Του Δημήτρη Παφίλα

Σε συνδιαχείριση της εταιρείας επίπλων SATO προχωρούν οι τράπεζες Αlpha Bank και Tράπεζα Πειραιώς, ύστερα από το οικονομικό αδιέξοδο του περασμένου Σεπτεμβρίου.

Σύμφωνα με ασφαλείς πηγές του Business Stories – και ανεξάρτητα από το αίτημα της εταιρείας για υπαγωγή στο καθεστώς του άρθρου 99 – οι δυο τράπεζες θα αποκτήσουν το 51%  των μετοχών της εταιρείας, ενώ το 49%  θα παραμείνει στην οικογένεια Θεοδωρίδη.

Οι ίδιες τραπεζικές πηγές, αναφέρουν πως διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας θα αναλάβει ο κ. Γιώργος Θεοδωρίδης γιος του βασικού μετόχου της εταιρείας.

Η κοινή πορεία τραπεζών – εταιρειών, σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι επιβεβλημένη, καθώς μια πτώχευση εταιρείας προκαλεί τεράστια προβλήματα σ όλο το κύκλωμα της αγοράς, από τις τράπεζες, τους προμηθευτές, τους εργαζόμενους, τους πελάτες και φυσικά τους μετόχους αν πρόκειται για εισηγμένη εταιρεία.
Κι αυτό γιατί τα χαμένα χρήματα των δανείων δεν θα είναι τα μοναδικά για τις τράπεζες, αφού μια εκκαθάριση δημιουργεί μια σειρά από δυσλειτουργίες σ’ όλα τα εμπλεκόμενα μέρη με πρώτους τους πιστωτές τους εργαζόμενους και τους πελάτες.
   
Όταν, λοιπόν, οι διοικήσεις των εταιρειών έχουν ως στόχο την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους και της ανάκαμψης μέσα σ’ ένα δύσκολο επιχειρηματικό περιβάλλον, μια από κοινού διαχείριση ενδέχεται να αποβεί επωφελής για όλους παρόλο που δεν υπάρχει ακόμη ένα παράδειγμα επιτυχημένης συναδιαχείρισης Τραπεζών- εταιρειών.               

«Ανάσα» για τη Sato

Η κοινή διαχείριση, όμως, της εταιρείας είναι μια λύση η οποία θα δώσει
κυριολεκτικά «ανάσα» ζωής στην Sato που δραστηριοποιείται
σ’ ένα κλάδο που καταρρέει ολοταχώς, όπως έδειξε ανάγλυφα και η περίπτωση της Neoset.

Από την πλευρά της, η Sato θα λάβει μια κρίσιμη πίστωση χρόνου για τα δάνεια και τους πιστωτές και από την άλλη πλευρά, οι τράπεζες θα διασφαλίσουν – έως ένα  βαθμό – τα βραχυπρόθεσμα δάνεια, τα οποία αποτέλεσαν, όπως θα δούμε, και τον «βρόγχο» της εταιρείας.     

H αγορά επίπλων και, κυρίως, τα έπιπλα γραφείου και τα είδη σπιτιού δέχονται συνεχείς πιέσεις από τις φθηνές εισαγωγές , αλλά και από τις ανταγωνιστικές τιμές που έχουν στα προϊόντα τους ξένες και ελληνικές αλυσίδες επίπλων γραφείου. Αν και αυτές οι εισαγωγές είναι σαφώς κατώτερης ποιότητας από την ελληνική παραγωγή, είναι πιο φθηνές. Και όταν υπάρχει υπέρογκος δανεισμός ( 48 εκατ. ευρώ ) και απουσία ρευστότητας, όπως στην Sato, τότε η λύση της συνδιαχείρισης με τις τράπεζες αποτελεί την έσχατη  λύση τόσο για τις πιστώτριες τράπεζες, τους εργαζόμενους  αλλά και τους μετόχους της εταιρείας καθώς η Sato είναι εισηγμένη.
Η θέση της τελευταίας ήταν ιδιαίτερη δυσμενής με τις ζημιές να φθάνουν στα 11 εκατ. ευρώ από 9 εκατ. ευρώ πέρυσι. Ο τζίρος της εταιρείας διατηρήθηκε στα ίδια σχεδόν επίπεδα, δηλαδή 19 εκατ. ευρώ από 20 εκατ. ευρώ, ωστόσο όπως θα δούμε η Sato δεν μπορούσε να εκπληρώσει τις τραπεζικές υποχρεώσεις της.     

Η αρχή του τέλους – βραχυπρόθεσμα δάνεια και πώληση ακινήτου στην Κηφισίας  

Oι ζημιές 11 εκατ. ευρώ, αλλά, κυρίως, η  επισήμανση των ορκωτών ελεγκτών στην λογιστική κατάσταση 9μηνου – όπου αναφερόταν ότι, οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της εταιρείας έχουν υπερβεί κατά 47 εκατ. ευρώ το κυκλοφορούν ενεργητικό – ήταν η αρχή του τέλους για την εταιρεία. Η διοίκηση της εταιρείας είχε καταβάλλει προσπάθειες για να αποπληρώσει δάνεια της, όπως την μίσθωση που είχε με την Πειραιώς Leasing.

Συγκεκριμένα, η Sato απέκτησε ακίνητο επί της οδού Κηφισίας για να έχει τη νομική κυριότητα. Στη συνέχεια το πούλησε προς την εταιρεία Trastor έναντι 7,4 εκατ. ευρώ τα οποία κατευθύνθηκαν για αποπληρωμή υποχρεώσεων προς την εταιρεία Leasing.
 
Ο «κόκκινος» συναγερμός για την εταιρεία κτύπησε όταν τα  δάνεια και κυρίως οι χρηματοοικονομικοί όροι των ομολογιακών δανείων ύψους 21 εκατ. ευρώ δεν εκπληρώνονταν, ενώ δεν είχαν καταβληθεί ούτε οι δόσεις.