Όριο εκπομπών στο επίπεδο των 340 gCO2/kWh για όσο δεν υπάρχουν εμπορικά διαθέσιμες ποσότητες πράσινου υδρογόνου  μέσω δικτύων και αγορών, προτείνει ο Σύνδεσμος Ιδιωτών Ηλεκτροπαραγωγών (ΕΣΑΗ).

Ο ΕΣΑΗ, επισημαίνει ότι η πρόταση της ΕΕ για όριο στα 270 gCO2/kWh είναι ανεφάρμοστο. Όπως αναφέρει, οι τελευταίας τεχνολογίας μονάδες συνδυασμένου κύκλου εκπέμπουν 340 gCO2/kWh με καύση φυσικού αερίου. Η υπόθεση του taxonomy αποκτά σοβαρές διαστάσεις σε ολόκληρη την ΕΕ αλλά και στην Ελλάδα, η οποία μέχρι το καλοκαίρι αναμένεται να υποδεχτεί την νέα μονάδα φυσικού αερίου της Μυτιληναίος ενώ στον σχεδιασμό βρίσκονται τουλάχιστον άλλα τρία πρότζεκτ από τους ομίλους ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ-Μotor Oil, Κοπελούζο, Elpedison.  

Όπως τονίζουν στελέχη εταιρειών ηλεκτροπαραγωγής, οι συγκεκριμένες μονάδες διαθέτουν δυνατότητα καύσης Η2. Επειδή όμως, κατά την τρέχουσα δεκαετία, δεν παρέχεται δυνατότητα εμπορικής τροφοδοσίας πράσινου υδρογόνου σε σημαντικές ποσότητες από τα πανευρωπαϊκά δίκτυα, η επίτευξη του ορίου των 270 gCO2/kWh δεν είναι εφικτή. Για αυτό και για τις νέες μονάδες θα πρέπει να προβλέπεται η τεχνολογική δυνατότητά τους να χρησιμοποιούν Η2 (‘hydrogen ready’) και το όριο εκπομπών να είναι  στο επίπεδο των 340 gCO2/kWh για όσο δεν υπάρχουν εμπορικά διαθέσιμες επαρκείς ποσότητες πράσινου Η2.

Το όριο αυτό, προτείνεται να μειώνεται αυτόματα σε 270 gCO2/kWh τη χρονική στιγμή που θα καταστούν εμπορικά διαθέσιμες επαρκείς ποσότητες πράσινου καυσίμου.

Όσον αφορά τη δεύτερη εναλλακτική προκειμένου να χαρακτηριστεί μια μονάδα ηλεκτροπαραγωγής ως μεταβατική δραστηριότητα, δηλαδή τα 550 kgCO2/kW-year.

Αυτό πρακτικά σημαίνει λειτουργία μιας νέας μονάδας για μόλις 1.600 ώρες περίπου τον χρόνο. Κάτι που οδηγεί στη μη βιωσιμότητα της επένδυσης, ιδίως κατά τα πρώτα κρίσιμα έτη της λειτουργίας της.

Μία λύση θα ήταν το όριο των 550 kgCO2/kW-year να επιτυγχάνεται ως μέσος όρος τουλάχιστον της 25ετίας, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχουν επαρκείς ποσότητες καυσίμων χαμηλών ή/και μηδενικών εκπομπών. Εναλλακτικά, πρέπει να τεθεί το όριο στα 1.100 kgCO2/kW-year για την περίοδο 2023-2035 και να μειώνεται κατόπιν σταδιακά, παράλληλα με την αποδεδειγμένη διείσδυση εναλλακτικών/πράσινων καυσίμων, ώστε να επιτυγχάνεται στο βάθος της ωφέλιμης ζωής μιας μονάδας φυσικού αερίου το όριο των 550 kgCO2/kW-year.

Όπως αναφέρει ο ΕΣΑΗ, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει δεσμευτικό στόχο για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 55% (σε σχέση με το 1990) μέχρι το 2030. Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου έχουν ήδη μειωθεί κατά 26%.

Δηλαδή απομένουν περίπου 30 ποσοστιαίες μονάδες που πρέπει να καλυφθούν στα επόμενα εννιά χρόνια. Επομένως, η προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση και την αναχρηματοδότηση μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύσιμο φυσικό αέριο κατά την τρέχουσα δεκαετία πρέπει να αποτελέσει βασικό κομμάτι της ευρωπαϊκής ταξινομίας.

Και αυτό γιατί καμία άλλη διαθέσιμη τεχνολογία δεν μπορεί να προσφέρει τόσο σύντομα τόσο μεγάλη μείωση εκπομπών CO2 και ταυτόχρονα να συνεισφέρει στην ευστάθεια του Συστήματος προσφέροντας εφεδρείες και να διασφαλίσει την επάρκεια ισχύος και την αποφυγή μπλάκαουτ.

Οι μεγάλες ασάφειες του σχεδιασμού

Το σχέδιο όμως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τις μη ρεαλιστικές προϋποθέσεις που θέτει προκαλεί ανησυχία όσον αφορά την απόδοση του χαρακτηρισμού της μεταβατικής δραστηριότητας στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο. Επιπλέον, η σχετική ενότητα 4.29 της ΕΕ βρίθει ασαφειών και δημιουργεί σύγχυση σε πολλά σημεία της.

Πρώτα από όλα, εάν μια μονάδα αερίου μπορεί μελλοντικά να λειτουργήσει με κάτω από 100 gCO2/kWh στον κύκλο ζωής της, τότε θα πρέπει να χαρακτηρίζεται ως πράσινη (αφού αυτό το όριο θέτει η ταξινομία και για τις ΑΠΕ) και όχι ως μεταβατική δραστηριότητα.

Τα χρονικά όρια για τη διείσδυση του πράσινου υδρογόνου στην ηλεκτροπαραγωγή δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Με τα σημερινά δεδομένα δεν προκύπτει ότι το 2026 θα υπάρχει τόσο μεγάλη παραγωγή πράσινου υδρογόνου στην Ευρώπη (και δη για τους σκοπούς της ηλεκτροπαραγωγής) που να μπορεί να καλύψει το 30% της παραγωγής των νέων μονάδων φυσικού αερίου. Ούτε το 55% το 2030.

Οι προβλέψεις του σχεδίου σχετικά με τη διαδικασία αντικατάστασης ρυπογόνων μονάδων είναι  ασαφείς. Θα πρέπει να είναι σαφώς καθορισμένη -με τη μορφή πίνακα- ποια ποσότητα ανθρακικής και πετρελαϊκής ισχύος θεωρείται ότι είναι προς αντικατάσταση σε κάθε χώρα, βάσει του εγκεκριμένου ΕΣΕΚ. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι δεν μπορεί να τιμωρούνται χώρες όπως η Ελλάδα, η οποία έχει επιλέξει ένα πολύ σύντομο μονοπάτι απολιγνιτοποίησης.

Το όριο για την αναγνώριση ότι μία μονάδα δεν «επιβαρύνει σημαντικά» τους περιβαλλοντικούς στόχους και ειδικά τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής (do not significant harm – climate change mitigation) επιβάλλεται να αναπροσαρμοστεί σε 450 gCO2/kWh ώστε να καταλαμβάνει ρεαλιστικά επίπεδα εκπομπών και των υφιστάμενων μονάδων φυσικού αερίου, οι οποίες είναι απολύτως αναγκαίες για το Σύστημα.

Εξάλλου, υπογραμμίζεται δεν έχει καμία λογική και από πλευράς συστηματικής προσέγγισης η πρόβλεψη του ορίου 270 gCO2/kWh τόσο για τις μονάδες που χαρακτηρίζονται ως sustainable όσο και για αυτές που χαρακτηρίζονται ως doing no significant harm.