Η Ευρώπη, κι όλος ο κόσμος, βρίσκεται μπροστά σε ένα θέατρο σκιών γύρω από το περιβόητο brexit. Εάν δούμε από απόσταση το όλο θέμα, πρόκειται για κλασική άρνηση της σοβαρότητας, που όμως απειλεί να επιφέρει σοβαρότατες συνέπειες.

Η Βρετανία λέει στην Ευρώπη: «Αποφάσισε ο λαός μου να σας εγκαταλείψω. Δεν θέλω να είμαι άλλο μέλος σας».

Ως εδώ, καλά.

Από εδώ, όμως, αρχίζουν τα παράλογα. Λέει, επίσης η Βρετανία: «Επειδή όμως δεν θέλω φεύγοντας να έχω δυσμενείς επιπτώσεις για τους πολίτες μου, θέλω μια συμφωνία, με την οποία να απαλλάσσομαι από τις υποχρεώσεις μου έναντι της Ευρώπης, αλλά να αξιοποιώ τα πλεονεκτήματα από την ως τώρα συμμετοχή μου σε αυτήν».

Γιατί, ας μη γελιόμαστε: Τι άλλο είναι η εμπορική συμφωνία που κατάφερε να επιτύχει με τις Βρυξέλλες η Τερέζα Μέι, την αρνιόταν όμως επίμονα το Κοινοβούλιο ως «ανεπαρκή»; Ήταν αυτό ακριβώς: Μια προσπάθεια να φύγει μεν η Βρετανία από την Ευρώπη, αλλά να διατηρήσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος των προνομίων από τη συμμετοχή της σε αυτήν.

Συγκαταβατική η Ευρώπη (αυτή η περίφημη «tolerance» βρίσκεται στο DNA της), περιμένει για περίπου δυόμιση χρόνια τη Βρετανία, πρώτα να καταφέρει να συνεννοηθεί στο εσωτερικό της σχετικά με το ποια εμπορική συμφωνία θέλει και εσχάτως να συνεννοηθεί στο εσωτερικό της για το ποια μπλόφα θα προτάξει στους Ευρωπαίους για να πετύχει το «deal» της εξόδου που -υποτίθεται- ότι η Βρετανία επιθυμεί. Μεγάλη κουβέντα για το τι ακριβώς επιθυμεί η Βρετανία…

Η Ελλάδα πέρασε μια παρόμοια κατάσταση το 2015. Η χώρα μας ξεκίνησε με την ψευδαίσθηση ότι «θα βαράμε τους ζουρνάδες και θα χορεύουν οι αγορές». Πάντως, γρήγορα αποσαφήνισε την τελική της θέση. Όπως χρεώνουμε στον Τσίπρα την περιπέτεια του πρώτου εξαμήνου του 2015, που κόστισε στους Έλληνες πολίτες έως 200 εκατομμύρια ευρώ, τόσο του πιστώνουμε ότι την τελευταία στιγμή έστριψε το τιμόνι και η Ελλάδα δεν έπεσε στον γκρεμό.

Αντίθετα, η Βρετανία ταλαιπωρεί με τις αμφιθυμίες της και τη βαθιά εσωτερική της διαίρεση την Ευρώπη για περισσότερα από τρία χρόνια. Της δόθηκε ένα αρκετό -και κοινά αποδεκτό- χρονικό περιθώριο δυο ετών, όταν συμφωνήθηκε το brexit να πραγματοποιηθεί στα τέλη Μαρτίου 2019. Λίγο πριν εκπνεύσει η προθεσμία, το Λονδίνο ζήτησε -κι έλαβε- παράταση έως τα τέλη του προσεχούς Οκτωβρίου. Και σήμερα δίνεται μάχη στο βρετανικό κοινοβούλιο για νέα παράταση έως τα τέλη Ιανουαρίου.

Σε τι θα ωφελήσει τους Βρετανούς μια νέα παράταση της εκκρεμότητας;

Πώς πιστεύουν ότι θα λύσουν τις εσωτερικές τους διαφορές μέσα σε ένα τρίμηνο, όταν δεν τις έχουν λύσει σε μια τριετία;

Τι ακριβώς θέλει από την Ευρώπη η Μεγάλη Βρετανία;

Εάν υποθέσουμε ότι η χώρα αυτή εκφράζεται από τον πρωθυπουργό της, τότε έπρεπε ήδη να ισχύει η συμφωνία που συνήψε η Τερέζα Μέι με τις Βρυξέλλες προ τετραμήνου. Αλλά αυτό δεν ισχύει.

Εάν υποθέσουμε ότι η χώρα αυτή εκφράζεται από το Κοινοβούλιο της, τότε θα πρέπει να αποφασίσουμε ποια σύνθεση του Κοινοβουλίου δίνει την ακριβή θέση της Μεγάλης Βρετανίας για το brexit. Πριν τις προηγούμενες εκλογές, όταν έγινε το δημοψήφισμα; Μετά τις εκλογές; Μετά τις επόμενες εκλογές, στις οποίες απειλεί να προσφύγει ο Μπόρις Τζόνσον; Διότι, είναι προφανές ότι η θέση της χώρας έναντι της ΕΕ δεν μπορεί να μεταβάλλεται κάθε φορά που αλλάζει η σύνθεση του Κοινοβουλίου της. Σήμερα το απόγευμα, ένας βουλευτής αποφάσισε να αποχωρήσει από τους Συντηρητικούς και να ενταχθεί στους Φιλελεύθερους, και ξαφνικά άλλαξε η σύνθεση -και ο προσανατολισμός;- του βρετανικού Κοινοβουλίου! Με ποια σύνθεση πρέπει να συνομιλεί η Ευρώπη, αν δεν θελει να έχει ως συνομιλητή της ένα όργανο – χαμαιλέοντα;

Εάν υποθέσουμε ότι η χώρα εκφράζεται από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2016, τότε… οι εξελίξεις μας διαψεύδουν. Ας μην επεκταθεί κανείς πάνω σε αυτό για να μην γράφει τα αυτονόητα.

Και τώρα, βρισκόμαστε ενώπιον μιας απολύτως παράλογης κατάστασης: Ο κύριος Τζόνσον, ως άλλος Βαρουφάκης, θέλει να «μπλοφάρει» έναντι των Ευρωπαίων, επισείοντας το άτακτο brexit, μήπως και πετύχει όσα εκείνος νομίζει ότι πρέπει να επιτύχει. Θέλει, δηλαδή, να «βαράει τους ζουρνάδες και να χορεύουν οι Βρυξέλλες».

Το αποτέλεσμα είναι βέβαιο. Όπως γράφει κι ο Καβάφης «ήδη στα τείχη της Τροίας, ο Πρίαμος κι η Εκάβη κλαίνε», αλλά νομίζουν ότι δεν τους βλέπουμε…

Το πρόβλημα είναι ότι η Ευρώπη έχει αρκετά θέματα να λύσει, για να ταλαιπωρείται επί τριετία από τις εσωτερικές αντιφάσεις και το βαθύ διχασμό της βρετανικής κοινωνίας για τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας αυτήν. Ας τελειώνουν οι Βρετανοί μεταξύ τους, να τελειώνουμε κι εμείς με αυτούς.

Η Ευρώπη χρωστά πολλά στη Βρετανία. Η Ελλάδα, ομοίως. Στο όνομα αυτών των ακατάλυτων δεσμών του παρελθόντος, το ένα μέρος δεν χρειάζεται να ταλαιπωρεί το άλλο.

Πέρα από τις μπλόφες του Τζόνσον- Βαρουφάκη, πέρα από τις διαιρέσεις και τις φατρίες στο βρετανικό πολιτικό κατεστημένο, εάν η Βρετανία δεν θέλει πια να είναι στην Ευρώπη, οι Βρυξέλλες οφείλουν να της ανοίξουν την πόρτα κι ευγενικά να της πουν: «Περάστε έξω».