Όλο και μεγαλύτερα tickets σε επίπεδο επιχειρηματικών εξαγορών και συγχωνεύσεων προσελκύει η ελληνική αγορά, με την περυσινή χρονιά να σημειώνει ρεκόρ σε επίπεδο εξαγορών και συγχωνεύσεων (M&A) προσεγγίζοντας τα 12,5 δισ. ευρώ, με τα συνολικά κεφάλαια που συγκέντρωσαν οι ελληνικές επιχειρήσεις να ανέρχονται στα 20,7 εκατ. ευρώ. Το μέγεθος αυτό εκτιμάται ότι θα είναι μεγαλύτερο το 2025 καθώς υπάρχουν ήδη ορατές συναλλαγές που αναμένεται να ξεπεράσουν τα 7,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 1,4 δισ. αφορούν ιδιωτικοποιήσεις. Το πλέον σημαντικό όμως είναι πως το ενδιαφέρον των ξένων και εγχώριων επενδυτών για εξαγορές, συγχωνεύσεις και επενδύσεις διατηρείται αμείωτο.

Αυτά αποτυπώθηκαν στην ετήσια μελέτη της PwC «Εξαγορές και Συγχωνεύσεις στην Ελλάδα το 2024» και, όπως ανέφεραν ο Θανάσης Πανόπουλος, Head of Deals, και ο Γιώργος Μακρυπίδης, Deals Partner, Head of Μ&Α, κατά την παρουσίασή της, η δυναμική του «ελατηρίου» δεν έχει εξαντληθεί στην Ελλάδα. Όπερ μεθερμηνευόμενον, η ροή κεφαλαίων προς την Ελλάδα θα συνεχιστεί, τα πολλαπλασιαστικά οφέλη των επενδύσεων που έχουν μέχρι σήμερα υλοποιηθεί θα γίνονται εμφανέστερα και τα M&A’s θα αυξάνονται όσο η ελληνική οικονομία συνεχίζει να ανακτά τη δυναμική της και να κινείται σε ένα περιβάλλον (πολιτικής και μη) σταθερότητας. Παράλληλα αποτυπώνεται η χάραξη και υλοποίηση νέων επενδυτικών πλάνων στις εξαγορασθείσες εταιρείες από τους καινούργιους ιδιοκτήτες, την αναβάθμιση εξοπλισμών και γραμμών παραγωγής, τη βελτίωση διαδικασιών και γενικά τη διάθεση για δημιουργία υπεραξίας μέσω σημαντικών επενδύσεων.

Τα στελέχη της PwC υπογράμμισαν πως το επενδυτικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα αυξάνεται διαρκώς σημειώνοντας πως «κάθε εβδομάδα βλέπουμε και άλλον επενδυτή. Πλέον νέοι επενδυτές βάζουν την Ελλάδα στο ραντάρ μετά την ανάκτηση της επενδυτική βαθμίδας και από την Moody’s. Δεν είχαμε τέτοιους επενδυτές πριν. Ανάμεσά τους και τα πιο συντηρητικούς αλλά περισσότερο ποιοτικούς επενδυτές». Υπογραμμίζουν πως πλέον έχει δημιουργηθεί ένα περιβάλλον διαφορετικό από το παρελθόν, περισσότερο διεθνοποιημένο με σοβαρούς επενδυτές να έρχονται στη χώρα. Ένα περιβάλλον που σταθεροποιείται και θα οδηγήσει σε πολλά καινούργια ρεκόρ και καινούργιες συναλλαγές. «Δεν έρχεται κάποιος στην Ελλάδα να ψωνίσει πιο φθηνά. Έρχονται γιατί οι επενδυτές βλέπουν ότι η χώρα πληροί τα fundaments και μπορούμε να τρέξουμε πιο γρήγορα από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές. Θεωρούν επίσης ότι θα πετύχουν τις αποδόσεις που επιθυμούν με μεγαλύτερη σιγουριά». Την ίδια ώρα, υπάρχουν και σοβαρά επενδυτικά κεφάλαια ελληνικά, δημιουργείται ένα οικοσύστημα Ελλήνων που τους εμπιστεύονται και θεσμικά κεφάλαια και ιδιώτες.

Η δυναμική αυτή, όμως, μπορεί να διατηρηθεί σε ένα περιβάλλον υψηλής μεταβλητότητας και εμπορικών εντάσεων; Η απάντηση των στελεχών της PwC είναι πως στην παρούσα φάση ουδείς μπορεί να προβλέψει τις ακριβείς συνέπειες του εμπορικού πολέμου, η ελληνική οικονομία θα επηρεαστεί αλλά όχι στο βαθμό άλλων οικονομικών, ωστόσο και σε αυτό το περιβάλλον μπορούν να υπάρξουν επενδυτικές ευκαιρίες καθώς οι επιχειρήσεις και τα επενδυτικά κεφάλαια θα αναζητήσουν εναλλακτικές δεδομένου ότι η ρευστότητα στις αγορές παραμένει υψηλή. «Κακό πράγμα οι εμπορικοί πόλεμοι. Αν και κανείς δεν μπορεί να ξέρει τις επιπτώσεις ακριβώς τώρα αυτή τη στιγμή, εντούτοις και οι εταιρείες σε επίπεδο M&A’s θα πρέπει να δουν πως χειρίζονται τα κεφάλαιά τους. Πάντως, κάπου πρέπει να διοχετευθεί η ρευστότητα που υπάρχει. Ωστόσο, το ενδιαφέρον είναι οι ευκαιρίες που δημιουργούνται σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Ποιες είναι οι εναλλακτικές και πως μπορούν να περιορίσουν το θέμα. Μπορούμε με τις σωστές κινήσεις να το εκμεταλλευθούμε ως χώρα»

Όσο για το κατά πόσο η ελληνική οικονομία μπορεί να εμφανίσει σημαντική ανάπτυξη και μετά το Ταμείο Ανάκαμψης (RRF), στα στελέχη της PwC τονίζουν πως υπάρχουν κεφάλαια και από άλλες πηγές όπως το ΕΣΠΑ και άλλα προγράμματα που θα συνεχίσουν. Σε κάθε περίπτωση, το στοίχημα είναι να συνεχίσει να αναπτύσσεται η ελληνική οικονομία με τους υψηλούς ρυθμούς και να διατηρήσει τη δυναμική της κάτι που είναι εφικτό καθώς υπάρχει μεγάλη δύναμη πυρός στην αγορά που δεν χρειάζεται τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. «Εάν είναι ελκυστικά τα ελληνικά assets δεν θα έχουν πρόβλημα. Οι επενδύσεις που κάνουν σήμερα οι επενδυτές είναι για μετά το RRF. Αυτό σημαίνει ότι βλέπουν κάτι ενδιαφέρον και την επόμενη μέρα. Με το ενδιαφέρον που υπάρχει διεθνώς, και τα κεφάλαια μπορεί να το αντικαταστήσουν. Συγκριτικά και το βαθμό αβεβαιότητας που υπάρχει σήμερα διεθνώς η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει πλεονέκτημα. Φαντάζει πιο ασφαλής προορισμός».

Οι κλάδοι πρωταγωνιστές

Οι κλάδοι πρωταγωνιστές για το 2025, σύμφωνα με τη PwC, στην Ελλάδα για εξαγορές και συγχωνεύσεις αναμένεται να είναι η τεχνολογία, η ενεργειακή μετάβαση (ΑΠΕ, μπαταρίες, αποθήκευση κ.α.), τα τρόφιμα και οι φαρμακευτικές.

Η κινητικότητα αναμένεται να συνεχιστεί και στην ιδιωτική εκπαίδευση. Ήδη ο νόμος 5094/2024 για την ίδρυση μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα συνέβαλε σε μία αυξημένη κινητικότητα επενδύσεων στη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το 2024 ολοκληρώθηκαν 4 συναλλαγές Ε&Σ στην Εκπαίδευση (Σχολή Μωραΐτη, The International School of Athens, Εκπαιδευτήρια «Ο Πλάτων», Εκπαιδευτήρια Δούκα), ενώ πρόσφατα ανακοινώθηκε ένα ακόμη deal για την πώληση της Ελληνογερμανικής Αγωγής στον όμιλο ISP που είναι ένας από τους μεγαλύτερους στην ιδιωτική εκπαίδευση διεθνώς με 106 ιδιωτικά σχολεία σε 26 χώρες.

Εξίσου ενδιαφέρουσα χρονιά αναμένεται και για τη ναυτιλία. Η αύξηση των κανονιστικών απαιτήσεων και η ζήτηση για ομοειδείς στόλους φέρνουν κύμα συναλλαγών ναυτιλιακών εταιρειών και όχι μόνο αγοράς πλοίων, όπως συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια. Η PwC εκτιμά πως η ισχνή επενδυτική κινητικότητα των τελευταίων ετών στον κλάδο, φαίνεται να ανακάμπτει δυναμικά. Συγκεκριμένα, το 2024 έγιναν τέσσερις συναλλαγές στον κλάδο της ναυτιλίας που ξεπέρασαν σε αξία το €1 δισ., τοποθετώντας τον κλάδο στους πέντε κορυφαίους ως προς τη συνολική αξία συναλλαγών Ε&Σ. Εντός του έτους αναμένεται η εξαγορά της πλοιοκτήτριας εταιρείας Altera Shuttle Tankers (AST) από την Maistros Shiptrade Ltd, συνδεδεμένη με τον ελληνικό όμιλο Angelicoussis, έναντι τιμήματος περίπου 627 εκατ.ευρώ.

Όπως αναφέρθηκε, το 2025 οι συναλλαγές για εξαγορές και συγχωνεύσεις στην Ελλάδα αναμένεται να ξεπεράσουν τα επίπεδα του 2024, ως αποτέλεσμα των ήδη συμφωνηθεισών συναλλαγών ή συναλλαγών που βρίσκονται σε τελικό στάδιο. Παράλληλα, σύμφωνα με εκτιμήσεις, οι πωλήσεις των ΜΕΔ θα ξεπεράσουν τα €12 δισ. λογιστικής αξίας, καθώς εκκρεμεί η ολοκλήρωση συμφωνηθεισών συναλλαγών.

Σημαντικό μέρος των συναλλαγών θα αφορά ξανά τις ιδιωτικοποιήσεις. Αναμένεται λ.χ. η ολοκλήρωση της συναλλαγής για την Εγνατία Οδό, για την οποία ΓΕΚ Τέρνα και Egis Projects είναι οι προτιμητέοι επενδυτές για περίοδο 35 ετών. Η δεσμευτική προσφορά για την παραχώρηση ανέρχεται σε €1,35 δισ., με την ολοκλήρωση της συναλλαγής να προσδιορίζεται για το β΄ τρίμηνο του 2025.

Διαβάστε ακόμη

Η UBS υποβαθμίζει τις αμερικανικές μετοχές και μειώνει την τιμή στόχο για τον S&P 500 λόγω δασμών (γράφημα)

Γκεοργκίεβα (ΔΝΤ): «Σημαντικός κίνδυνος» για την παγκόσμια οικονομία οι νέοι δασμοί ΗΠΑ

Motor Oil: Εγκαινιάζει την εποχή του πράσινου υδρογόνου στην Ελλάδα

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα