Στο επίκεντρο των εξελίξεων βρίσκεται η εγχώρια ασφαλιστική αγορά, με την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής και την εισαγωγή της Interlife στο Χρηματιστήριο Αθηνών να συγκεντρώνουν τα βλέμματα λίγες ημέρες πριν τη… δύση του 2020.

Πιο αναλυτικά, τίτλοι τέλους αναμένεται να πέσουν το αργότερο έως τις πρώτες ημέρες του 2021 στο… σήριαλ της πώλησης του ασφαλιστικού βραχίονα της Εθνικής Τράπεζας, με τους Αμερικανούς του CVC να αποκτούν την «πολύφερνη νύφη» που πολλοί διεκδίκησαν, χωρίς, ωστόσο, να προκύψει «γάμος».

Εκείνη που βρέθηκε πιο κοντά στον στόχο ήταν η κοινοπραξία Calamos – Exin, η προσφορά της οποίας, μάλιστα, είχε και τις ευλογίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Η… κόμπλα, ωστόσο, με την απουσία εγγυητικής επιστολής, σε συνδυασμό με την κόντρα, η οποία ξέσπασε μεταξύ των επενδυτών, προκάλεσε ένα ντόμινο εξελίξεων που είχε ως συνέπεια την ακύρωση του deal.

Ειδικότερα, σχεδόν ένα τετράμηνο μετά τη συμφωνία μεταβίβασης της Εθνικής Ασφαλιστικής ξεκίνησε μία δικαστική διαμάχη, με πρωταγωνιστές αφενός, τους John Calamos και John Koudounis και αφετέρου, τον Matt Fairfield. Οι πρώτοι, μάλιστα, ζητούσαν αποζημίωση, ύψους 41 δισ. δολαρίων, απαιτώντας την αφαίρεση από την ιστοσελίδα της Exin, αλλά και από όλες τις άλλες δημόσιες επικοινωνίες της, οποιεσδήποτε αναφορές στους ίδιους που σχετίζονταν με ενέργειες ή δραστηριότητες του Ομίλου.

Έκτοτε ακολούθησαν και άλλοι διαγωνισμοί που, όμως, δεν είχαν τύχη, γεγονός που ανάγκασε την διοίκηση της ΕΤΕ να ζητήσει παράταση από την Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν με αντάλλαγμα την αύξηση του ελάχιστου ποσοστού πώλησης – από 75% σε 80%.

Η διαφαινόμενη συμφωνία με το CVC και το τίμημα που εκείνη φέρεται να δίνει – περίπου 450 εκατ. ευρώ – έχουν προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις, τόσο από τον Σύλλογο των εργαζομένων στην εταιρία, όσο και από τη μείζονα αντιπολίτευση, οι οποίοι ζητούν την ενεργοποίηση του plan B, ήτοι την εισαγωγή ποσοστού των μετοχών της στο χρηματιστήριο (ΙΡΟ) το α’ τρίμηνο του 2021.

Παράγοντες της ασφαλιστικής αγοράς, πάντως, αναμένουν με ενδιαφέρον τις εξελίξεις, δεδομένου ότι το fund έχει ήδη κερδίσει σημαντικό μερίδιο στο κομμάτι της υγείας, αποκτώντας μερικά από τα πλέον σημαντικά ιδιωτικά νοσοκομεία στην Αθήνα, όπως το Iaso General (κατόπιν Metropolitan General) και το Υγεία – συμπεριλαμβανομένων των μαιευτικών κλινικών Λητώ και Μητέρα.

Στο ΧΑΑ η Interlife

Την ίδια στιγμή, το «κατώφλι» του Χρηματιστηρίου Αθηνών ετοιμάζεται να περάσει η Interlife, αποτελώντας την δεύτερη – μετά την Ευρωπαϊκή Πίστη – ασφαλιστική εταιρία που θα δει τις μετοχές της να διαπραγματεύονται στην Κύρια Αγορά.

Μπορεί η υγειονομική κρίση να ανέτρεψε τα αρχικά σχέδια που προέβλεπαν εισαγωγή το α’ τρίμηνο του 2020, ωστόσο, δεν ανέστειλε τις σχετικές αποφάσεις, με την εταιρία να εστιάζει στην διευκόλυνση θεσμικών επενδυτών. «Οι λόγοι για τους οποίους μετά το Χ.Α. Κύπρου αποφασίσαμε να μπούμε και στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά είναι, κατ’ αρχήν, γιατί είμαστε ελληνική εταιρεία και γιατί τα μεγέθη μας το επιτρέπουν – βρισκόμαστε ήδη στην 1η δεκάδα των ασφαλιστικών εταιριών. Ικανοποιούμε, εξάλλου, αιτήματα θεσμικών επενδυτών που επιθυμούν να επενδύσουν στην εταιρία μας και δημιουργούμε το πλαίσιο των δυνατοτήτων για ευρύτερες εταιρικές επιλογές. Σημειώνεται, τέλος, ότι η Interlife δεν ενδιαφέρεται για άντληση κεφαλαίων από το ΧΑΑ, δεδομένου ότι έχει επάρκεια Ιδίων Κεφαλαίων. Κατά συνέπεια, δεν θα προβούμε σε Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου», ανέφερε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Interlife, κ. Γιάννης Βοτσαρίδης, σε συνέντευξή του στις αρχές του τρέχοντος έτους.

Με μότο «Πάνω απ’ όλα ο άνθρωπος» η βορειοελλαδίτικη εταιρία κατάφερε από το πρώτο έτος της λειτουργίας της – το 1991 – να είναι κερδοφόρος, ενώ σύμφωνα με το Επιχειρηματικό Σχέδιο για τα έτη 2017 – 2021 έχει ως στόχο:

  • Να κατέχει ισχυρή θέση στην ελληνική ασφαλιστική αγορά.
  • Να επεκτείνει το υπάρχον δίκτυο μεσιτών, πρακτόρων και ασφαλιστικών συμβούλων.
  • Να δραστηριοποιηθεί σε νέα ασφαλιστικά προϊόντα που θα ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες των καταναλωτών.
  • Να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα και να βελτιώσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει.
  • Να διανέμει κάθε έτος υψηλό μέρισμα στους μετόχους, ενισχύοντας, παράλληλα, τα ίδια κεφάλαια.
  • Να εμπνέει υψηλό αίσθημα ασφάλειας και ικανοποίησης στους επενδυτές της.

Το 2019 έκλεισε για την εταιρεία με αύξηση κερδών κατά 145,95% (25,24 εκατ. ευρώ έναντι 10,29 εκατ. ευρώ το 2018).

Διαβάστε περισσότερα

2020: Μια χρoνιά που οι επενδυτές θα θέλουν να θυμούνται μόνο για το τελευταίο δίμηνο

Brexit: Πώς θα επηρεάσει την καθημερινότητά μας – Δέκα συν μια ερωτήσεις και απαντήσεις

ΗΠΑ: Αυτός ο δισεκατομμυριούχος προειδοποιεί ότι οι οικονομικές ανισότητες θα οδηγήσουν σε σύγκρουση