Την απόφασή τους να σταματήσουν ότι υπονομεύει την προστασία του πλανήτη από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, επιβεβαίωσαν χθες οι επτά ισχυρότερες οικονομίες του πλανήτη, αποφασίζοντας να τερματίσουν την χρηματοδότηση έργων άνθρακα έως το τέλος της χρονιάς με στόχο την σταδιακή απεξάρτηση από όλα τα ορυκτά καύσιμα.

Η διακοπή της χρηματοδότησης θεωρείται ως ένα σημαντικό όπλο των κυριότερων  βιομηχανικών χωρών ( Ηνωμένες Πολιτείες, Βρετανία,  Καναδάς,  Γαλλία,  Γερμανία, Ιταλία και  Ιαπωνία) προκειμένου να περιοριστεί η άνοδος της παγκόσμιας θερμοκρασίας κοντά στα επίπεδα του 1,5 βαθμού Κελσίου και να αποτραπούν οι πιο καταστροφικές επιπτώσεις του κλίματος.

Η απόφαση του G7, κρίνεται πολύ σημαντική και συμπίπτει και με την μεγάλη «πράσινη» στροφή που πραγματοποιεί η κυβέρνηση Μπάιντεν στα θέματα της κλιματικής αλλαγής, με στόχο την άσκηση ισχυρής πίεσης σε χώρες όπως η Κίνα που εξακολουθούν να στηρίζουν τον άνθρακα.

Οι κυβερνήσεις των 7 κρατών συνεπικουρούμενες και από την ΕΕ συμφώνησαν χθες βράδυ σε  ένα κοινό ανακοινωθέν, λέγοντας ότι οι επενδύσεις σε άνθρακα πρέπει να σταματήσουν τώρα και δεσμεύτηκαν να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα για τον τερματισμό της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από κάρβουνο έως το τέλος του 2021.

Ο Alok Sharma, Πρόεδρος της διάσκεψης κορυφής για το κλίμα (COP26), χαρακτήρισε  τη διακοπή της διεθνούς χρηματοδότησης άνθρακα «προσωπική προτεραιότητα» που θα βοηθήσει στην απεξάρτηση του κόσμου από τα ορυκτά καύσιμα. Ζήτησε μάλιστα η Σύνοδο Κορυφής του ΟΗΕ τον Νοέμβριο, να είναι αυτή που θα παραδώσει τον ρυπογόνο καύσιμο στην ιστορία.

Οι εκπρόσωποι των ισχυρών εθνών συμφώνησαν παράλληλα να συνεργαστούν και με άλλους διεθνείς εταίρους για την μετάβαση στα οχήματα μηδενικών εκπομπών ρύπων, απανθρακοποιώντας τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2030.

Οι «7» επανέλαβαν τη δέσμευσή τους για τη συμφωνία του Παρισιού του 2015, με στόχο να συγκρατήσουν την αύξηση της θερμοκρασίας και να κινητοποιήσουν κεφάλαια που θα χρηματοδοτήσουν τις ανεπτυγμένες χώρες με 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως  έως το 2025.

Ο απεσταλμένος των ΗΠΑ για το κλίμα John Kerry κάλεσε χώρες του Ομίλου των 20 μεγαλύτερων οικονομιών στον κόσμο να συμβαδίσουν με τα μέτρα, επιβεβαιώνοντας την σημασία που δίνει πλέον η Αμερική στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Μάλιστα αυτές τις μέρες ψηφίστηκε το Προεδρικό Διάταγμα για την αναμόρφωση της κυβερνητικής στρατηγικής για το περιβάλλον και το κλίμα ενώ πρόκειται να αξιολογούνται σε ετήσια βάση οι οικονομικοί κίνδυνοι.

Για τις διεθνείς περιβαλλοντικές οργανώσεις υπάρχει πάντως η ανάγκη να καθοριστεί ένα αυστηρότερο χρονοδιάγραμμα. Η Rebecca Newsom, επικεφαλής της πολιτικής της Greenpeace UK, δήλωσε χθες στο πολλές από αυτές τις δεσμεύσεις παραμένουν ασαφείς όταν είναι πολύ χρήσιμες για να καθοριστούν χρονοδιαγράμματα δράσης.

Νωρίτερα, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) έκανε ακόμη  πιο αυστηρή την προειδοποίησή του, λέγοντας ότι οι επενδυτές θα πρέπει να σταματήσουν να χρηματοδοτούν νέα πετρελαικά έργα ή έργα φυσικού αερίου και άνθρακα εάν ο κόσμος θέλει να επιτύχει καθαρές μηδενικές εκπομπές έως τα μέσα του αιώνα.

Ο αριθμός των χωρών που έχουν δεσμευτεί για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 έχει αυξηθεί, αλλά ακόμη και αν οι δεσμεύσεις τους επιτευχθούν πλήρως, θα εξακολουθούν σύμφωνα με τον ΙΕΑ, να υπάρχουν 22 δισεκατομμύρια τόνοι διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως το 2050, κάτι που θα οδηγήσει σε αύξηση της θερμοκρασίας περίπου 2,1C έως το 2.100.