Η ελληνική αυτοκινητοβιομηχανία και το δίκτυο κατασκευαστών και προμηθευτών που είχε δημιουργήσει έπαψαν προ πολλού να υπάρχουν. Ωστόσο στον Ελαιώνα, μια περιοχή που φαντάζει να έχει μείνει κολλημένη σε παλαιότερες δεκαετίες, μια εταιρεία όχι μόνο συνεχίζει ακάθεκτη την παραγωγή, αλλά σήμερα εμφανίζεται να είναι από τις πλέον υποσχόμενες στην παγκόσμια αγορά.

Πρόκειται για την Grantex της οικογένειας Πασχαλίδη, που παράγει κάθε είδους φρένα για βαρέος τύπου οχήματα και η οποία στα χρόνια της εγχώριας κρίσης έχει καταφέρει να κάνει άλματα προόδου, εκσυγχρονίζοντας τον εξοπλισμό της, κλείνοντας σημαντικά συμβόλαια με διάσημες εταιρείες του κλάδου, για λογαριασμό των οποίων πλέον παράγει προϊόντα, και επεκτείνοντας στο εξωτερικό το δίκτυο πωλήσεων της ίδιας της Grantex, τα οποία πλέον καλύπτουν 70 χώρες!

«Πλέον αρκούν μόνο 15 ημέρες για να καλύψουμε την εγχώρια ζήτηση. Οι υπόλοιποι 10,5 μήνες τον χρόνο, αν εξαιρέσουμε χοντρικά τον έναν μήνα που σταματά η παραγωγή καλοκαίρι και γιορτές, είναι για να καλύψουμε τις εξαγωγές μας», λέει στο «business stories» ο κ. Θεόδωρος Πασχαλίδης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας. Μαζί με την αδελφή του Μαρία, η οποία έχει τον ρόλο της αντιπροέδρου και υπεύθυνης Μάρκετινγκ, αποτελούν σήμερα τη δεύτερη γενιά της οικογένειας πίσω απ’ την Grantex.

«Σχεδόν έχουμε φτάσει στα όρια της παραγωγικής μας δυνατότητας. Και επειδή βλέπουμε ότι υπάρχουν ακόμα μεγαλύτερες δυνατότητες και κερδίζουμε διαρκώς έδαφος στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, ετοιμάζουμε παράλληλα ένα νέο επενδυτικό πλάνο για να επεκταθούμε τόσο κτιριακά όσο και μηχανολογικά, τοποθετώντας μια ρομποτική γραμμή παραγωγής», λέει ο κ. Πασχαλίδης.

Σήμερα παράγονται ετησίως περί τα 300.000 σετ φρένων στο εργοστάσιο του Ελαιώνα. Αλλα με την ετικέτα Grantex και άλλα με την ετικέτα μεγάλων και παγκόσμιων εταιρειών-πελατών. Το 80% αυτών περίπου εξάγεται από τις σκανδιναβικές χώρες μέχρι τη Νιγηρία και από τις αραβικές χώρες και το Ιράν έως την Κίνα, την Κορέα, τις ΗΠΑ και τη Χιλή. Οι μεγαλύτερες εξ αυτών για την Grantex, όπως λένε τα δύο αδέλφια, είναι η Γαλλία, η Αλγερία, το Ιράκ, το Καζακστάν και η Ουκρανία.

Ολα διακινούνται είτε μέσω του δικτύου πωλήσεων της Grantex. το οποίο συνεχίζει να αναπτύσσεται, είτε μέσω των κατά τόπους θυγατρικών των μεγάλων πελατών τους, είτε και απευθείας από το εργοστάσιο στους πελάτες των πελατών τους. «Τέτοια είναι η εμπιστοσύνη που μας έχουν, που στέλνουμε κατευθείαν στον πελάτη τους τα προϊόντα», λέει ο κ. Πασχαλίδης.

Η εμπιστοσύνη και η καλή εμπορική σχέση είναι για τον ίδιο το κύριο χαρακτηριστικό μιας πολιτικής που άφησε παρακαταθήκη ο πατέρας τους, ιδρυτής της εταιρείας.
«Δεν μας ενδιαφέρει το γρήγορο κέρδος, αλλά να αναπτύσσουμε σχέσεις ζωής. Αρκεί να σας πω ότι έχουμε εταιρείες πελάτες που φτάνουν πίσω μέχρι και τρεις γενιές», λέει ο κ. Πασχαλίδης για να συμπληρώσει η Μαρία Πασχαλίδου: «Υπάρχουν εταιρείες που από τον παππού έχουν περάσει πλέον στα χέρια των εγγονών και η εμπορική μας σχέση συνεχίζεται».

Οπως εξηγούν και οι δύο, αυτή η προσέγγιση, μαζί με τα ποιοτικά προϊόντα αλλά και το «made in Greece» είναι που έχουν δώσει και το αβαντάζ τα τελευταία χρόνια έναντι των πολλών ανταγωνιστών που έχουν ως βάση, κυρίως, την Τουρκία. «Μπορεί σήμερα να είμαστε λίγο παραπάνω premium σε σχέση με τα κινέζικα ή τα τουρκικά προϊόντα, αυτοί όμως που επέλεξαν απλώς να στήνουν βάσεις στις φθηνότερες χώρες και να κάνουν μια πολιτική που έχει αποκλειστικό γνώμονα να κερδίζεις το κάτι παραπάνω, τελικά χάνουν. Υπάρχει μια στροφή από αυτές τις χώρες και το γεγονός ότι επιλέξαμε να μείνουμε στην Ελλάδα, να επενδύσουμε εδώ σε μια ευαίσθητη περίοδο, το 2008, προτάσσοντας το “made in Greece”, μας δικαιώνει. Ο κόσμος, ειδικά στον χώρο των φρένων, πλέον απομακρύνεται από την επιλογή του κινέζικου», σημειώνει ο κ. Πασχαλίδης. Και φυσικά απαιτείται αναγνωρισιμότητα στη διεθνή αγορά, κάτι που ήρθε μέσα και από την κουλτούρα της εξωστρέφειας της εταιρείας ήδη από τις προηγούμενες δεκαετίες: «Η πρώτη διεθνής έκθεση στην οποία συμμετείχαμε, ως η πρώτη μάλιστα εταιρεία τότε, ήταν το 1981 στην Automechanika στη Γερμανία. Eκτοτε δεν έχουμε σταματήσει να συμμετέχουμε σε διεθνείς εκθέσεις, αναπτύσσοντας τις γνωριμίες που κάνουμε».

«Μόλις το ξημέρωμα επιστρέψαμε από το Βέλγιο, όπου πραγματοποιήθηκε η έκθεση Busworld Europe», λέει η κυρία Πασχαλίδου. «Αναπτύξαμε ένα νέο προϊόν, κλείνοντας μάλιστα μία σημαντική συμφωνία στο Ισραήλ γι’ αυτό. Οπότε θέλουμε να το προωθήσουμε και η έκθεση του Βελγίου είναι η πλέον κατάλληλη, καθώς η χώρα έχει μακρά παράδοση στην κατασκευή τέτοιων οχημάτων», συμπληρώνει ο κ. Πασχαλίδης.

Οπως λένε, κάθε χρόνο μπορεί να συμμετέχουν και σε πέντε -τις σημαντικότερες- εκθέσεις του κλάδου.
Κάπως έτσι η εταιρεία στα δύσκολα χρόνια της ελληνικής οικονομίας έχει καταφέρει να υπερδιπλασιάσει τα οικονομικά της μεγέθη και κάθε χρόνο να ακολουθεί αναπτυξιακή τροχιά. Για φέτος η διοίκηση περιμένει ο κύκλος εργασιών της να φτάσει τα 13,5 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 10,5 εκατ. από τις εξαγωγές. Το EBITDA, που το 2018 ήταν 1,13 εκατ., θα φτάσει τα 1,15 εκατ. και τα καθαρά κέρδη από 760.000 στα 900.000 ευρώ. Οι επενδύσεις το 2018 ήταν 460.000 ευρώ, φέτος θα είναι περίπου 400.000 ευρώ, ενώ για του χρόνου που δρομολογείται η επέκταση της παραγωγικής δομής της εταιρείας, η πρόβλεψη είναι για 1,2 εκατ. ευρώ. Αυτό, όμως, που μπορεί να απογειώσει την εταιρεία είναι μια συμφωνία με γνωστή κατασκευάστρια εταιρεία του κλάδου που θα μπορούσε να καταστήσει την Grantex άμεσο προμηθευτή μίας leader αυτοκινητοβιομηχανίας. Αυτό βέβαια μπορεί να μην είναι μακριά, όπως λένε τα δύο αδέλφια: «Είμαστε κοντά στο να συνεργαστούμε με μια ηγέτιδα εταιρεία στον χώρο της αυτοκίνησης και των βαρέων οχημάτων. Περνάμε μια χρονοβόρα φάση αξιολόγησης. Ωστόσο είμαστε αισιόδοξοι γιατί καταφέραμε να πετύχουμε στα απαιτητικά τεστ που μας έβαλαν».

«Είναι μέρος των στόχων που έχουμε βάλει και του στρατηγικού σχεδίου που έχουμε καταστρώσει. Αυτό, όπως καταλαβαίνετε, θα μας ανοίξει πολλές πόρτες. Και αυτό που σίγουρα θέλουμε είναι να εισέλθουμε με έναν δυναμικό τρόπο στη γερμανική αγορά, που παραμένει το κέντρο αποφάσεων του κλάδου μας. Παράλληλα δίνουμε έμφαση στις νέες υποδομές και τον μηχανολογικό εξοπλισμό για περαιτέρω επέκταση της παραγωγικής μας δυναμικότητας αλλά και της μείωσης του λειτουργικού κόστους που θα μας καταστήσει ακόμα πιο ανταγωνιστικούς διεθνώς, κάτι που με τη σειρά του θα μας βοηθήσει στα σχέδιά μας για ακόμα μεγαλύτερη επέκταση σε χώρες της Ασίας, όπως στην Κίνα, όπου πλέον δίνουμε μεγάλη σημασία, αλλά και της Αφρικής», λέει ο κ. Πασχαλίδης. Μεταξύ των στόχων μάλιστα για την επόμενη πενταετία είναι και η είσοδος σε μια νέα αγορά για τους ίδιους, αυτή των ημιφορτηγών και των αγροτικών. «Θέλουμε να κάνουμε μία γκάμα προϊόντων πάνω σε αυτό και να ξεφύγουμε αποκλειστικά απ’ τα βαρέα οχήματα», αναφέρει ο ίδιος.

Οι εργαζόμενοι

Τα τελευταία δέκα χρόνια παράλληλα με τα μεγέθη της εταιρείας αυξήθηκαν και οι εργαζόμενοι, που ήδη έχουν φτάσει σε σύνολο τους 130. «Εχουμε μια πολύ καλή ομάδα ανθρώπων. Καταρχάς ένα δυνατό τμήμα εξαγωγών που δουλεύουν με πάθος γι’ αυτό που κάνουν και φέρνουν αποτελέσματα στην εταιρεία. Μια ισχυρή τεχνική ομάδα, διαρκώς ενημερωμένη για τις εξελίξεις και τα νέα προϊόντα. Επίσης πολύ ικανούς ανθρώπους στην οικονομική διαχείριση. Γενικά έχουμε καλό κόσμο και αυτό μας έχει βοηθήσει πολύ», επισημαίνει ο κ. Πασχαλίδης.

Αναμνήσεις και επιβράβευση

Και τα δύο αδέλφια ήταν από μικρά μέσα στην εταιρεία. «Η πρώτη μου ανάμνηση είναι να κάθομαι σε έναν πάγκο και να δένω σκοινάκια για να μάθω πώς πακετάρονται τα προϊόντα», λέει ο Θεόδωρος. «Εγώ πάλι να γράφω τιμολόγια στο χέρι, να κάνω λάθη, να τα μουτζουρώνω», θυμάται από την πλευρά της η Μαρία. Απών από την κουβέντα μας ο Γιώργος, ο τρίτος αδελφός που έφυγε από τη ζωή άδικα και απρόσμενα λίγους μήνες πριν.
«Ο πατέρας μας είχε φροντίσει να μας μεταδώσει το μεράκι γι’ αυτή τη δουλειά και μάλιστα να μοιράσει και ρόλους», λένε. Ο Θεόδωρος Πασχαλίδης σπούδασε μηχανολόγος μηχανικός στο Πανεπιστήμιο του Κόβεντρι και εντάχθηκε στην επιχείρηση το 1997. Πέντε χρόνια μετά, σε ηλικία 27 ετών, και μαζί με τα αδέλφια του θα κληθούν να αναλάβουν την οικογενειακή επιχείρηση μετά τον θάνατο του πατέρα τους. Πρώτη κίνηση, όπως μου λένε, είναι να κάνουν πιο αισθητή την παρουσία τους στις διεθνείς εκθέσεις.

«Μέχρι τότε ο πατέρας μας τηρούσε μια λογική να μην ανοιγόμαστε πολύ, οπότε και τα περίπτερά μας ήταν μικρά. Αποφασίσαμε ότι πρέπει κάτι παραπάνω να δείξουμε. Και αυτό μας δικαίωσε», λέει η Μαρία Πασχαλίδη. «Γι’ αυτό ακόμα και τώρα δίνουμε μεγάλη έμφαση σε κάθε λεπτομέρεια». Η ίδια σπούδασε Marketing και Διαχείριση Ανθρώπινων Πόρων που τη βοήθησε να συνεισφέρει στη μετατροπή της Grantex σήμερα σε δυναμική βιομηχανία κατασκευής υλικών τριβής για οχήματα βαρέως τύπου.

Και όλη αυτή η προσπάθεια αναγνωρίστηκε στο πρόσωπο του αδελφού της όταν το 2013 έλαβε την τιμητική διάκριση του Διεθνώς Αναπτυσσόμενου Επιχειρηματία στον διαγωνισμό «Entrepreneur Of The Year» της Ernst & Young για το 2013 στην Ελλάδα.

Η ιστορία

Η Grantex ιδρύθηκε το 1958 από τον πατέρα και τον θείο του Θεόδωρου και της Μαρίας, δύο μηχανικούς αυτοκινήτων, με προσφυγική καταγωγή από την Καππαδοκία. Τα δύο αδέλφια εξιστορούν:
«Ξεκίνησαν κάνοντας δοκιμές για να φτιάξουν εξαρτήματα για το υδραυλικό σύστημα φρένων. Πειραματιζόντουσαν τότε σε μία εποχή που γενικώς δεν υπήρχαν ανταλλακτικά. Ετσι άρχισαν να φτιάχνουν τα ελαστικά μέρη. Μάλιστα οι πρώτες δοκιμές έγιναν στον φούρνο του σπιτιού τους. Κάπως έτσι ξεκίνησε ένα εγχείρημα που περίπου δέκα χρόνια μετά θα εξελιχθεί σε εταιρεία κατασκευής φρένων για μικρά οχήματα. Στο μεταξύ, σχεδόν αμέσως τα δύο αδέλφια θα απευθυνθούν και σε γειτονικές αγορές, και κυρίως της Τουρκίας, καθώς γνώριζαν τη γλώσσα. Αρχές του ’70 θα βρουν συνταγές μεγάλων ξένων εταιρειών και θα φέρουν ανθρώπους με πείρα από το εξωτερικό για να αρχίσουν να αναπτύσσουν νέα προϊόντα φρένων βλέποντας πως τα υδραυλικά συστήματα θα αντικατασταθούν με προϊόντα τριβής.

Εφτιαξαν δίκτυο στην Ελλάδα και αφού έκαναν μια σημαντική επένδυση, μεταφέροντας το ‘72 την παραγωγή εδώ στον Ελαιώνα και αγοράζοντας περισσότερα μηχανήματα, επιχείρησαν μία πιο συγκροτημένη προσπάθεια στο εξωτερικό. Γιουγκοσλαβία και Τουρκία θα είναι οι βασικές αγορές του εξωτερικού. Ειδικά η πρώτη, η οποία είχε πολλά κρατικά τότε εργοστάσια αυτοκινήτου. Σταδιακά και μέχρι το ’90 περίπου θα επεκταθούμε στη Μ. Ανατολή. Εκείνη την εποχή θα αρχίσουμε τα αδέλφια να μπαίνουμε διαδοχικά στην οικογενειακή επιχείρηση. Προς τα τέλη της δεκαετίας, όταν πλέον θα έχουν ανοίξει τα κράτη του πρώην ανατολικού μπλοκ, θα ξεκινήσουμε και στις χώρες της Βαλτικής που θεωρούνταν πύλη για τη ρωσική αγορά.

Το 2000 θα προβούμε στην πρώτη φάση εκσυγχρονισμού του εργοστασίου σταματώντας πλέον να παράγουμε φρένα με αμίαντο, όπως μέχρι τότε συνηθιζόταν, και με αυτόν τον τρόπο να μπούμε πιο συστηματικά στις αγορές της Κεντρικής Ευρώπης. Μάλιστα είχαμε φέρει και Γάλλο σύμβουλο ώστε να τελειοποιήσουμε τις συνταγές μας και έτσι ξεκινάμε εξαγωγές σε Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Αγγλία. Οπότε το 2006 αποφασίζουμε τη δεύτερη φάση του εκσυγχρονισμού με προϋπολογισμό στα 3 εκατ. ευρώ. Ηταν μια περίοδος όπου όλες οι επιχειρήσεις έφευγαν για να παράγουν φασόν στην Κίνα. Αποφασίσαμε να ενισχύσουμε τη βάση μας στην Αθήνα και πήραμε ό,τι πιο σύγχρονο μηχάνημα υπήρχε στην αγορά. Το 2008 θα ολοκληρωθεί η επένδυση και έναν χρόνο μετά θα κάνουμε συμφωνία με έναν πολύ μεγάλο παίκτη της αγοράς να του παράγουμε εδώ προϊόντα με το δικό του σήμα και την ένδειξη “made in Greece”. Μας είπαν στην αρχή για μία παραγγελία 10.000 σετ φρένων τον χρόνο και σχεδόν αμέσως έγινε 10.000 τον μήνα! Και αυτό ήταν η μεγάλη απόδειξη ότι καταφέραμε να κάνουμε διεθνώς ένα καλό όνομα».