Όλοι έχουν δίκιο σε αυτή την ιστορία. Και οι Γάλλοι που πανηγυρίζουν και οι Γερμανοί που διαμαρτύρονται και η Κομισιόν που αναζητεί συμβιβασμούς και «μεταβατικές» λύσεις. Αν το κριτήριο για τις «οικολογικές» μορφές ενέργειας είναι η (μη) έκλυση διοξειδίου του άνθρακα, τότε η πυρηνική ενέργεια είναι πράγματι φιλική προς το περιβάλλον, καθώς η παραγωγή της προκαλεί 18 γραμμάρια CO2 ανά κιλοβατώρα, ενώ το αντίστοιχο ποσό για τον λιγνίτη είναι …800 γραμμάρια.

Όμως το περιβάλλον δεν επιβαρύνεται μόνο από το διοξείδιο του άνθρακα. Είναι προφανείς οι ανυπολόγιστες επιπτώσεις σε περίπτωση πυρηνικού ατυχήματος. Επιπλέον, η πυρηνική βιομηχανία δεν έχει παρουσιάσει μέχρι σήμερα μία ολοκληρωμένη λύση για την εξουδετέρωση ή ανακύκλωση πυρηνικών αποβλήτων, για την ακρίβεια αναβάλλει συνεχώς τη λύση για το απώτερο μέλλον και μέχρι τότε τα απόβλητα ενταφιάζονται σε «προσωρινούς» αποθηκευτικούς χώρους.

Από την πλευρά της η Γερμανία κλείνει τα τελευταία πυρηνικά εργοστάσια το 2022, έχει επενδύσει τεράστια ποσά σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας και θέλει να αυξήσει το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό μείγμα στο 80% μέχρι το 2030. Επιπλέον, δεν έχει καμία διάθεση να ανοίξει πάλι ένα ζήτημα που επί δεκαετίες είχε διχάσει τη γερμανική κοινωνία. Βέβαια όλα αυτά συμβαίνουν γιατί, όπως επισημαίνει ο αναλυτής της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) για ευρωπαϊκά θέματα Ραλφ Σίνα, «μέχρι στιγμής η κυβέρνηση δεν είχε κανέναν δισταγμό να εισάγει πυρηνική ενέργεια από τη Γαλλία. Μόνο το 2020 τα γαλλικά πυρηνικά εργοστάσια συνεισέφεραν 14 δις κιλοβατώρες στο γερμανικό ενεργειακό δίκτυο». Πόσο «καλή» μπορεί να γίνει η «κακή» πυρηνική ενέργεια, όταν προέρχεται από αλλού;

Αναζητώντας το κατάλληλο ενεργειακό μείγμα

Στην πραγματικότητα το ερώτημα για την πυρηνική ενέργεια δεν μπορεί παρά να αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου στρατηγικού σχεδιασμού για το ενεργειακό μείγμα που χρειαζόμαστε μεσοπρόθεσμα, με κριτήριο την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και το κόστος. Με απλά λόγια θα λέγαμε ότι σε έναν ιδεατό κόσμο καταργούμε όλα τα ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο, λιγνίτη, φυσικό αέριο) και επενδύουμε αποκλειστικά σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά επειδή αυτό δεν μπορεί να γίνει αμέσως, θεσπίζουμε μεταβατικές περιόδους για τις συμβατικές μορφές ενέργειας. Για τον λιγνίτη, που αποδεδειγμένα προκαλεί τη μεγαλύτερη έκλυση CO2, η μεταβατική περίοδος είναι ελάχιστη. Για το φυσικό αέριο η Κομισιόν προβλέπει αδειοδότηση υπό προϋποθέσεις, για παράδειγμα εφόσον η έκλυση ρύπων δεν υπερβαίνει συγκεκριμένα όρια και η άδεια χορηγείται μέχρι το 2030, ενώ ξεκαθαρίζει ότι πρόκειται για μία «μεταβατική» μορφή ενέργειας. Για την πυρηνική ενέργεια η Κομισιόν επίσης προβλέπει αδειοδότηση υπό προϋποθέσεις, αλλά δεν αναφέρει απολύτως τίποτα περί «μεταβατικής» περιόδου. Αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη για το πυρηνικό «λόμπι» και για μία χώρα όπως η Γαλλία, που σήμερα παράγει από την πυρηνική ενέργεια το 70% του ηλεκτρικού ρεύματος που χρειάζεται.

Διαβάστε περισσότερα στην Deutsche Welle