Στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος έχουν βρεθεί το τελευταίο διάστημα οι ελληνικές ενεργειακές υποδομές. Γεγονός που οφείλεται ασφαλώς στη γεωπολιτική κρίση με τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά ταυτόχρονα επιβεβαιώνει τη στρατηγική θέση της χώρας μας ως δυνητικό energy hub για την ευρύτερη περιοχή.

Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις χθες από την Αλεξανδρούπολη ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, παρουσία ηγετών γειτονικών χωρών και Ευρωπαίων αξιωματούχων, κηρύσσοντας την επίσημη έναρξη κατασκευής του νέου πλωτού τερματικού σταθμού αποθήκευσης και αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου της Gastrade, έκανε λόγο για μια νέα ενεργειακή πύλη για την Ελλάδα, τα Βαλκάνια και την νοτιοανατολική Ευρώπη. Προαναγγέλλοντας ότι τους επόμενους 20 μήνες η Ελλάδα θα μπορεί να υποδεχθεί σημαντικές ποσότητες φυσικού αερίου που θα καλύψουν την εγχώρια αγορά υποκαθιστώντας σημαντικό τμήμα του ρωσικού αερίου.

Σημειωτέον ότι χθες ανακοινώθηκε η εξασφάλιση της άδειας από τη ΡΑΕ και για το δεύτερο FSRU Gastrade που θα αναπτυχθεί επίσης στα ανοιχτά της Αλεξανδρούπολης, ενώ όπως είναι γνωστό έχουν ήδη δρομολογηθεί αντίστοιχες επενδύσεις από την Motor Oil και την Elpedison.

Σήμερα, το ενδιαφέρον μετατοπίζεται, για μία ακόμη φορά, στη Ρεβυθούσα, την οποία επισκέπτεται το βασιλικό ζεύγος του Βελγίου.

Ο Βασιλιάς Philippe και η Βασίλισσα Mathilde δεν είναι οι πρώτοι επίσημοι που μεταβαίνουν στη νησίδα, καθώς έχουν προηγηθεί το τελευταίο διάστημα οι επισκέψεις αρκετών άλλων αξιωματούχων, περιλαμβανομένης της Επιτρόπου Ενέργειας της Ε.Ε. Κ. Σίμπσον.

Το ορόσημο της ιδιωτικοποίησης και ο ρόλος της Fluxys

Ούτε η σημερινή βασιλική επίσκεψη στη Ρεβυθούσα είναι τυχαία δεδομένης της κρίσιμης συγκυρίας, αλλά και του ρόλου της βελγικής εταιρείας Fluxys, διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου του Βελγίου. Ο όμιλος, με παρουσία σε έξι ευρωπαϊκές χώρες και στη Βραζιλία, είναι ένας από τους ισχυρότερους στη διεθνή αγορά φυσικού αερίου, ελέγχοντας 12.000 αγωγών, καθώς και τερματικούς σταθμούς (μεταξύ των οποίων και αυτόν στο Zeebrugge), συνολικής ετήσιας δυνατότητας επαναεριοποίησης 29 δισ κ. μ. Ανάμεσα σε αυτούς περιλαμβάνεται και η Ρεβυθούσα καθώς η Fluxys κατέχει ποσοστό 20% στην επενδυτική κοινοπραξία Senfluga που ελέγχει το 66% του ΔΕΣΦΑ. Παράλληλα, είναι μέτοχος με ποσοστό 19% στην εταιρεία διαχείρισης του αγωγού ΤΑΡ, όπου συμμετέχουν ακόμη οι BP (20%), Socar (20%), Snam S.p.A. (20%), Enagás (16%) και Axpo (5%).

Ο αγωγός ΤΑΡ που κατά το μεγαλύτερο μέρος του διέρχεται από ελληνικό έδαφος, είναι μια ακόμη στρατηγικής σημασίας υποδομή που θα διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο όσον αφορά την απεξάρτηση της Ε.Ε. από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Υπενθυμίζεται ότι η ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ και των υποδομών του υπήρξε ένα σύνθετο και περιπετειώδες εγχείρημα με αφετηρία το 2013. Ο τότε διαγωνισμός έληξε με πλειοδότη την αζερική Socar -η οποία προσέφερε 400 εκατ. ευρώ- ωστόσο η πώληση έμεινε σε εκκρεμότητα εξαιτίας των ενστάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού, που έθεσε ως όρο ότι από το συνολικό προς πώληση ποσοστό (66%) ένα μερίδιο τουλάχιστον 17% θα έπρεπε να μεταβιβαστεί σε ευρωπαίο διαχειριστή.  Τότε έκανε την εμφάνισή της η ιταλική Snam, ωστόσο οι χειρισμοί που ακολούθησαν οδήγησαν σε ναυάγιο την ιδιωτικοποίηση.

Μετά από νέο διαγωνισμό, που ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 2018, το 66% του ΔΕΣΦΑ μεταβιβάσθηκε στην κοινοπραξία SENFLUGA Energy Infrastructure Holdings, όπου μετείχαν αρχικά η ιταλική Snam, η βελγική Fluxys και η  ισπανική Enagas  έναντι τιμήματος 535 εκατ. ευρώ. Τον Ιανουάριο του 2020 ποσοστό 10% της κοινοπραξίας αποκτήθηκε από την εταιρεία Damco του Ομίλου Κοπελούζου.

Από το πακέτο του 66% του ΔΕΣΦΑ, το 31% κατείχε το ΤΑΙΠΕΔ και το υπόλοιπο 35% τα ΕΛ.ΠΕ., τα οποία εισέπραξαν 283,7 εκατ. ευρώ από τα έσοδα της πώλησης. Το υπόλοιπο 34% που είχε μεταβιβαστεί το 2012 στο ΤΑΙΠΕΔ, περιήλθε πάλι στο Δημόσιο και ανήκει στην αρμοδιότητα του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

Το στρατηγικό πλεονέκτημα της Ρεβυθούσας

Η Ρεβυθούσα αναδεικνύεται σε ένα από τα πλέον σημαντικά assets του ΔΕΣΦΑ, αλλά και σε μια εθνικής σημασίας στρατηγική υποδομή για την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας και της ευρύτερης περιοχής, καθώς συγκαταλέγεται στους 28 αντίστοιχους σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου, που λειτουργούν σήμερα σε όλο το χώρο της Μεσογείου και της Ευρώπης, ενώ είναι ο μοναδικός, μέχρι σήμερα, στην Ελλάδα για την υποδοχή δεξαμενοπλοίων ΥΦΑ, παραλαβή, αποθήκευση, αεριοποίηση ΥΦΑ και για την τροφοδοσία του Εθνικού Συστήματος Μεταφοράς Φυσικού Αερίου (ΕΣΜΦΑ).

Με αποθηκευτική ικανότητα 225.000 κ.μ. ΥΦΑ και ωριαία δυναμικότητα αεριοποίησης 1250 m3 LNG σε συνθήκες κανονικής λειτουργίας (Sustained Maximum Send out Rate – SMSR) παρέχει ασφάλεια ενεργειακής τροφοδοσίας, λειτουργική ευελιξία στο Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς και αυξημένη δυνατότητα κάλυψης εκτάκτων απαιτήσεων της αγοράς φυσικού αερίου.

Για αυτό, άλλωστε, και συγκεντρώνει το επενδυτικό ενδιαφέρον της κοινοπραξίας. Έτσι, έχει ήδη δρομολογηθεί η κατασκευή τέταρτης δεξαμενής που θα επεκτείνει περαιτέρω την δυναμικότητα, ενώ στην τελική ευθεία βρίσκεται η ολοκλήρωση του πιλοτικού Σταθμού Φόρτωσης Φορτηγών Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου.

Παράλληλα, πρόσφατα εντάχθηκε στο ΕΣΠΑ το έργο για τη νέα προβλήτα Small Scale LNG που θα εξυπηρετήσει τον ελλιμενισμό πλοίων μεταφοράς ΥΦΑ μικρής χωρητικότητας (μεταξύ 1.000 και 30.000 m³ ΥΦΑ).