή πολιτική δικαίωση αλλά για λύση και κίνηση προς τα εμπρός», σημειώνει με κάθε ευκαιρία ο κ. Αβραμόπουλος, συμβουλεύοντας την κυβέρνηση, αλλά και τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, να επιδείξουν «περισσότερη σύνεση».

Αναφερόμενος στις εξελίξεις των ημερών, είπε τέλος ότι «η Ευρώπη δεν είναι εχθρός μας» και «δεν είμαστε σε πόλεμο με την Ευρώπη».

Σύμφωνα με συνεργάτες του, η διάθεση που έδειξε να είναι υποψήφιος για την Προεδρία είναι ένα σαφές προμήνυμα ότι η παραμονή του στις Βρυξέλλες θα είναι σίγουρα μικρότερη από την πενταετή διάρκεια της θητείας του. Το πόσο γρήγορα, όμως, θα επιστρέψει στην Αθήνα και με ποια ιδιότητα -του πολιτικού αρχηγού ή του μέλους μιας κυβέρνησης εθνικής ανασυγκρότησης- θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις. Ο ίδιος, άλλωστε, όταν ερωτάται σχετικώς επιλέγει να χρησιμοποιεί μια περιώνυμη φράση του Ταλεϋράνδου, του κορυφαίου Γάλλου διπλωμάτη και πολιτικού, που έλεγε: «Τίθεμαι στη διάθεση των γεγονότων. Οι καιροί θα δείξουν».

Και νέο όργανο και «σκιώδης» κυβέρνηση

Η παραίτηση του κ. Αβραμόπουλου από τη θέση του αντιπροέδρου της Ν.Δ. προκάλεσε αίσθηση στον νεοδημοκρατικό μικρόκοσμο, αν και οι επιτελείς της Συγγρού έσπευδαν να υποβαθμίσουν τη σημασία της, υποστηρίζοντας ότι ο κ. Σαμαράς ήταν ενήμερος για την υποβολή της, κάτι, όμως, που δεν επιβεβαίωναν άνθρωποι κοντά στον επίτροπο.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο τέως πρωθυπουργός, επηρεασμένος και από την παραίτηση Αβραμόπουλου, επιτάχυνε τα «ανοίγματα» που σχεδίαζε ως απάντηση στην πίεση των εσωκομματικών αμφισβητιών να οδηγηθεί η Νέα Δημοκρατία σε έκτακτο συνέδριο προκειμένου να τεθεί σε αυτό και το ζήτημα της ηγεσίας. Επιμένοντας στην άποψη ότι «το θέμα της ηγεσίας έκλεισε», με το επιχείρημα ότι δεν ετέθη στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, ο κ. Σαμαράς ανακοίνωσε ένα νέο κομματικό όργανο, το άτυπο 15μελές Πολιτικό Συμβούλιο, στη σύνθεση του οποίου προβλέπεται να συμμετάσχουν αρκετοί από όσους είχαν κληθεί στο δείπνο των «14» που οργάνωσε αμέσως μετά τις εκλογές η πρώην υπουργός Μαριέττα Γιαννάκου, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλία για να ενεργοποιηθούν διαδικασίες διαδοχής. Με διάφορες ιδιότητες μέλη του οργάνου θα είναι οι Ευάγγελος Μεϊμαράκης, Νικήτας Κακλαμάνης, Κυριάκος Μητσοτάκης, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης και ο πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ Σάκης Ιωαννίδης, όπως επίσης και οι κοντινοί στην ηγεσία Γιάννης Πλακιωτάκης, Αδωνις Γεωργιάδης, Γιάννης Βρούτσης, Κώστας Καραγκούνης και Ανδρέας Παπαμιμίκος. Μια θέση προορίζεται για έναν από τους συμβούλους του κ. Σαμαρά, ενώ για τις υπόλοιπες τέσσερις ότι θα γίνει, εντός της επόμενης εβδομάδας, μυστική ψηφοφορία στην Κοινοβουλευτική Ομάδα για την εκλογή τους. Από τα πρόσωπα που θα διεκδικήσουν τις θέσεις των αιρετών -γίνεται λόγος για τον Βασίλη Κικίλια, την Ολγα Κεφαλογιάννη, τον Κωστή Χατζηδάκη, την Αννα Ασημακοπούλου, και ίσως τον Μάκη Βορίδη- αλλά και από τους συσχετισμούς που θα δημιουργηθούν στις ψηφοφορίες που ανακοινώθηκε ότι θα γίνουν για την εκλογή τομεαρχών.

Οι τομεάρχεις θα έχουν τον ρόλο «σκιώδους» κυβέρνησης και θα διαφανεί αν η συλλογικότητα που υπόσχεται ο κ. Σαμαράς μπορεί να αποτελέσει το αντίδοτο για να ξεπεραστεί η εσωστρέφεια που ταλανίζει τη Συγγρού. Κρίσιμη θεωρείται η στάση που θα τηρήσουν η Ντόρα Μπακογιάννη, ο Νίκος Δένδιας και ο Ευριπίδης Στυλιανίδης. Είναι οι τρεις βουλευτές που θέτουν ζήτημα ηγεσίας, αν και η πρώτη δηλώνει ότι δεν ενδιαφέρεται προσωπικά, ενώ οι άλλοι δύο φιλοδοξούν να εκφράσουν το ευρύ καραμανλικό στρατόπεδο που τηρεί στάση αναμονής όσο αποφεύγει να εκφραστεί ο «μεγάλος σιωπηλός της παράταξης», όπως αποκαλείται ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής.