Της Μαριάννας Τζάννε
 
Στα 30 εκατομμύρια ευρώ υπολογίζεται η επιβάρυνση για τη ΔΕΗ εάν δεν εφαρμοστεί η αύξηση κατά 10% στα βιομηχανικά τιμολόγια, που αποτελεί το μεγάλο «αγκάθι» για μήνες μεταξύ των βιομηχάνων και της Επιχείρησης.

Όπως επισήμανε χθες ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας, Στέργιος Πιτσιόρλας, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του υπουργείου, η ΔΕΗ δεν μπορεί να επωμιστεί το βάρος, καθώς η υπόθεση εμπίπτει στις αρχές ανταγωνισμού και κινδυνεύει να κατηγορηθεί για κρατικές ενισχύσεις.

Ο κ. Πιτσιόρλας παραδέχτηκε ότι το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας έχει επηρεαστεί επί το δυσμενέστερο λόγω της εκτίναξης των ρύπων και επισήμανε ότι «όσο ισχύει το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων δεν μπορούμε να στηρίξουμε την ενεργοβόρο βιομηχανία μας» καθώς η ΔΕΗ δεν μπορεί να εξασφαλίσει τα κονδύλια αυτά. 

Το θέμα με τα τιμολόγια ρεύματος στη βιομηχανία σέρνεται από πέρσι, ωστόσο επανήλθε πρόσφατα όταν το διοικητικό συμβούλιο της ΔΕΗ αποφάσισε να προτείνει αύξηση κατά 10%.

Την πρόταση αυτή απορρίπτουν για πολλοστή φορά οι βιομηχανίες υψηλής τάσης, οι οποίες υποστηρίζουν ότι πληρώνουν ήδη αυξημένα τιμολόγια κατά 20% λόγω ενσωμάτωσης ρήτρας CO2.

Προς ώρας πάντως τηρούν στάση αναμονής και αναμένουν την υποβολή της πρότασης και επισήμως από την ΔΕΗ για να τοποθετηθούν.   

Από την πλευρά του, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Γιώργος Σταθάκης, αναφερόμενος χθες στο ενεργειακό κόστος της βιομηχανίας, ανέφερε ότι  εξαρτάται – σήμερα όπως και στο παρελθόν – από μια παράμετρο που λέγεται ΔΕΗ. Εντούτοις, όπως υπογράμμισε ο ίδιος, ο ενεργειακός τομέας αλλάζει και «στο επίκεντρο αυτών των αλλαγών βρίσκεται η αποκρατικοποίηση και η άρση του μονοπωλίου της ΔΕΗ, σε τομείς όπως η λιγνιτική παραγωγή».

Υπάρχει όμως και μια δεύτερη παράμετρος που αλλάζει, όπως σημείωσε ο κ. Σταθάκης, και αυτή αφορά στον τρόπο λειτουργίας της ενεργειακής αγοράς με το Χρηματιστήριο Ενέργειας – το οποίο αναμένεται να λειτουργήσει στο τέλος του έτους. Τόσο παραγωγοί ενέργειας όσο και βιομηχανικοί καταναλωτές θα μπορούν να κάνουν διμερή συμβόλαια.