Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος σήμερα και τα ελατοδάση και τα πλατάνια στην καρδιά της ηπειρωτικής Ελλάδας εκπέμπουν σήμα κινδύνου. Τα δέντρα ξεραίνονται μαζικά, προσβεβλημένα από παθογόνους μύκητες και φλοιοφάγα έντομα. Το φαινόμενο συνδέεται άμεσα με την κλιματική αλλαγή, αφού οι ακραίες θερμοκρασίες και η παρατεταμένη ξηρασία ευνοούν την ανάπτυξη των εχθρών που χτυπούν και εν τέλει ξεραίνουν τα δέντρα μέχρι τη ρίζα. Μόνη λύση για τον περιορισμό του φαινομένου φαίνεται πως είναι η υλοτόμηση των δέντρων που έχουν πληγεί και η απομάκρυνσή τους από τα δάση. Ωστόσο, όσο η κλιματική κρίση δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη των ασθενειών η απειλή αφανισμού των δασών δεν μπορεί να εξαλειφθεί.

Το πρόβλημα εντοπίζεται σε όλους τους ορεινούς όγκους στην Ελλάδα και τα τελευταία χρόνια εντείνεται στα Τζουμέρκα, στην Κοιλάδα του Αχελώου και τα Αγραφα, χωρίς να αφήνει ανέγγιχτους τον Κιθαιρώνα -σε μικρότερο βαθμό-, τον Ελικώνα, περιοχές της Ηπείρου, αλλά και την Πελοπόννησο.

Ασθένεια εισαγωγής

Ειδικά για τα πλατάνια, μάλιστα, η πρώτη φορά που καταγράφηκε η ασθένεια που τώρα τα ξεραίνει μαζικά ήταν το 2003 στη Μεσσηνία. Τότε ο μύκητας Ceratokystis platani (προκαλεί μεταχρωματικό έλκος) είχε απονομονωθεί σε ετοιμοθάνατα ή νεκρά δέντρα. Αναλύσεις που είχαν γίνει τότε είχαν δείξει ότι το στέλεχος που είχε εντοπιστεί στην Ελλάδα είναι πανομοιότυπο με εκείνα που είχαν αναφερθεί στην Ιταλία, στη Γαλλία και την Ελβετία, πράγμα που δείχνει κατά πάσα πιθανότητα ότι η ασθένεια των πλατάνων εισήχθη με κάποιον τρόπο από αυτές τις χώρες, με πιθανότερη την Ιταλία απ’ όπου εισάγονταν φυτώρια. Μετά τη Μεσσηνία επεκτάθηκε σε ολόκληρη την Πελοπόννησο. Πέρασε στην Ηπειρο και τη Θεσσαλία και ακολούθως στη Στερεά και την Εύβοια.

Ο παθογόνος μύκητας έχει νεκρώσει χιλιάδες πλατάνια σε όλη την Ελλάδα, αρκετά εκ των οποίων ήταν αιωνόβια και τεράστια. Οπως έχει διαπιστωθεί, ο σημαντικότερος παράγοντας διασποράς του είναι ο άνθρωπος με μηχανήματα εκσκαφής και εργαλεία κοπής δέντρων και κλαδιών. Το μεταχρωματικό έλκος που προκαλεί ο μύκητας αναπτύσσεται μέσα στο ξύλο των δέντρων και προσβάλλει ρίζες, κορμό και κλαδιά.

Το ξύλο των νεκρών δέντρων που κόβονται, πάντως, απαγορεύεται να χρησιμοποιηθεί για καύση, αφού η μεταφορά του ενέχει τον κίνδυνο εξάπλωσης της αρρώστιας και σε άλλες περιοχές. Το πρόβλημα είναι ήδη πολύ μεγάλο, λέει στο «ΘΕΜΑ» ο δήμαρχος Αγράφων Αλέξης Καρδαμπίκης και περιγράφει: «Βλέπεις ξερά δέντρα ακόμη και στα ρέματα, στη Γρανίτσα η κατάσταση είναι πολύ άσχημη, στα έλατα έχουμε νέα αρρώστια, ενώ τα πλατάνια άρχισαν να ξεραίνονται μαζικά τα τελευταία 3-4 χρόνια στις δικές μας περιοχές.Καταλαβαίνετε ότι οι συνέπειες είναι πολλαπλές. Χάνονται δάση, αλλάζει η φυσιογνωμία ολόκληρων περιοχών και όλοι ξέρουμε πόσο μεγάλη σημασία έχουν τα δέντρα για το οικοσύστημα συνολικά».

«Το πρόβλημα εκτείνεται σε όλη τη Στερεά Ελλάδα, όπου υπάρχουν έλατα, ενώ φοβόμαστε ότι για τα πλατάνια που έχουν προσβληθεί δεν υπάρχει σωτηρία», λέει η κυρία Κατερίνα Καλαντζή, δασολόγος η ίδια και αντιπεριφερειάρχης Ορεινής και Δασικής Πολιτικής Στερεάς.

Οπως λέει, το φαινόμενο ξήρανσης των πλατανιών εντοπίζεται στα δάση της Στερεάς εδώ και περίπου μία δεκαετία. Ωστόσο, εστίες με μολυσμένα δέντρα υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα, όπου υπάρχουν έλατα. Η περιφέρεια απευθύνθηκε στο Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών του ΕΛΓΟ «Δήμητρα» και στον διευθυντή Ερευνών του, τον κ. Δημήτρη Αβτζή. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των εργαστηριακών αναλύσεων για τα αίτια πρόκλησης της νέκρωσης πεύκων και ελάτων, η ξήρανση οφείλεται σε συνδυαστική εμφάνιση ξυλοφάγων και φλοιοφάγων εντόμων, τα οποία εμφανίζουν πληθυσμιακή έκρηξη.

Η υλοτόμηση

Ως τρόπο ανάσχεσης της εξάπλωσης των εντόμων, το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών του ΕΛΓΟ «Δήμητρα» προτείνει την έγκαιρη υλοτόμηση και απομάκρυνση των νεκρών και κυρίως των προσβεβλημένων πεύκων και ελάτων, στο μέτρο του δυνατού. Με τον τρόπο αυτό αφενός θα μειωθεί το πληθυσμιακό δυναμικό των εντόμων, ενώ ταυτόχρονα θα ελαχιστοποιηθεί και η διαθέσιμη τροφή που θα συντηρούσε τον πληθυσμό τους.

«Η καταλληλότερη περίοδος για μια τέτοια επέμβαση προτείνεται χρονικά από το φθινόπωρο μέχρι και την άνοιξη, καθώς σε αυτήν την περίοδο τα έντομα θα βρίσκονται κάτω από τον φλοιό και εντός του ξύλου των δέντρων κι έτσι οι επεμβάσεις έχουν άμεσο αντίκτυπο στο πληθυσμό τους», λέει η κυρία Καλαντζή, που προσθέτει ότι μεγάλη σημασία για τον περιορισμό της μεταφοράς των ασθενειών είναι τόσο ο έλεγχος στις εισαγωγές φυτωρίων όσο και η επιμελής απολύμανση των αλυσοπρίονων και των άλλων εργαλείων που χρησιμοποιούνται για την υλοτόμηση προκειμένου να μη μεταφέρονται οι παθογόνοι οργανισμοί από μια μολυσμένη σε μια παρθένα, υγιή περιοχή.

Διαβάστε περισσότερα στο protothema.gr