Όλα τα πιθανά ή και απίθανα σενάρια για να απεγκλωβιστεί με τον πιο εύσχημο τρόπο από την υπόθεση Μουζάλα, που ταλαιπωρεί την κυβέρνηση και τη συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, εξετάζει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος δήλωσε την Παρασκευή από τις Βρυξέλλες αισιόδοξος ότι θα υπάρξει μία «χρυσή τομή».

Ο κ. Τσίπρας δεν επιθυμεί αυτή την ώρα να διαταράξει στο παραμικρό την συνεργασία με τον Πάνο Καμμένο και είναι ενδεικτικό ότι ενώ εξήρε το έργο του Γιάννη Μουζάλα στο προσφυγικό, χρησιμοποίησε επίσης θερμά λόγια για τη συμβολή και του υπουργού Άμυνας στον τομέα αυτό.

Το θέμα ωστόσο είναι ακριβώς μπροστά για τον πρωθυπουργό και ο χειρισμός του αποτελεί άμεση προτεραιότητα: Με την επιστροφή του κ. Καμμένου από τις Ηνωμένες Πολιτείες έχει ξεκαθαριστεί ότι θα πρέπει να δοθεί μία λύση, δηλαδή όχι αργότερα από το τέλος αυτής της εβδομάδας.

Ο πρωθυπουργός θα ήθελε να κερδίσει χρόνο, επικαλούμενες ιδίως την ανάγκη να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση χωρίς άλλους περισπασμούς και κυβερνητικές αναταράξεις, αλλά και να δρομολογηθεί η κυβερνητική πολιτική για το προσφυγικό στο πλαίσιο της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας, που θέτει στη χώρα μας την υποχρέωση για μία σειρά από αναγκαίες κινήσεις. Και επίσης εκείνο που δεν θα ήθελε είναι να εμφανιστεί ότι υποκύπτει στις πιέσεις του κυβερνητικού του εταίρου, διαμορφώνοντας την εικόνα ενός πρωθυπουργού, που βρίσκεται περίπου υπό εποπτεία. Ο κ. Τσίπρας θέλει σε κάθε περίπτωση να ψηφιστεί η συμφωνία με τους δανειστές σε συνθήκες εσωκυβερνητικής ηρεμίας και με συμπαγείς τις κοινοβουλευτικές ομάδες των δύο κυβερνώντων κομμάτων.

Από την άλλη ωστόσο ούτε ο κ. Καμμένος έχει περιθώρια να μην επιμείνει στο αίτημά του για αποχώρηση του κ. Μουζάλα από την κυβέρνηση, έτσι όπως ανέδειξε το όλο θέμα με τις συνεχείς, οξείες δηλώσεις του για τον αναπληρωτή υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής. Και αν μη τι άλλο επιδιώκει να λάβει ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα επίλυσης του προβλήματος, που έχει θέσει προς το Μέγαρο Μαξίμου, χωρίς να θέτει θέμα πάντως για την συνεργασία των ΑΝΕΛ με τον ΣΥΡΙΖΑ και την απρόσκοπτη πορεία της κυβέρνησης.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, η επίσπευση του ανασχηματισμού έχει εξεταστεί ως ένα ενδεχόμενο, ώστε η αλλαγή του κ. Μουζάλα να ενταχθεί στις ευρύτερες αναδιατάξεις του υπουργικού συμβουλίου και σε χρόνο καταλληλότερο από το σημερινό. Αυτό προϋποθέτει ότι ο ανασχηματισμός θα πρέπει να γίνει εντός του Απριλίου, κάτι που δεν είναι βέβαιο ότι αποτελεί και την πρώτη επιλογή του πρωθυπουργού, ο οποίος μάλλον θα ήθελε την αναδόμηση του σχήματος για τον Μάιο.

Ένα άλλο σενάριο είναι να διευκολύνει τα πράγματα μόνος του ο κ. Μουζάλας. Με δεδομένο ότι έχει κλείσει ένας κύκλος στη μεταναστευτική πολιτική, με την επίτευξη της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας, αλλά και με γνωστό το γεγονός ότι και ο ίδιος ο αναπληρωτής υπουργός αισθάνεται κουρασμένος από τους ανηλεείς ρυθμούς της υπουργικής του θέσης, από κάποιες πλευρές προκρίνεται η λύση της οικειοθελούς παραίτησής του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα έχει ρόλο, από κάποιο άλλο πόστο, στη χάραξη και υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής για το προσφυγικό. Σε κυβερνητικούς κύκλους αναπτύσσεται μία συζήτηση για το πώς μία αποχώρηση, που όμως δεν θα σημαίνει «άδειασμα», αλλά θα συνοδεύεται από μία «αξιοποίηση» του κ. Μουζάλα, θα έδινε μία συμβιβαστική και αναίμακτη λύση.

Ωστόσο όπως και να εξελιχθεί η υπόθεση είναι πλέον εμφανές, παρά τις περί του αντιθέτως διαβεβαιώσεις, ότι το υπόβαθρο της συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ έχει κλονιστεί, ενώ δοκιμάζονται ουσιαστικά και οι σχέσεις του πρωθυπουργού με τον υπουργό Άμυνας. Οι βαθιές ιδεολογικές διαφορές αρχίζουν να γίνονται εμφανείς, καθώς και οι διαφορετικές επιδιώξεις και ανησυχίες των δύο κυβερνητικών εταίρων, για παράδειγμα η ανησυχία του «μικρού» μήπως συνθλιβεί σε όφελος του «μεγάλου», όπως έχει συμβεί και σε άλλες περιπτώσεις κυβερνητικών συνασπισμών – εξ ου και η ανάγκη των ΑΝΕΛ να τονίσουν με θορυβώδη τρόπο το διακριτό τους πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα.

Για πολλούς επίσης βρίσκεται σε εξέλιξη μία άτυπη διαπραγμάτευση ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ για την πίτα της διακυβέρνησης και τη νομή της εξουσίας, ενόψει του ανασχηματισμού, με κύριο χαρακτηριστικό την επιδίωξη του κ. Καμμένου να διατηρήσει ή και να αυξήσει τα «κεκτημένα» απέναντι στη διάθεση που δείχνει το Μαξίμου να ανοίξει το παιχνίδια σε νέες διευρύνσεις του κυβερνητικού συνασπισμού.

Οι ΑΝΕΛ πάντως αξιοποιούν αυτή την ώρα την επιλογή του Μαξίμου να μην θέλει να στραφεί επισήμως στην κεντροαριστερά για συμμαχίες με τις εκεί δυνάμεις, κάτι που αναγκάζει και τους δύο κυβερνητικούς εταίρους σε συνέχιση της συμπόρευσής τους, τουλάχιστον μέχρι την αξιολόγηση.

Παρασκήνιο: οι 36 ώρες που ράγισαν το γυαλί

Ο υπουργός Αμυνας θεώρησε ότι υπάρχει σχέδιο του Αλέξη Τσίπρα να αλλάξει κάποια στιγμή κυβερνητικό εταίρο και τη θέση των ΑΝ.ΕΛ. να πάρουν το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι ή έστω ένας εκ των δύο

Η εικόνα για τον τρόπο με τον οποίο η ηγεσία της κυβέρνησης αντιμετώπισε τη «μακεδονική κρίση» με τον υπουργό Αμυνας ήταν αυτή της ψυχραιμίας και της αποφασιστικότητας. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι στο Μέγαρο Μαξίμου επικράτησε πανικός όταν άκουσαν τον Πάνο Καμμένο να λέει «αν δεν φύγει ο Μουζάλας, θα φύγω εγώ από την κυβέρνηση».

Ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του, βλέποντας τον απόλυτο τρόπο με τον οποίο ο υπουργός Αμυνας αντιμετώπιζε ένα ήσσονος σημασίας θέμα, όπως η λεκτική αβλεψία του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής όσον αφορά στην ονομασία της ΠΓΔΜ, το πρώτο πράγμα που ήταν λογικό να σκεφτούν (σύμφωνα με τις πληροφορίες, το σκέφθηκαν και το συζήτησαν μεταξύ τους) ήταν ότι ο αρχηγός των ΑΝ.ΕΛ. δραματοποιεί το λεκτικό ολίσθημα Μουζάλα για να ανατρέψει την κυβέρνηση. Πίστεψαν δηλαδή ότι ο Πάνος Καμμένος είχε κάνει κάποια συμφωνία με κάποιον από τους κεντρικούς παίκτες της λεγόμενης διαπλοκής να διαλύσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία και μάλιστα παραμονές της συζήτησης για τα θέματα διαφθοράς και διαπλοκής στη Βουλή ώστε η χώρα είτε να οδηγηθεί σε εκλογές είτε να υπάρξει κάποιο μεταβατικό και ευρύτερης κομματικής στήριξης κυβερνητικό σχήμα.

Τρικυμία στο ποτήρι

Τελικά αποδείχθηκε ότι η «μακεδονική κρίση» ήταν τρικυμία στο ποτήρι. Στόχος του Καμμένου δεν ήταν ο Μουζάλας, αλλά ο Νίκος Παππάς. Ο υπουργός Επικρατείας, σε συνέντευξή του δύο μέρες πριν την έκρηξη Καμμένου, είχε ταχθεί υπέρ της διεύρυνσης του κυβερνητικού σχήματος. Τη θέση αυτή ο υπουργός Αμυνας την εξέλαβε ως σχέδιο του Τσίπρα να αλλάξει κάποια στιγμή κυβερνητικό εταίρο και τη θέση των ΑΝ.ΕΛ. να πάρουν το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι ή έστω ένας εκ των δύο. Μετά τις συζητήσεις που έγιναν η παρεξήγηση διαλύθηκε και ο μεν Μουζάλας παραμένει στη θέση του ο δε Καμμένος αναχώρησε για την Ουάσινγκτον, όπου θα έχει σημαντικές επαφές με παράγοντες όχι μόνο στρατιωτικούς και όχι μόνο των ΗΠΑ.

Και φυσικά, το σπουδαιότερο, η κυβέρνηση συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις για την αξιολόγηση. Και λέμε «το σπουδαιότερο» επειδή αν σταματούσαν λόγω κυβερνητικής κρίσης οι διαπραγματεύσεις για την αξιολόγηση, τότε η πλέον πιθανή εξέλιξη θα ήταν οι εταίροι-δανειστές να άφηναν τη χώρα μας να μπει σε περιδίνηση η οποία, σε συνδυασμό με την όξυνση του προσφυγικού προβλήματος, θα είχε δραματικές επιπτώσεις ακόμη και σε θέματα εθνικών προτεραιοτήτων και συνοχής. Βεβαίως, η «μακεδονική κρίση» είχε και μια άλλη επίπτωση για την κυβέρνηση. Αν υπήρχαν σκέψεις ή σχέδια παραγόντων, πρωτίστως ξένων, για συμβιβασμό της Αθήνας στο θέμα της ονομασίας των Σκοπίων αυτά, τουλάχιστον προσώρας, απομακρύνονται.

Η «μακεδονική κρίση» ενίσχυσε λοιπόν τη διπλωματική φαρέτρα της κυβέρνησης για να μη συνεχιστούν οι έξωθεν, πρωτίστως, πιέσεις για επίλυση του μακεδονικού προβλήματος. Αθελά του λοιπόν ο κοσμοπολίτης Μουζάλας ενίσχυσε τα επιχειρήματα της κυβέρνησης στο θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ και ο «εθνικιστής» Πάνος Καμμένος στο επόμενο Υπουργικό Συμβούλιο θα πρέπει αντί να τον κοιτάζει με μισό μάτι να τον αγκαλιάσει και να τον σταυροφιλήσει. Και φυσικά το μεγαλύτερο καλό ο Μουζάλας το έκανε στον Αλέξη Τσίπρα. Ο πρωθυπουργός δεν θα ήθελε μετά τις υποχωρήσεις που κάνει στα θέματα του μνημονίου να κατηγορηθεί για υποχώρηση και στο θέμα της ονομασίας των Σκοπίων.

Κάτι τέτοιο θα ήταν, σε αυτή τη φάση, καταστροφή για τον ίδιο και τον ΣΥΡΙΖΑ. Η κατάληξη της κρίσης δίνει στον Αλέξη Τσίπρα τη δυνατότητα να πει στους ξένους συνομιλητές του (που δεν θα ήθελαν, με το Προσφυγικό σε έξαρση, να υπάρξει κυβερνητική κρίση στην Ελλάδα): «Μη με πιέζετε με το Μακεδονικό γιατί θα πέσει η κυβέρνησή μου και, εκτός από τη λύση στο Προσφυγικό, θα τιναχτεί στον αέρα και η δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας και μάλιστα σε μια περίοδο όπου βρισκόμαστε κοντά σε συμφωνία στο θέμα της πρώτης αξιολόγησης όσον αφορά στη συμμόρφωση στους όρους του τρίτου μνημονίου».

Και η αλήθεια είναι ότι κυβέρνηση και θεσμοί όντως βρίσκονται πολύ κοντά σε συμφωνία για τη θετική αξιολόγηση. Βεβαίως, η αξιολόγηση θα γίνει σε δύο φάσεις. Το σπάσιμο της αξιολόγησης σίγουρα δεν βοηθά την οικονομία, το Χρηματιστήριο, την αγορά και τις τράπεζες που θα ήθελαν να υπαχθούν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στο σχέδιο του Μάριο Ντράγκι για την παροχή ρευστότητας προκειμένου να δανειοδοτηθούν οι επιχειρήσεις. Ούτε φυσικά και την κυβέρνηση, η οποία περιμένει πώς και πώς να εκταμιευτούν τα 18-19 δισ. για να εξοφλήσει τις διεθνείς της υποχρεώσεις, ύψους 13 δισ. ευρώ, και κυρίως τις εγχώριες, οι οποίες ανέρχονται σε 5-6 δισ. και, εφόσον εκπληρωθούν, όπως είναι φυσικό θα αναζωογονήσουν σημαντικά τη χειμαζόμενη αγορά.

Μπορεί η αξιολόγηση σε δύο φάσεις να μη συμφέρει, όμως κρίνεται αναγκαία καθώς ακόμη δεν έχει επέλθει συμφωνία στα κόκκινα δάνεια και στον τρόπο που θα καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό. Ετσι, σύμφωνα με τις πληροφορίες, θα υπάρξει άμεσα συμφωνία σε Ασφαλιστικό και Φορολογικό, κάτι που θα οδηγήσει σε εκταμίευση 4-5 δισ. ευρώ και σε δεύτερη φάση, ίσως μετά από 2-3 μήνες, θα αξιολογηθεί η πρόοδος στα θέματα του δημοσιονομικού κενού, των κόκκινων δανείων και του υπερταμείου αποκρατικοποιήσεων.

Προβληματισμός για το χρέος

Εκείνο, πάντως, που προβληματίζει περισσότερο την κυβέρνηση είναι ότι στο θέμα του χρέους, παρά τις υποσχέσεις που έχουν δοθεί, στο Eurogroup φαίνεται να επικρατεί η άποψη Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: καμία διαγραφή, καμία απομείωση, καμία διευθέτηση στον χρόνο και το επιτόκιο αποπληρωμής. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών όχι μόνο είναι ανένδοτος σε οποιαδήποτε διευκόλυνση στο θέμα του χρέους, αλλά βρίσκει και ευήκοα ώτα όταν υποστηρίζει ότι «ο τρόπος με τον οποίο είναι διαρθρωμένα τα ελληνικά δάνεια δείχνουν ότι η χώρα δεν αντιμετωπίζει υψηλές πληρωμές τόκων ή αποπληρωμές έως το 2025 και γι’ αυτό δεν είναι επιτακτική η ανάγκη να ληφθεί άμεσα δράση για τη μείωσή του».

Στη διαπίστωση αυτή συμφωνούν σχεδόν όλοι οι εταίροι-δανειστές μας, με εξαίρεση το ΔΝΤ, το οποίο επιμένει πως αν δεν υπάρξει απομείωση, το ελληνικό χρέος το 2022 δεν θα είναι, όπως προβλέπουν οι όροι δανειοδότησης, βιώσιμο. Ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του έχουν ενημερωθεί από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο και άλλους παράγοντες των ευρωπαϊκών θεσμών ότι η άποψη Σόιμπλε για μη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους είναι ισχυρή στο Eurogroup και θεωρείται σχεδόν απίθανο να αλλάξει.

Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι σπάζοντας την αξιολόγηση σε δύο φάσεις η κυβέρνηση άμεσα δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι αποδέχθηκε επαχθή μέτρα για Ασφαλιστικό και Φορολογικό χωρίς να εξασφαλίσει κάποια συγκεκριμένη και ουσιαστική δέσμευση στο θέμα της ελάφρυνσης του χρέους. Θα το παραπέμπει για τη δεύτερη φάση, όταν δηλαδή θα ολοκληρωθεί και τυπικά η πρώτη αξιολόγηση και φυσικά θα αναμένει μήπως υπάρξει κάποια θετική εξέλιξη στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ στις 15 Απριλίου στην Ουάσινγκτον.

Φυσικά, η λήψη σκληρών μέτρων χωρίς ταυτόχρονη ελάφρυνση του χρέους αποτελεί πρόβλημα για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ., το οποίο ο πρωθυπουργός θα πρέπει να το αντιμετωπίσει με κινήσεις εξισορρόπησης των εντυπώσεων ενδεχομένως αν όχι πριν, όπως θέλουν ορισμένοι «Μάξιμοι», σίγουρα αμέσως μετά το Πάσχα.

Εξυπακούεται πως όταν ερωτώνται ο πρωθυπουργός και οι στενοί του συνεργάτες «πότε θα γίνει ανασχηματισμός;» η απάντηση που δίνουν είναι ότι δεν προαναγγέλλεται κάτι τέτοιο. Και μπορεί όντως να μην προαναγγέλεται, όμως ο Αλέξης Τσίπρας μετά τη συμπλήρωση έξι μηνών της (δεύτερης) κυβέρνησής του έχει καταλήξει στο ότι το κυβερνητικό σχήμα όντως «χρειάζεται αναδιοργάνωση». Μάλιστα, σε ό,τι αφορά τις επιδόσεις των υπουργών, ο Αλέξης Τσίπρας λέγεται πως αντιγράφει τον Κώστα Σημίτη: έχει ένα μπλοκάκι και σημειώνει. Με βάση αυτό και χωρίς συναισθηματισμούς θα κάνει, μας λένε πρόσωπα που γνωρίζουν καλά τον πρωθυπουργό, και τον ανασχηματισμό.

Ανοιγμα στην Κεντροαριστερά

Εισηγήσεις για άνοιγμα της κυβέρνησης, αλλά και του διοικητικού μηχανισμού σε προσωπικότητες από τον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς γίνονται προς το Μαξίμου από όσους στον χώρο της κυβερνητικής παράταξης υποστηρίζουν μια στρατηγική συναινέσεων στο εσωτερικό της χώρας και σύναψη ευρύτερων συμμαχιών στην Ευρώπη.

Αντικείμενο των εισηγήσεων αυτών είναι η συνεργασία με πρόσωπα που έχουν καλό τεχνοκρατικό προφίλ και κινούνται πολιτικά κυρίως στον χώρο της ΔΗΜ.ΑΡ. αλλά και του ΠΑΣΟΚ, χωρίς απαραίτητα να είναι ενταγμένοι στους αντίστοιχους κομματικούς μηχανισμούς ή ταυτισμένοι με αυτούς. Το σκεπτικό είναι ότι ο ανασχηματισμός, που θεωρείται βέβαιο ότι θα γίνει μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, δίνει μια ευκαιρία να σηματοδοτηθεί ένα ευρύτερο πολιτικό και κοινωνικό άνοιγμα για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις της επόμενης ημέρας. Το σκεπτικό είναι ότι μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης αναμένεται να ανοίξει η συζήτηση για το χρέος και να ξεδιπλωθεί η προσπάθεια οικονομικής ανασυγκρότησης, δύο μεγάλα κεφάλαια για τη χώρα, με συνέπειες που ξεπερνούν την εμβέλεια μιας κυβερνητικής θητείας, που κατεξοχήν απαιτούν ή τουλάχιστον προσφέρονται για ευρύτερες οικονομικές και κοινωνικές συναινέσεις. Την ίδια στιγμή, το άνοιγμα προς τον σοσιαλιστικό χώρο είναι μια προοπτική που ευνοείται και από τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς, καθώς καταγράφεται μια κινητικότητα στην κατεύθυνση αυτή και σε άλλες χώρες, με πολιτικό στόχο την αύξηση του ειδικού βάρους των προοδευτικών δυνάμεων εντός της Ευρωζώνης και της Ε.Ε.

Πασοκογενείς

Είναι χαρακτηριστικό ότι κοινοτικές πηγές έλεγαν ότι το ευρωπαϊκό σύστημα βλέπει θετικά μια τέτοια εξέλιξη στην Ελλάδα, καθώς προοπτικά θα μπορούσε να συμβάλει στην ανασύσταση ενός δικομματικού συστήματος, με δύο μεγάλα κόμματα που θα μοιράζονται την ευρωπαϊκή προοπτική και τα οποία θα εναλλάσσονται στην εξουσία. Από την άλλη πλευρά, όμως, τα σενάρια αυτά προκαλούν και αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ από όσους βλέπουν ότι το κόμμα κινδυνεύει να χάσει τον χαρακτήρα του και να μετατραπεί σε ένα «νέο ΠΑΣΟΚ», το οποίο θα υποστεί μια αναπόφευκτη πορεία κυβερνητικής φθοράς, όσο και στο ΠΑΣΟΚ από εκείνους που βλέπουν στη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ μια παγίδα για να φορτωθεί και σε άλλες πλάτες το πολιτικό κόστος των δύσκολων ημερών που έρχονται για την οικονομία. Γι’ αυτό άλλωστε και οι προτάσεις για κυβερνητική διεύρυνση αφορούν ανεξάρτητες προσωπικότητες και όχι κομματικά στελέχη. Είναι ενδεικτικό, πάντως, ότι ορισμένες πηγές αποδίδουν τη σκληρή στάση που επέδειξε αρχικά ο Πάνος Καμμένος για το λεκτικό ολίσθημα Μουζάλα περί «Μακεδονίας» στο γεγονός ότι ο πρόεδρος των ΑΝ.ΕΛ., έχοντας υπόψη του τις εισηγήσεις προς τον Αλέξη Τσίπρα για διεύρυνση προς την Κεντροαριστερά, έσπευσε να δώσει το δικό του στίγμα και να βάλει τη δική του υποθήκη εν όψει πιθανών εξελίξεων.

Πηγή: protothema.gr