Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε τη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, ο πρόεδρος του Eurogroup, Πασκάλ Ντόναχιου, υπογράμμισε ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται σε καλή κατάσταση, έχουν ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια και δεν υπάρχει άμεση έκθεση στη Silicon Valley Bank.

«Τα προβλήματα προκύπτουν από το συγκεκριμένο επιχειρηματικό μοντέλο της Silicon Valley Bank. Και η εικόνα εδώ στην Ευρώπη είναι πολύ διαφορετική. Οι τράπεζές μας είναι συνολικά σε καλή κατάσταση», δήλωσε ο Πασκάλ Ντόναχιου.

Από την πλευρά του, ο Επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, τόνισε ότι η ΕΕ δεν βλέπει συγκεκριμένο κίνδυνο μετάδοσης, παρά ταύτα οι ευρωπαϊκές Αρχές παρακολουθούν την κατάσταση σε στενή επαφή με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

«Λαμβάνουμε υπόψη μας την πρωτοβουλία που ανέλαβαν οι Αρχές των ΗΠΑ για την αποφυγή μετάδοσης της κρίσης και τονίζουμε ότι όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες εφαρμόζουν προληπτικά πρότυπα. Άμεσα δεν υπάρχει πιθανότητα μετάδοσης, και δεν βλέπουμε σημαντικό κίνδυνο», δήλωσε ο Επίτροπος Τζεντιλόνι.

Από την πλευρά του, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρυνό Λεμέρ, είπε ότι δεν βλέπει συγκεκριμένο κίνδυνο μετάδοσης για τη Γαλλία. «Δεν υπάρχει σύνδεση μεταξύ των διαφορετικών καταστάσεων. Όταν εξετάσετε το οικονομικό μοντέλο και το χρηματοοικονομικό μοντέλο της BNP Paribas, της Société Générale και άλλων γαλλικών τραπεζών, είναι ριζικά διαφορετικό από το μοντέλο της Silicon Valley Bank», υπογράμμισε ο κ. Λε Μερ.

«Παρακολουθούμε την κατάσταση ώρα με την ώρα. Προς το παρόν, δεν έχουμε καμία ένδειξη ότι υπάρχει κίνδυνος να υπάρξει αντίκτυπος στις βελγικές τράπεζές μας», δήλωσε και ο Βέλγος υπουργός Οικονομικών, Βίνσεντ Βαν Πέντεγκεμ. Σύμφωνα με τον ίδιο «έχουμε ένα πολύ σαφές ευρωπαϊκό και βελγικό ρυθμιστικό πλαίσιο που μας επιτρέπει να γνωρίζουμε ποια είναι η κατάσταση και αυτό φυσικά μας βοηθά να διατηρήσουμε την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα».

Επιστροφή στις «συνετές δημοσιονομικές πολιτικές» από το 2024

Νωρίτερα, κατά τη σημερινή συνεδρίαση του Eurogroup, οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης συμφώνησαν την επιστροφή στις «συνετές δημοσιονομικές πολιτικές». Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση, οι 20 υπουργοί Οικονομικών ζητούν «οι συνετές δημοσιονομικές πολιτικές να στοχεύουν στη διασφάλιση της μεσοπρόθεσμης βιωσιμότητας του χρέους, αυξάνοντας παράλληλα τη δυνητική ανάπτυξη με βιώσιμο τρόπο και αντιμετωπίζοντας τις πράσινες και ψηφιακές μεταβάσεις και τους στόχους ανθεκτικότητας μέσω επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων».

Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Eurogroup, όπου συζητήθηκαν τα πρώτα βήματα για την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γνωστών ως «Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης», οι υπουργοί των κρατών – μελών της Ευρωζώνης υπογραμμίζουν ότι «η συνετή δημοσιονομική πολιτική θα συμβάλει στη διασφάλιση της σταθερότητας της οικονομίας της ζώνης του ευρώ και θα διευκολύνει την αποτελεσματικότητα των μέτρων νομισματικής πολιτικής σε περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού.

Υπό το πρίσμα των οικονομικών προοπτικών και σε ένα πλαίσιο υψηλού πληθωρισμού και αυστηρότερων συνθηκών χρηματοδότησης, επαναλαμβάνουμε ότι η ευρεία δημοσιονομική τόνωση της συνολικής ζήτησης δεν δικαιολογείται».

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ορίζει ότι τα κράτη – μέλη πρέπει να έχουν δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ και έλλειμμα στο 3%. Ωστόσο, αυτοί οι κανόνες «πάγωσαν» κατά τη διάρκεια της πανδημίας και στη συνέχεια ξανά το 2022, λόγω της ενεργειακής κρίσης που προκλήθηκε από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Αυτό το «πάγωμα» ονομάζεται «γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης». Το 2023 έχει χαρακτηριστεί ως «έτος γέφυρα» για τα κράτη – μέλη της ΕΕ, πριν επιστρέψουν σε κανόνες αυστηρότερες δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε τις προτάσεις της για την τροποποίηση των κανόνων του «νεκροζώντανου» αυτού Συμφώνου, ώστε οι 27 να επιστρέψουν στους στόχους απομείωσης του χρέους και των ελλειμμάτων, που εκτοξεύθηκαν λόγω των μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, δίνοντας παράλληλα τους 27 μεγαλύτερη ευελιξία, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες κάθε κράτους – μέλους.

Σε αυτό το πλαίσιο, έχει εκδηλωθεί μια μάχη χαρακωμάτων ανάμεσα στις «φειδωλές χώρες της ΕΕ» που ζητούν την άμεση επιστροφή στη δημοσιονομική λιτότητα και σε αυτές που θεωρούν ότι η μετάβαση στη νέα πραγματικότητα θα πρέπει να γίνει με πιο ήπια διαδικασία.

Βάσει των προτάσεων της Κομισιόν, η γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η οποία προβλέπει προσωρινή παρέκκλιση από τις δημοσιονομικές απαιτήσεις που εφαρμόζονται κανονικά σε περίπτωση σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας, θα απενεργοποιηθεί στο τέλος του 2023. Η έξοδος από την περίοδο κατά την οποία ίσχυε η γενική ρήτρα διαφυγής θα οδηγήσει σε επανέναρξη των ειδικών ανά χώρα συστάσεων για τη δημοσιονομική πολιτική, οι οποίες ποσοτικοποιούνται και διαφοροποιούνται με βάση τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα κράτη μέλη όσον αφορά το δημόσιο χρέος.

Οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπουν ειδικές ανά χώρα συστάσεις σχετικά με τη δημοσιονομική πολιτική για το 2024, οι οποίες:

α) Είναι σύμφωνες με τους δημοσιονομικούς στόχους που θέτουν τα κράτη μέλη στα προγράμματά τους σταθερότητας και σύγκλισης, εφόσον οι στόχοι αυτοί συνάδουν με τη διασφάλιση ότι ο δείκτης δημόσιου χρέους τίθεται σε καθοδική πορεία ή παραμένει σε συνετό επίπεδο και ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα είναι χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.

β) Ποσοτικοποιούνται και διαφοροποιούνται με βάση τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα κράτη μέλη όσον αφορά το δημόσιο χρέος και

γ) Διαμορφώνονται με βάση τις καθαρές πρωτογενείς δαπάνες, όπως προτείνεται στους μεταρρυθμιστικούς προσανατολισμούς της Επιτροπής.

Αναφορικά με χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, οι προτάσεις της Επιτροπής «μεταφράζονται» σε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, ενδεχομένως στα επίπεδα του 2% του ΑΕΠ με βάση τις εκτιμήσεις της Αθήνας.

Στην αποψινή συνεδρίαση του Eurogroup συμφωνήθηκε ότι θα παρακολουθείται ο αντίκτυπος των μέτρων στήριξης στον δημοσιονομικο προσανατολισμό, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη την αβεβαιότητα για την εξέλιξη των τιμών της ενέργειας, καθώς πρέπει να αποφευχθούν μόνιμα μέτρα στήριξης που αυξάνουν τα ελλείμματα.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, «δεδομένων των ισχυρών δευτερογενών επιπτώσεων στις αγορές ενέργειας για τις οικονομίες της ζώνης του ευρώ, θα συντονίσουμε τα μέτρα μας για τη διατήρηση των ίσων όρων ανταγωνισμού και της ακεραιότητας της ενιαίας αγοράς.

Τα μέτρα μας μέχρι στιγμής έχουν μετριάσει τον αρχικό υπερβολικό αντίκτυπο του σοκ στις τιμές της ενέργειας στις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές, ωστόσο, το δημοσιονομικό κόστος επιβαρύνει τα δημόσια οικονομικά. Περνάμε σταδιακά από την υποστήριξη ευρείας βάσης σε πιο στοχευμένα μέτρα με βελτιωμένο σχεδιασμό».

Διαβάστε ακόμη

Eurogroup: Επιστροφή στις «συνετές δημοσιονομικές πολιτικές» από το 2024

Capital Economics: Τα πέντε «καυτά» ερωτήματα μετά την κατάρρευση της SVB

Silicon Valley Bank: Αυτός ο μεγιστάνας δηλώνει «ανοιχτός στην ιδέα» για εξαγορά της (tweet)