του Στέλιου Μορφίδη

Στον χώρο της αγοράς αλουμινίου τη χαρακτηρίζουν ως φαινόμενο. Και αυτό διότι η ELVIAL όχι μόνο δεν κλυδωνίστηκε από την κρίση, την ώρα μάλιστα που οι ανταγωνιστές έκλειναν ο ένας μετά τον άλλον, αλλά έχει καταφέρει σχεδόν να διπλασιάσει το μέγεθός της την τελευταία δεκαετία. Ενα κατόρθωμα που επιτεύχθηκε αφενός κερδίζοντας μερίδια στην κατά τα άλλα συρρικνωμένη ελληνική αγορά και αφετέρου κάνοντας ένα τεράστιο άνοιγμα σε ξένες αγορές. Ενα άνοιγμα που στηρίχθηκε όχι μόνο στο παραδοσιακό «αρχιτεκτονικό προφίλ αλουμινίου», αυτό που συνδέεται άμεσα με την οικοδομή, αλλά και στο λεγόμενο «βιομηχανικό προφίλ», αυτό δηλαδή που πωλείται σε άλλες βιομηχανίες για το μεταποιήσουν με τη σειρά τους. Οπως για παράδειγμα οι αυτοκινητοβιομηχανίες. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια η ELVIAL αποτελεί προμηθεύτρια της Fiat, της BMW αλλά και της Schmitz Cargobul, του παγκόσμιου leader κατασκευής ρυμουλκούμενων.

Κάπως έτσι η μακεδονική εταιρεία αλουμινίου που ξεκίνησε το 1990 με 1 εκατ. δραχμές, όσες και οι οικογενειακές οικονομίες του ιδρυτή της Δημήτρη Τζίκα, έφτασε πέρυσι να κάνει περίπου 66 εκατ. ευρώ τζίρο. Το 60% αυτού προήλθε από τις 29 ξένες αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται η εταιρεία και το υπόλοιπο 40% από την ελληνική αγορά. Σημειωτέον ότι προ κρίσης η ελληνική αγορά απέφερε το 75% του τζίρου…

Και το στοίχημα είναι ακόμα μεγαλύτερο αφού η εταιρεία διαρκώς τρέχει επενδυτικά προγράμματα επεκτείνοντας τη ρομποτική και τους αυτοματισμούς στη μονάδα πρότυπο που διατηρεί στον Αγιο Παντελεήμονα του Νομού Κιλκίς. «Φέτος ο τζίρος θα κινηθεί γύρω στα 75 εκατ. ευρώ και αν δεν υπάρξει κάτι δραματικό η πρόβλεψή μας είναι το 2019 να κινηθούμε στα 85 εκατ. ευρώ και σε μία τριετία να φτάσουμε τα 100 εκατ. ευρώ», λέει στο «business stories» ο κ. Τζίκας, ιδρυτής και πρόεδρος της εταιρείας.

«Στόχος μας πάντα είναι να ανοίγουμε νέες αγορές, να κάνουμε προγεφυρώματα, να προσαρμοστούμε και έπειτα να επεκτεινόμαστε σε αυτές», λέει ο κ. Τζίκας. «Θα μεγαλώσουμε και τη θέση μας στην ελληνική αγορά, αλλά αυτό θα γίνει αναλογικά σε σχέση με το εξωτερικό. Δεν θέλουμε μεγάλη εξάρτηση στην ελληνική αγορά που έχει σκαμπανεβάσματα. Δυστυχώς το “μπαμ” που έκανε ο τουρισμός δεν θα αργήσει να ξεφουσκώσει και δεν θέλουμε να φτάσουμε να πούμε “χάσαμε την ελληνική αγορά, χάσαμε και το παιχνίδι”», προσθέτει. Το ίδιο ισορροπημένη επιχειρεί η διοίκηση να είναι και η εξάρτηση από τους πελάτες της. «Δεν θέλουμε κανείς πελάτης μας να φτάσει να αναλογεί πάνω από το 5% του τζίρου μας», σημειώνει ο κ. Τζίκας. Το όραμά του, όπως εξηγεί, είναι η ELVIAL να εξελιχθεί σε έναν «νέο παίκτη στην Ευρώπη […] με την παραγωγή μας να γίνεται 100% στη μονάδα στο Κιλκίς», που διαρκώς επεκτείνεται και στο οποίο σήμερα εργάζονται περίπου 300 άτομα. «Κάτι που θα γίνει σταδιακά και μεθοδευμένα», σύμφωνα με τον κ. Τζίκα.

Η νέα γενιά και οι επενδύσεις

Τίποτε απ’ όλα αυτά όμως δεν ήρθε τυχαία, όπως εξηγεί ο ίδιος. Υπήρξαν όραμα, στρατηγική και σχεδιασμός ήδη από το 2003 για την επέκταση και τον μετασχηματισμό της εταιρείας, η οποία πλέον περνά στη νέα γενιά. Η πρώτη του κόρη, η Ασημίνα, έχει αναλάβει την τελευταία διετία διευθύνουσα σύμβουλος και η δεύτερη, η Τάνια, που μαζί με τον σύζυγο της βρίσκονται την τελευταία πενταετία στη Γερμανία έχοντας την ευθύνη της διείσδυσης και επέκτασης στις αγορές της Κεντρικής Ευρώπης, θα αναλάβει από του χρόνου και πρόεδρος. «Είμαι σχεδόν 70 ετών. Θα έχω περισσότερο συμβουλευτικό ρόλο. Τις αποφάσεις θα τις λαμβάνει η νέα γενιά», εξομολογείται ο ίδιος. «Και οι δύο κόρες εξάλλου προετοιμάστηκαν από μικρές για τον ρόλο που αναλαμβάνουν σήμερα», όπως λέει ο κ. Τζίκας. Με σπουδές στην Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και μεταπτυχιακά στην Αγγλία οι δύο γυναίκες ήταν από την πρώτη στιγμή και ο λόγος που η εταιρεία υλοποιεί αυτό το μακρόπνοο επενδυτικό σχέδιο και γιγαντώνεται. Η εταιρεία τον ερχόμενο Ιούνιο αναμένεται να ολοκληρώσει έναν κύκλο επενδύσεων 15 εκατ. ευρώ και αμέσως μετά θα ανοίξει έναν νέο συνολικού ύψους 35 εκατ. ευρώ με στόχο την επέκταση και αυτοματοποίηση παραγωγής και αποθήκευσης χρησιμοποιώντας τη ρομποτική.

Η πορεία

Η ELVIAL συστάθηκε το 1990 και είναι αποτέλεσμα αυτού που θα έλεγε κανείς «επιστροφή στις ρίζες του κ. Δημήτρη Τζίκα». Ο ίδιος εξιστορεί: «Κατάγομαι από το χωριό Πετρωτό, στα όρια των νομών Θεσσαλονίκης και Κιλκίς. Στη Θεσσαλονίκη έκανα την οικογένειά μου. Ωστόσο επέστρεψα στο χωριό στα τέλη του ’70. Εδώ είχα τον παππού και τη γιαγιά μου και η σύζυγός μου με έπεισε ότι έπρεπε να τους γηροκομήσουμε. Βλέπετε, η μητέρα μου πέθανε πολύ νέα… Εκείνο τον καιρό χτιζόταν στην περιοχή το εργοστάσιο της Αλουμίνιο Μακεδονίας (ALMACO) και ως ηλεκτρολόγος με εξειδίκευση στους αυτοματισμούς ξεκίνησα να εργάζομαι εκεί, το 1979. Μέχρι τότε δεν είχα σχέση με τον χώρο του αλουμινίου. Τα πήγαινα όμως πολύ καλά και έφτασα μόλις 3 χρόνια μετά να με διορίσουν διευθυντή παραγωγής. Αργότερα, το 1988, πήγα στην Doral. Από τις θητείες μου εκεί έμαθα και τα δύο στάδια μεταποίησης του αλουμινίου, τη διέλαση και παραγωγή, αλλά και την κατασκευή. Το 1990 αποφάσισα να κάνω το δικό μου βήμα. Είχε κλείσει μια μικρή μονάδα που γειτνίαζε με το χωριό μου. Ηρθα σε συνεννόηση με την Εθνική Τράπεζα, η οποία ήταν η ιδιοκτήτρια και με 1 εκατ. δραχμές που είχαμε ως οικογενειακές οικονομίες μαζί με δανεικά δημιουργήσαμε την ELVIAL. Εγώ ανέλαβα την παραγωγή και τα των πωλήσεων και η σύζυγός μου τα χρηματοοικονομικά. Οι συνθήκες ήταν πολύ δύσκολες από οικονομικής άποψης.

Το μόνο εφόδιο ήταν η καλή γνώση που είχα αποκτήσει σε όλα τα στάδια μεταποίησης του αλουμινίου. Σιγά-σιγά ξεκινήσαμε να βγάζουμε τα πρώτα προφιλάκια στη μικρή πρέσα. Το δεύτερο και τον τρίτο χρόνο λειτουργίας, όταν η αγορά άρχισε να αναγνωρίζει την προσπάθεια που έκανα -ήμουν πάντα σοβαρός και ειλικρινής με πελάτες- μου έδινε και δουλειά. Ο στόχος στην αρχή ήταν να πουλάμε 50-60 τόνους. Το 1994 όμως κατάφερα να παραγάγω πάνω από 200 τόνους τον μήνα με εκείνο το μικρό μηχανάκι που είχα. Κάτι το εντυπωσιακό. Εκείνη τη χρονιά με 20 άτομα προσωπικό η εταιρεία κατάφερε να κάνει κέρδη 200 εκατ. δραχμών!

Το 1996 έγινε η πρώτη επένδυση για δεύτερη μεταχειρισμένη πρέσα. Τη διετία 1998-1999 έκανα επένδυση σε βαφείο και σε βαφές απομίμησης ξύλου. Το 2002 εγκατέστησα τρίτη μεταχειρισμένη πρέσα και… φρακάραμε. Γεμίσαμε δουλειά».

Η μεγάλη απόφαση

«Επρεπε να επεκταθεί το εργοστάσιο. Δυστυχώς εκεί που ήμασταν, στη Νέα Σάντα Κιλκίς, δεν υπήρχαν διαθέσιμα κτίρια και οικόπεδα. Φτάσαμε στο 2003 και οι κόρες μου που στο μεταξύ άρχισαν να ασχολούνται με την επιχείρηση έθεσαν το θέμα του μακρόπνοου σχεδιασμού. Από τότε ουσιαστικά μπήκαν οι βάσεις γι’ αυτό που είναι σήμερα η ELVIAL. Οραματιστήκαμε το μέλλον της εταιρείας χωρίς περιορισμό, χρηματοοικονομικό και χωροταξικό. Στην αρχή είπα ότι χρειαζόμαστε 100 στρέμματα οικόπεδο και κεφάλαιο 40 εκατ. ευρώ. Σήμερα είμαστε σε 200 στρέμματα οικόπεδο. Παράλληλα έκανα μελέτη για το πώς πρέπει να είναι στημένη η επιχείρηση σε ένα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον. Η κόρη μου Ασημίνα ταυτόχρονα συντάσσει μια μελέτη βιωσιμότητας και απευθυνθήκαμε στις τράπεζες για χρηματοδότηση. Βρήκαμε από την τότε Εμπορική. Το πρώτο κομμάτι της επένδυσης έφτασε τα 16 εκατ. ευρώ. Τον Μάρτιο του 2004 βγάλαμε την πρώτη οικοδομική άδεια για τις νέες εγκαταστάσεις στον Αγιο Παντελεήμονα και ως το τέλος του χρόνου λειτούργησε η πρώτη γραμμή παραγωγής. Εναν χρόνο μετά λειτούργησε ένα υπερσύγχρονο κάθετο βαφείο και το 2006 φτιάξαμε την πρώτη ρομποτική αποθήκη στη χώρα. Εκτοτε δεν σταματήσαμε δευτερόλεπτο.

Αναπτύξαμε εσωτερικά λογισμικά για καλύτερη διαχείριση προϊόντων και παραγγελιών και συνεχίζουμε. Επειτα, το 2009, σε μια κρίσιμη περίοδο που δεν ξέραμε τι να περιμένουμε με την κρίση, εγκαταστήσαμε τη δεύτερη γραμμή παραγωγής. Εκείνη τη χρονιά είχαμε πτώση του κύκλου εργασιών κατά 32%… Βρεθήκαμε κάπου στα 30 εκατ. ευρώ. Βέβαια δεν υπήρξε ούτε μία ζημιογόνος χρήση για μας. Προσπαθούσαμε να ελιχθούμε, να προσαρμοστούμε και να δούμε τι θα κάνουμε.
Ευτυχώς οι υγιείς αγορές ξεπέρασαν την κρίση μέσα σε μία διετία. Η ελληνική δυστυχώς ακόμα είναι κολλημένη.

Με την προσπάθεια διείσδυσης σε νέες αγορές να έχει διαρκώς αποτέλεσμα θέσαμε σε λειτουργία προ τριμήνου και τρίτη μονάδα παραγωγής, ενώ είναι σε εξέλιξη η εγκατάσταση καινούριου, πρότυπου βαφείου, όπου η χημική επεξεργασία γίνεται με τη μέθοδο της προανοδίωσης που λύνει διά παντός το θέμα της χρωματοειδούς διάβρωσης. Με αυτόν τον τρόπο δηλαδή θα ξεπεραστεί το πρόβλημα της διάβρωσης του αλουμινίου που βρίσκεται κοντά στη θάλασσα».

Τα σχέδια όμως δεν σταματούν, όπως εξηγεί ο κ. Τζίκας. Μεταξύ άλλων, σχεδιάζονται δύο νέες ρομποτικές αποθήκες στο εργοστάσιο του Αγίου Παντελεήμονα, ενώ σε λίγο ξεκινά η κατασκευή ρομποτικής αποθήκης, showroom και γραφείων στον Ασπρόπυργο, όπου εδρεύει το υποκατάστημα των Αθηνών. Στόχος, όπως σημειώνει, είναι να δοθεί ανάσα στη λειτουργία του εργοστασίου και η καλύτερη εξυπηρέτηση πελατών στην Κεντρική και Νότια Ελλάδα καθώς και των νησιών, μια και οι ακτοπλοϊκές συνδέσεις από τη Θεσσαλονίκη είναι ανύπαρκτες. «Εχουμε επίσης έτοιμο χώρο και για τέταρτη μονάδα παραγωγής στο εργοστάσιο, κάτι όμως που θα το δούμε αργότερα», μας λέει ο κ. Τζίκας.
Οσο για τα κεφάλαια των επενδύσεων, αυτά όλα προήλθαν και προέρχονται από τραπεζικό δανεισμό «που πληρώνεται στην ώρα του και μέχρι τελευταίας δεκάρας», επισημαίνει ο ίδιος.

Χρονιά-σταθμός για την εταιρεία αναμένεται να είναι το 2023. Τότε θα έχει ολοκληρωθεί το σύνολο των επενδύσεων και του μετασχηματισμού, όπως οραματίστηκε το 2003 ο κ. Τζίκας. «Νομίζω θα περάσουν κάνα δυο χρόνια για να δούμε πώς θα τα αξιοποιήσουμε πλήρως όλα αυτά που κάναμε και έχω την πεποίθηση ότι θα είμαστε μια πολύ δυνατή, ευέλικτη και αρκετά κερδοφόρα επιχείρηση». Μετά, όπως λέει, η νέα πορεία θα χαραχθεί αποκλειστικά από τα παιδιά του…