Η στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κρίνεται απαραίτητη για την επίτευξη των παγκόσμιων κλιματικών στόχων, αφού η περιβαλλοντική κρίση δε γνωρίζει σύνορα επηρεάζοντας σημαντικά ολόκληρο τον πλανήτη.

Ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά, ηλεκτρικά οχήματα, μπαταρίες έχουν γίνει συνώνυμα της καθαρής ενέργειας με ένα κοινό παρονομαστή: Τα κρίσιμα ορυκτά, τα οποία διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στην «πράσινη» τεχνολογία.

Καθώς εντείνονται οι προσπάθειες να περιοριστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη και να τηρηθεί η Συμφωνία του Παρισιού, στην οποία προβλέπεται από τη μία η συγκράτηση της ανόδου της θερμοκρασίας σε επίπεδα κάτω των 2 βαθμών Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα και από την άλλη η επίτευξη μηδενικών εκπομπών έως το 2050, η «πράσινη» ανάπτυξη θα βασιστεί στην εξόρυξη μετάλλων και ορυκτών για την ανάπτυξη τεχνολογιών.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει καταρτίσει κατάλογο 30 κρίσιμων πρώτων υλών, κυρίως ορυκτών, που θεωρούνται στρατηγικής σημασίας για την οικονομία της ΕΕ. Πολλά από αυτά παράγονται σε μικρές ποσότητες με τον κατάλογο να αναθεωρείται συνεχώς για να αντικατοπτρίζει τη δυναμική φύση της αγοράς και των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού.

Ανάμεσα σε αυτά το κοβάλτιο, το λίθιο, οι σπάνιες γαίες (REEs), ο γραφίτης και το πυρίτιο. Το λίθιο και το κοβάλτιο χρησιμοποιούνται κυρίως στις μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων, το πυρίτιο στα ηλιακά πάνελ και οι γαίες REEs στις ανεμογεννήτριες.

Περισσότερα από τα 3/4 της παγκόσμιας παραγωγής κρίσιμων πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την ενέργεια προέρχονται από τρεις μόνο χώρες: Κίνα, Νότια Αφρική και Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό.

Αναλυτικότερα, το 2022 περισσότερο από το 70% του κοβαλτίου προήλθε από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, ενώ η Κίνα ελέγχει το 60% της παγκόσμιας επεξεργασίας σπάνιων γαιών και περίπου το 57%, σχεδόν τα 2/3 των παγκόσμιων αποθεμάτων λιθίου δηλαδή, βρίσκονται σε Αργεντινή, Βολιβία και Χιλή που αποτελούν το λεγόμενο «Τρίγωνο του Λιθίου». Ομοίως, τα αποθέματα γραφίτη εντοπίζονται σε Τουρκία, Βραζιλία και Κίνα.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου τα τελευταία 20 χρόνια, η αγορά κρίσιμων ορυκτών που σχετίζονται με την ενέργεια αυξήθηκε από 53 δισ. δολάρια σε 378 δισ. δολάρια. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας προβλέπει πως η συνολική ζήτηση για ορυκτά πρόκειται να τετραπλασιαστεί μέχρι το 2030.

Οι τεχνολογίες «καθαρής» ενέργειας στοχεύουν στην απαλλαγή από την εξάρτηση από τον άνθρακα που συνδέεται με σοβαρές επιπτώσεις σε περιβάλλον και υγεία, αλλά παράλληλα απαιτούν σημαντικό όγκο ορυκτών και μετάλλων.

Για παράδειγμα, οι μπαταρίες των ηλεκτρικών οχημάτων χρειάζονται μεγάλες ποσότητες λιθίου, νικελίου, κοβαλτίου, μαγγανίου και γραφίτη. Αναλυτικότερα, ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο χρειάζεται εξαπλάσια ποσότητα ορυκτών πόρων από ένα συμβατικό αυτοκίνητο και μία αιολική μονάδα εννέα φορές περισσότερους ορυκτούς πόρους από μια μονάδα που λειτουργεί με φυσικό αέριο.

Σύμφωνα δε, με το World Economic Forum η προσφορά ορυκτών ενδέχεται να μην είναι ικανή να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση, τονίζοντας ότι χαλκός, νικέλιο, λίθιο και κοβάλτιο μπορεί να μην επαρκούν για τις ανάγκες ως το 2030. Ελλείψεις τέτοιου επιπέδου αναμένεται να οδηγήσουν σε αυξήσεις τιμών και αστάθεια που είναι πιθανό να καταστήσουν πιο ακριβή τη βασική τεχνολογία.

Η «μαύρη» πλευρά της «πράσινης» μετάβασης

Πίσω από το «πράσινο» όραμα, κρύβεται και μία σκοτεινή πλευρά με περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Οι πρακτικές εξόρυξης μπορεί να απειλήσουν οικοσυστήματα καθώς και τους πληθυσμούς των οποίων οι ζωές εξαρτώνται από τους βιότοπους στην καρδιά ενδιαφέροντος εταιριών που εκμεταλλεύονται τις εκτάσεις.

Συγκεκριμένα το οικοσύστημα στις χώρες του «Τριγώνου του Λιθίου» είναι εύθραυστο καθώς από τη μία η παρατεταμένη ξηρασία επιδρά στην ανάπτυξή του και από την άλλη η παρουσία των αυτόχθονων κοινοτήτων στηρίζεται στην διατήρησή του.

Οι αρμόδιοι φορείς φέρουν την ευθύνη για τη διασφάλιση ότι η «πράσινη» μετάβαση δε θα λαβώσει ανεπανόρθωτα τα ενδιαιτήματα και τη δέσμευση ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δε θα παραβιαστούν.

Η Sustainable Fitch του οίκου Fitch σε παλαιότερη έκθεσή της εστίαζε στις πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εξορυκτικών δραστηριοτήτων, όπως η απελευθέρωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η σημαντική χρήση νερού και η παραγωγή επικίνδυνων αποβλήτων. Αντίστοιχα, καθιστούσε απαραίτητη την ευημερία των τοπικών κοινοτήτων και των αυτοχθόνων καθώς και τις εργασιακές συνθήκες των ντόπιων. Προέβλεπε δε, ότι με την ολοένα αυξανόμενη ζήτηση των ορυκτών, τα περιβαλλοντικά και κοινωνικά ζητήματα που συνδέονται με αυτήν θα απαιτήσουν την προσοχή των σχετικών οργανισμών και εταιριών.

Παράλληλα, στην Αφρική -πλούσια σε ορυκτά όπως γραφίτης, κοβάλτιο, νικέλιο, χαλκός, λίθιο, μαγγάνιο- προ μηνών η Αφρικανική υπουργική διάσκεψη για το περιβάλλον είχε αναλύσει τις περιβαλλοντικές πτυχές της ενεργειακής μετάβασης.

Η διάσκεψη είχε αναδείξει τους κινδύνους της εξόρυξης όπως η πιθανότητα να προκληθεί διάβρωση του εδάφους, αποψίλωση δασών, επιπτώσεις σε προστατευόμενες περιοχές και απειλούμενα είδη, ακόμα και συγκρούσεις ανάμεσα στις τοπικές κοινότητες για τα δικαιώματα γης. Παράλληλα, η εξόρυξη και η επεξεργασία κρίσιμων ορυκτών απαιτεί συχνά σημαντικούς υδάτινους πόρους. Το στοιχείο αυτό σε μία ήπειρο που υποφέρει από έλλειψη νερού μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση οδηγώντας σε λειψυδρία, υποβάθμιση της ποιότητας του νερού και προκλήσεις για το γεωργικό πληθυσμό.

Την ίδια ώρα, κρίνεται απαραίτητη η προώθηση της ανάπτυξης μέσω δημιουργίας θέσεων εργασίας που θα οδηγήσουν στη μείωση της φτώχειας και της ανισότητας.

Επομένως, προϋπόθεση αποτελεί η υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών και η εφαρμογή  περιβαλλοντικών πρότυπων για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην αλυσίδα εφοδιασμού ορυκτών. Ανάμεσα σε αυτές η αποκατάσταση των οικοτόπων μετά την εξόρυξη, ο έλεγχος της ρύπανσης, η βιώσιμη διαχείριση των πόρων.

Όλα αυτά την ώρα που ο πιθανός ανταγωνισμός για τον έλεγχο της αγοράς από κυρίαρχους παίκτες περιπλέκει ακόμα περισσότερα την προσπάθεια μίας βιώσιμης μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα.

Προσπάθειες να διασφαλιστεί η αλυσίδα εφοδιασμού

Πλαίσιο πρωτοβουλιών και στρατηγικών έχουν χαράξει κυβερνήσεις και φορείς στην προσπάθεια διασφάλισης της αλυσίδας εφοδιασμού των κρίσιμων ορυκτών. Ανάμεσα σε αυτές συγκαταλέγεται ο κανονισμός για τις κρίσιμες πρώτες ύλες (CRM), ο νόμος των ΗΠΑ για τη μείωση του πληθωρισμού, η στρατηγική της Αυστραλίας για τα κρίσιμα ορυκτά και η στρατηγική του Καναδά για τα κρίσιμα ορυκτά με ορισμένες από αυτές να περιλαμβάνουν περιορισμούς στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ορυκτών.

Ο εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνή Οργανισμού Ενέργειας , Φατίχ Μπιρόλ, σε δηλώσεις του έκανε λόγο για ζωτικής σημασίας ταχεία ανάπτυξη της αγοράς κρίσιμων ορυκτών για την επίτευξη των ενεργειακών και κλιματικών στόχων του κόσμου. Δεν παρέλειψε, ωστόσο, να αναφερθεί στις προκλήσεις που αναμένεται να προκύψουν και την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι αλυσίδες εφοδιασμού για τα κρίσιμα ορυκτά θα είναι ασφαλείς και βιώσιμες.

Photo: GettyImages

Διαβάστε ακόμη

Στην ευρωπαϊκή λίστα του ENTSO-E η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Γερμανίας άνω των €8 δισ.

Τα 5 μεγάλα deals 600 εκατ. ευρώ της τριετίας που αλλάζουν τον χάρτη της πληροφορικής

Περισσότεροι Κινέζοι τουρίστες φέτος στην Ελλάδα – Αυξάνει τις απευθείας πτήσεις η Air China

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ