Βελτιώθηκε ακόμα περισσότερο το 2020 η ηγετική θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανάμεσα στους μεγαλύτερους εξαγωγείς αγροδιατροφικών προϊόντων του κόσμου.

Από πλευράς εισαγωγών, η ΕΕ κατέστη ο τρίτος μεγαλύτερος εισαγωγέας μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα, σύμφωνα με έκθεση που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Η περσινή χρονιά ήταν μία εξαιρετικά δύσκολη αλλά επιτυχημένη χρονιά για το εμπόριο αγροδιατροφικών προϊόντων της ΕΕ, το οποίο ανήλθε σε συνολική αξία 306 δισ. ευρώ: 184 δισ. ευρώ σε εξαγωγές και 122 δισ. ευρώ σε εισαγωγές. Αμφότερες οι τιμές παρουσιάζουν μικρή αύξηση της τάξεως του 1,4 % και 0,5 % αντίστοιχα σε σχέση με το 2019, αναφέρει ανακοίνωση της Κομισιόν.

Το διεθνές εμπόριο έχει διαδραματίσει καίριο ρόλο στον μετριασμό των καταστροφικών οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 και έχει αποδειχθεί κεντρικό εργαλείο για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας. Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός συνασπισμός, η δε θέση της στο παγκόσμιο εμπόριο στηρίζεται σε ένα εκτεταμένο δίκτυο συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών (ΣΕΣ).

Από την πλευρά του, ο κ. Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι, Επίτροπος Γεωργίας, δήλωσε: «Η προώθηση του ανοικτού και δίκαιου εμπορίου αποτελεί πολιτική προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ωφελεί σε μεγάλο βαθμό τους γεωργούς μας. Η επιτυχία του εμπορίου γεωργικών προϊόντων συνδέεται σαφώς με την κοινή γεωργική πολιτική, η οποία στηρίζει την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία, καθώς και με την εξαιρετική φήμη των προϊόντων μας όσον αφορά την ασφάλεια, τη βιωσιμότητα, τη θρεπτική αξία και την υψηλή τους ποιότητα.»

Η ΕΕ εξάγει ευρύ φάσμα προϊόντων από όλα τα στάδια της αξιακής αλυσίδας, γεγονός που καταδεικνύει την ανταγωνιστικότητα του αγροδιατροφικού τομέα της ΕΕ σε μια ποικιλία κατηγοριών προϊόντων, η οποία εκτείνεται από τα βασικά προϊόντα έως τα προϊόντα της βιομηχανίας τροφίμων που έχουν υποστεί υψηλού βαθμού επεξεργασία. Από την άλλη πλευρά, όσον αφορά τις εισαγωγές της ΕΕ, κυριαρχούν σαφώς τα βασικά γεωργικά προϊόντα διατροφής και οι ζωοτροφές, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 75 % του συνόλου των εισαγωγών.

Όσον αφορά τις κατηγορίες προϊόντων, οι εξαγωγές χοιρείου κρέατος και σίτου συνέβαλαν σημαντικά στην αύξηση των συνολικών εξαγωγών αγροδιατροφικών προϊόντων της ΕΕ. Η αύξηση των εισαγωγών της ΕΕ σε αγροδιατροφικά προϊόντα οφείλεται κυρίως στις αυξήσεις των τιμών εισαγωγής των ελαιούχων σπόρων, των λιπαρών οξέων και κηρίων, του φοινικέλαιου, των φρούτων και των σπόρων σόγιας.

Η Κίνα, η Ελβετία και η περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής αποτέλεσαν τους κυριότερους αναπτυξιακούς προορισμούς για τις εξαγωγές αγροδιατροφικών προϊόντων της ΕΕ το 2020.

Η αξία των εξαγωγών της ΕΕ μειώθηκε περισσότερο στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Τουρκία, στη Σιγκαπούρη και στην Ιαπωνία. Όσον αφορά τις εισαγωγές, ο Καναδάς παρουσίασε σημαντική αύξηση ως πηγή εισαγωγών της ΕΕ. Ταυτόχρονα, τη μεγαλύτερη μείωση ως προς την αξία τους παρουσίασαν οι εισαγωγές της ΕΕ από το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ουκρανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το 2020, το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν ο σημαντικότερος εταίρος της ΕΕ στο εμπόριο αγροδιατροφικών προϊόντων, με μερίδιο 23% επί του συνόλου των εξαγωγών της ΕΕ σε αγροδιατροφικά προϊόντα και 13% επί του συνόλου των εισαγωγών.

Διαβάστε ακόμα:

Αισιοδοξία για έσοδα άνω των 9 δισ. από τον τουρισμό

Επίσημο: Παράταση στην προθεσμία για τις φορολογικές δηλώσεις

DBRS: Ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας με ρυθμό 5,2% φέτος και 5% το 2022