Η απόφαση της ΡΑΕ για την εκπόνηση ειδικής μελέτης όσον αφορά το δυναμικό σε ΑΠΕ που μπορεί να «σηκώσει» η Κρήτη στη «μετά διασυνδέσεων εποχή», είναι σαφές ότι θα έρθει με τεκμηριωμένο τρόπο να καλλιεργήσει το έδαφος για την ανάπτυξη νέων έργων, δεδομένου ότι η Μεγαλόνησος αποτελεί μια από τις λίγες μη κορεσμένες περιοχές της χώρας.

Και τούτο καθώς η απουσία διασύνδεσης με το ηπειρωτικό σύστημα ήταν η τροχοπέδη για την υλοποίηση projects μεγάλης κλίμακας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τα στοιχεία του ΔΑΠΕΕΠ, oι ενεργές συμβάσεις έργων ΑΠΕ στην Κρήτη κατά το πρώτο φετινό τρίμηνο αφορούσαν συνολική εγκατεστημένη ισχύ 300,27 MW. Πρόκειται για 3.032 συμβάσεις εκ των οποίων οι 1.047 είναι φωτοβολταικά πάρκα συνολικής ισχύος 78,29MW, οι 37 αιολικά συνολικής ισχύος 203,29 MW, ένα έργο βιοαερίου (0,99 MW), ένα ΜΥΗΣ (0,30 MW), καθώς και 1.946 για φωτοβολταικά σε στέγες, ισχύος 17,40 MW. Κάτι που σημαίνει ότι υπάρχουν τεράστια περιθώρια ανάπτυξης δεδομένων και των κλιματικών χαρακτηριστικών του νησιού.

Έτσι, ανάμεσα στα πολλά οφέλη της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κρήτης είναι ότι θα επιτρέψει την περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ, σηματοδοτώντας μεγάλες νέες επενδύσεις.

Ήδη η λεγόμενη «μικρή διασύνδεση» με την Πελοπόννησο έχει τεθεί σε λειτουργία, ενώ η μεγάλη διασύνδεση με την Αττική προβλέπεται ότι θα ολοκληρωθεί εντός του 2023. Δηλαδή, η πλήρης σύνδεση της Μεγαλονήσου με την ηπειρωτική χώρα θα έρθει σε μια συγκυρία που η αγορά των ΑΠΕ θα αναπτύσσεται με ακόμη εντονότερους ρυθμούς στην κατεύθυνση των αναθεωρημένων στόχων του ΕΣΕΚ που προβλέπει ακόμη μεγαλύτερη συμμετοχή της καθαρής ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα.

Σχετική επικαιροποιημένη μελέτη δείχνει ότι μετά την υλοποίηση των δύο διασυνδέσεων, η Κρήτη θα μπορεί να «σηκώσει» 2. 000 έως 2.500 MW ΑΠΕ και ενδιάμεσα, -μετά τη μικρή διασύνδεση-, περί τα 200 MW περισσότερα από σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό ήδη καταγράφεται έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για νέα αιολικά και φωτοβολταϊκά, αλλά και για υβριδικά έργα.

Το πλέον σημαντικό από τα μεγάλα έργα που βρίσκονται στο τραπέζι είναι αυτό που προωθούν από κοινού η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή και η ΕΛΙΚΑ (Όμιλος Κοπελούζου) για την ανάπτυξη αιολικών πάρκων ισχύος 950 MW στους 4 νομούς της Κρήτης. Υπενθυμίζεται ότι στο παρελθόν οι δύο Όμιλοι είχαν στα σκαριά δύο διαφορετικά projects που προέβλεπαν 1000MW έκαστο και διαφορετικές διασυνδέσεις. Ωστόσο, από το 2017 ενοποιήθηκαν με στόχο να διευκολυνθούν οι διαδικασίες χρηματοδότησης από το πακέτο Γιουνκέρ, αλλά και για να τεθεί γενικότερα μια πιο ρεαλιστική προοπτική υλοποίησης. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες τη συμμετοχή της στο εγχείρημα εξέταζε και η ΔΕΗ.

Η νέα μελέτη της ΡΑΕ

Επειδή, όμως, όλα αυτά δεν μπορούν να «πατήσουν» σε υποθετικά σενάρια, η ΡΑΕ αποφάσισε ότι χρειάζεται ειδική μελέτη. Έτσι, ενέκρινε τη σχετική δαπάνη για την εκπόνηση μελέτης σχετικά με την «Διερεύνηση του νέου τρόπου λειτουργίας, των αναγκαίων εφεδρειών ισχύος, των περιθωρίων εγκατάστασης νέων μονάδων διεσπαρμένης παραγωγής στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας της Κρήτης σε συνέχεια της διασύνδεσης με το ηπειρωτικό σύστημα»

Όπως σημειώνεται στην απόφαση «τo Σύστημα Ηλεκτρικής Ενέργειας της Κρήτης χαρακτηρίζεται ήδη από μεγάλο βαθμό διείσδυσης μονάδων διεσπαρμένης παραγωγής, παρ’ όλη την αυτόνομη λειτουργία του και τους συνεπακόλουθους περιορισμούς ευστάθειας του δικτύου. Το νησί έχει αξιοσημείωτο δυναμικό ΑΠΕ (ηλιακό & αιολικό δυναμικό, βιομάζα, κ.λπ.) και ως εκ τούτου ο βαθμός εκμετάλλευσης και διείσδυσης του, δύναται να αυξηθεί περαιτέρω, τόσο μέσω της πρώτης AC διασύνδεσης με περιορισμένη μεταφορική ικανότητα, όσο μέσω της δεύτερης και μεγαλύτερης DC διασύνδεσης».

Σύμφωνα με τη ΡΑΕ, λαμβάνοντας υπόψη την επιτυχή ολοκλήρωση και λειτουργία της διασύνδεσης θα πρέπει να αξιολογηθεί η συνεισφορά της στην ευστάθεια και την αξιοπιστία του ΣΗΕ Κρήτης, καθώς και να εκτιμηθούν τα επιπλέον περιθώρια ένταξης και λειτουργίας συστημάτων παραγωγής όπως, αιολικά & φωτοβολταϊκά πάρκα, υβριδικοί σταθμοί και λοιπά σύγχρονα συστήματα παραγωγής.

Η μελέτη στοχεύει ειδικότερα στην εξαγωγή συγκεκριμένων περιθωρίων ανά τεχνολογία και στον καθορισμό των αντίστοιχων μεθόδων αξιολόγησης των ανωτέρω νέων συστημάτων παραγωγής, με γνώμονα την ομαλή ενεργειακή μετάβαση του ΣΗΕ Κρήτης και την μελλοντική ασφαλή αποδέσμευση από την λειτουργία των ακριβών και ρυπογόνων υφιστάμενων συμβατικών μονάδων.

Η ΡΑΕ ενέκρινε για τη μελέτη κονδύλι ύψους 29.500 ευρώ (και με τον ΦΠΑ 36.580 ευρώ) που θα επιβαρύνει τους προϋπολογισμούς των οικονομικών ετών 2021 και 2022.