Στον αέρα και πάλι η πώληση των εργοστασίων στη Σερβία παρά τη δεσμευτική προσφορά τοπικής εταιρείας που υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ – Ερωτήματα για την εμπλοκή και του τρίτου διαγωνισμού

Του Αλέξανδρου Κασιμάτη

Σε διελκυστίνδα που υπερβαίνει κάθε λογική εξελίσσεται ο διαγωνισμός για την πώληση των δύο εργοστασίων της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης (ΕΒΖ) στη Σερβία. Η τρίτη κατά σειρά προσπάθεια πώλησης των εργοστασίων έχει αμφίβολο αποτέλεσμα παρά το γεγονός ότι η ΕΒΖ έχει στα χέρια της δεσμευτική προσφορά που υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ.

Την προσφορά υπέβαλε η ΜΚ Group, από τους μεγαλύτερους επιχειρηματικούς ομίλους της Σερβίας, ενώ ο επικεφαλής του ομίλου Μίοντραγκ Κόστιτς συνομίλησε και πιθανόν συναντήθηκε με τη διοίκηση της ΕΒΖ χωρίς και πάλι να υπάρξει κάποιο αποτέλεσμα. Η πώληση των δύο εργοστασίων ήταν μέρος του ευρύτερου σχεδίου για την εξυγίανση και διάσωση των μονάδων της ΕΒΖ στην Ελλάδα. Η βιομηχανία είναι στο χείλος της οικονομικής καταστροφής, καθώς το σύνολο των υποχρεώσεών της ανέρχεται σε 227,8 εκατ. ευρώ, οι συσσωρευμένες ζημίες σε 225,9 εκατ. και τα ίδια κεφάλαια είναι αρνητικά κατά 81,2 εκατ. ευρώ. Η ΕΒΖ για να αντεπεξέλθει οικονομικά φέρεται να επιδιώκει νέο δανεισμό, με τις τράπεζες όμως να μην μπορούν να τη χρηματοδοτήσουν λόγω της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει. Η σερβική ΜΚ Group, η οποία κατέθεσε στον διεθνή διαγωνισμό προσφορά που υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ, μετά τις επαφές που είχε με τη διοίκηση της ΕΒΖ απέστειλε επιστολή και στο ΤΧΣ, ενώ ενημέρωσε σχετικά με το αδιέξοδο και τη διοίκηση της Τράπεζας Πειραιώς, η οποία έχει κληρονομήσει από την Αγροτική Τράπεζα τα δάνεια της ΕΒΖ.

Την τελευταία πενταετία έχουν γίνει τρεις προσπάθειες ιδιωτικοποίησης της ΕΒΖ, οι οποίες όμως για διάφορους λόγους ναυάγησαν. Η τελευταία φορά ήταν επί Ν.Δ. και τα σχέδια ανακόπηκαν όταν ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε την εξουσία και αρμόδιος υπουργός ανέλαβε ο κ. Παναγιώτης Λαφαζάνης. Τότε έγινε αύξηση κεφαλαίου ύψους 30 εκατ. στην ΕΒΖ, κάτι όμως που μόνο προσωρινά, για ελάχιστους μήνες, έλυσε τα προβλήματά της. Σήμερα η Κομισιόν εξετάζει αν η αύξηση των 30 εκατ. αποτελεί κρατική βοήθεια, με το θέμα να εκκρεμεί ακόμη.

Οταν η Αγροτική Τράπεζα πήγε σε εκκαθάριση, τα δάνεια της ΕΒΖ θεωρήθηκαν υγιή και μεταφέρθηκαν με την «καλή» τράπεζα στην Πειραιώς, ενώ οι μετοχές της κατέληξαν στον εκκαθαριστή. Η τότε διοίκηση της Πειραιώς μαζί με τον κ. Γιώργο Σταθάκη, που διαδέχτηκε στο υπουργείο τον κ. Λαφαζάνη, συμφώνησαν σε ένα σχέδιο εξυγίανσης του ισολογισμού της ΕΒΖ με βασικό στόχο να διασωθούν τα εργοστάσιά της στην Ελλάδα. Βάσει του συγκεκριμένου σχεδίου, από τα 152 εκατ. δάνεια η ΕΒΖ θα πουλούσε τα δύο εργοστάσια στη Σερβία και άλλα ακίνητα ιδιοκτησίας της ώστε να συγκεντρώσει και να δώσει 50 εκατ. στην Πειραιώς. Η τράπεζα από την πλευρά της θα πάγωνε με μηδενικό επιτόκιο άλλα 50 εκατ. δανεισμού, τα οποία και θα διέγραφε όταν η ΕΒΖ αποπλήρωνε σε μία δεκαετία τα υπόλοιπα 52 εκατ., για τα οποία το επιτόκιο μειωνόταν στο 1,5%.

Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας, πραγματοποιήθηκε και ο τελευταίος διαγωνισμός για τα δύο εργοστάσια στη Σερβία με ελάχιστο τίμημα 25 εκατ. ευρώ. Αρχικά υποβλήθηκαν πέντε μη δεσμευτικές προσφορές και στο επόμενο στάδιο, όπου οι προσφορές έπρεπε να συνοδεύονται και από εγγυητική επιστολή, συνέχισαν μόνο τρεις, και συγκεκριμένα: η MK Group, η αυστριακή Agrana και η κοινοπραξία της γαλλικής Cristal Union με την κροατική Viro Tvornica. Πηγές της αγοράς φέρουν την Agrana να έδωσε τη χαμηλότερη προσφορά και τη γαλλοκροατική κοινοπραξία να έθεσε όρους και προϋποθέσεις που ήταν εκτός διαγωνιστικής διαδικασίας. Η MK Group αναδείχθηκε πλειοδότρια των δεσμευτικών προσφορών, ενώ ήταν και ο μοναδικός όμιλος που στις 14 Ιουλίου 2017 ανταποκρίθηκε στην επόμενη φάση του διαγωνισμού και κατέθεσε βελτιωτική προσφορά. Συνεπώς, πρέπει να αύξησε το τίμημα των 50 εκατ. που κατέθεσε στο στάδιο των δεσμευτικών προσφορών.

Ο κ. Κόστιτς, ιδρυτής της MK Group, δεν είναι άγνωστος στην Ελλάδα. Μεταξύ των άλλων επιχειρήσεων που συναπαρτίζουν τον όμιλό του είναι η ΑΙΚ Βank, που είναι ο βασικός της μέτοχος. Πριν από περίπου δύο μήνες αγόρασε τη θυγατρική τράπεζα της Αlpha Bank στη Σερβία και σήμερα είναι μεταξύ των δύο υποψηφίων που διεκδικούν και τη θυγατρική της Εθνικής. Επίσης, φέρεται να έχει θέσει υποψηφιότητα να αγοράσει και τη θυγατρική τράπεζα της Πειραιώς στη Σερβία. Στον όμιλο της MK ανήκει ακόμη η Sunoko, η οποία ελέγχει έξι εργοστάσια ζάχαρης, ενώ διαθέτει και τη μεγαλύτερη σερβική εταιρεία που εμπορεύεται commodities. Ο κ. Κόστιτς δραστηριοποιείται και στις γεωργικές καλλιέργειες, όπου αντιπροσωπεύει το 25% των σερβικών εξαγωγών σε σιτηρά. Ο όμιλός του περιλαμβάνει επίσης μονάδες παραγωγής τροφίμων, αλυσίδες ξενοδοχείων σε Σερβία, Κροατία, Σλοβακία κ.ά. Είναι παντρεμένος και πατέρας τριών παιδιών.

Κατά πληροφορίες, οι διαπραγματεύσεις που είχε με την ηγεσία της ΕΒΖ οδηγήθηκαν για μία ακόμη φορά σε αδιέξοδο όταν από τη βιομηχανία πρότειναν να αυξηθεί το τίμημα που υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ και για το οποίο δεσμεύτηκε στον διαγωνισμό. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο Σέρβος επιχειρηματίας αρνήθηκε κατηγορηματικά και έκανε σχετικά διαβήματα με τα οποία ενημερώνει για το αδιέξοδο την Τράπεζα Πειραιώς, το ΤΧΣ και παράγοντες της κυβέρνησης.

Είναι προφανές ότι η ΕΒΖ θέλει να απεμπλακεί από τη διαδικασία πώλησης των σερβικών εργοστασίων, δημιουργώντας ερωτήματα για τη στάση που τηρεί και τις προθέσεις της, καθώς στη διαγωνιστική διαδικασία πέτυχε τίμημα που υπερβαίνει σημαντικά αυτό που επεδίωκε. Σε σύσκεψη που έγινε την περασμένη Πέμπτη με την Πειραιώς, σύμφωνα με πληροφορίες από την ΕΒΖ, φέρεται να αρνήθηκαν να προχωρήσουν στην πώληση και πρότειναν να συγκληθεί γενική συνέλευση ώστε ο εκκαθαριστής της Αγροτικής να κληθεί με την ψήφο του να λάβει την απόφαση. Από την πλευρά της ΕΒΖ δείχνουν να πιστεύουν ότι τα εργοστάσια έχουν μεγαλύτερη αξία από τα 50 και κάτι εκατομμύρια που τους προσφέρθηκαν με τον διαγωνισμό.

Το 2014 τα σερβικά εργοστάσια της ΕΒΖ είχαν καθαρές ζημίες 9,1 εκατ. ευρώ. Το 2015 οι ζημίες ήταν 3,1 εκατ. αλλά το 2016 παρουσίασαν κέρδη 23 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, το 2016 ήταν μια χρονιά εκτός φυσιολογικών ορίων για την αγορά της ζάχαρης. Τότε επικράτησαν εξαιρετικές συνθήκες και η τιμή της έφτασε στα 600 ευρώ ανά τόνο. Σήμερα οι τιμές έχουν υποχωρήσει κάτω από τα 500 ευρώ, με προβλέψεις για περαιτέρω μείωση, καθώς οι τιμές της ακατέργαστης ζάχαρης από τον Οκτώβριο του 2016 υποχώρησαν περισσότερο από 42%. Η μείωση των τιμών πώλησης και η αποφασισμένη αλλαγή από τον φετινό Σεπτέμβριο στην αγορά ζάχαρης της Ε.Ε. θα οδηγήσουν σε σημαντική πτώση των κερδών. Τα εργοστάσια της Σερβίας όχι μόνο θα έχουν ισχυρότερους ανταγωνιστές εντός της Ε.Ε., αλλά οι Ευρωπαίοι παραγωγοί θα μπορέσουν να εξάγουν στην αγορά της CEFTA που σήμερα προμηθεύεται κατά κύριο λόγο ζάχαρη από τη Σερβία. Οι εξελίξεις αυτές έχουν ήδη επηρεάσει την πτώση των τιμών έως τα 400 ευρώ ανά τόνο.

Η πτώση στις τιμές στην αγορά της CEFTA και της Ε.Ε. αναπόφευκτα θα οδηγήσει και στη μείωση των τιμών στη σερβική αγορά. Με τις συνθήκες αυτές, ποιο μπορεί να είναι το μέλλον των εργοστασίων της ΕΒΖ στη Σερβία; Τα σύννεφα στον ορίζοντα για την αγορά της ζάχαρης έχουν ήδη φανεί. Δεν είναι τυχαίο ότι στον τελευταίο διαγωνισμό, αυτόν που η διοίκηση της ΕΒΖ δείχνει τώρα να θέλει να ακυρώσει, 25 ξένες εταιρείες πήραν τον φάκελο, αλλά τελικά μόνο πέντε από αυτές εκδήλωσαν ενδιαφέρον. Και από τις πέντε αυτές τελικά τρεις υπέβαλαν δεσμευτικές προσφορές και μόνο μία, η MK Group, κατέθεσε βελτιωμένη προσφορά, όπως ζητήθηκε. Με τις αλλαγές που επιβάλλει από τον Σεπτέμβριο η Ε.Ε. και την πτωτική πορεία της τιμής ζάχαρης είναι σε θέση η διοίκηση της ΕΒΖ να διασφαλίσει ότι θα βρεθεί στο μέλλον καλύτερη τιμή από τα 50 εκατ. ευρώ που είναι σήμερα πάνω στο τραπέζι για τα δύο εργοστάσια της Σερβίας; Και κυρίως, πώς η ΕΒΖ θα διασφαλίσει για το επόμενο διάστημα τη λειτουργία της όταν οι τράπεζες δεν μπορούν να τη δανείσουν λόγω της οικονομικής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει; Προς το παρόν, πάντως, η πώληση των εργοστασίων παραμένει μετέωρη, με την ΕΒΖ να θέλει να υπαναχωρήσει μεταφέροντας το βάρος της απόφασης για τον διαγωνισμό που η ίδια έκανε στον εκκαθαριστή της Αγροτικής και στην Πειραιώς, η οποία πρέπει να διαχειριστεί τα 152 εκατ. δάνειά της.