«Στο διάβολο να πάνε, μακάρι να κλείσουμε τα σύνορα επιτέλους» φωνάζει μία ηλικιωμένη κοντά στο Πάρκο Γκιουέλ της Βαρκελώνης, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά αξιοθέατα της καταλανικής πρωτεύουσας. Υποστηρίζει μάλιστα ότι «οι Άγγλοι και οι Γερμανοί είναι οι χειρότεροι, μας έχουν κάνει τη ζωή κόλαση σε αυτή την πόλη».

Αφορμή για την ηχηρή διαμαρτυρία ήταν μία τυχαία συνάντηση στο πεζοδρόμιο με μια παρέα νεαρών επισκεπτών, που δεν άφηναν στην ηλικιωμένη γυναίκα χώρο για να περάσει. Στο γειτονικό καφενείο ένας συνταξιούχος συμφωνεί και επαυξάνει: «Αυτοί οι αλητοτουρίστες είναι για φτύσιμο», λέει, υπό τις ζωηρές επευφημίες των άλλων θαμώνων.

Όχι, δεν αντιδρούν όλοι με τέτοια ένταση στα κύματα των επισκεπτών, που συνεχώς αυξάνονται. Ωστόσο, το καλοκαίρι που πέρασε δύσκολα έβρισκες άνθρωπο στη Βαρκελώνη που να μην υποστηρίζει ότι «παραπάει το πράγμα» με τον υπερβολικό αριθμό επισκεπτών. «Τουρισμοφοβία» (turismofobia) είναι ο χαρακτηριστικός όρος που ακούγεται όλο και πιο συχνά, όλο και πιο ξεκάθαρα. Όχι μόνο στη Βαρκελώνη, που εδώ και χρόνια επανεξετάζει το τουριστικό μοντέλο της, αλλά και σε άλλους δημοφιλείς προορισμούς της χώρας, όπως η Μαγιόρκα, τα Κανάρια Νησιά, η καταπράσινη Γαλικία.

Διαβάστε τη συνέχεια του κειμένου στην Deutsche Welle