Κονβόι αγροτών οργισμένων με τις περικοπές που ανακοίνωσε η κυβέρνηση κλείνουν με τα τρακτέρ τις κεντρικές οδικές αρτηρίες. Σε κυβερνητικά κτίρια πετούν κοπριά. Η κυβέρνηση απαντά ότι δεν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος και ότι τα μέτρα λιτότητας θα εφαρμοστούν. Στις διαδηλώσεις των αγροτών προστίθενται και άλλοι κλάδοι, όπως αυτοί των οδηγών τρένων, που απεργούν παραλύοντας τις μεταφορές στη χώρα. Τις προηγούμενες δεκαετίες η περιγραφή τέτοιων σκηνών θα αφορούσε την Ελλάδα. Σήμερα αφορά τους αγρότες της Γερμανίας και προηγουμένως της Γαλλίας και του Βελγίου. Με τις διαδηλώσεις να πληθαίνουν και να σκληραίνουν, το βασικό ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι γιατί οι (άλλοι) Ευρωπαίοι αγρότες έπαθαν… Ελλάδα.

Περικοπές του Σολτς

Η απάντηση είναι προφανής και αναμενόμενη: Για τα λεφτά τα κάνουν όλα. Οι περικοπές που εξαναγκάζεται να κάνει η κυβέρνηση του Ολαφ Σολτς σε ό,τι αφορά τους αγρότες, στα μάτια των Ελλήνων συναδέλφων τους δεν είναι τόσο τραγικές με βάση τα έσοδα των πρώτων. Οι Γερμανοί κατέβηκαν στους δρόμους επειδή η κυβέρνηση σχεδίασε να καταργήσει την έκπτωση στα τέλη κυκλοφορίας των αγροτικών οχημάτων και την επιδότηση για το πετρέλαιο κίνησης. Τελικά, αποφάσισε να διατηρήσει την έκπτωση του φόρου στα αγροτικά αυτοκίνητα και να καταργήσει την επιδότηση του ντίζελ σταδιακά σε μια τριετία αντί αμέσως. Καθώς φαίνεται, όμως, για τους αγρότες αυτή η κυβερνητική πρόθεση ήταν απλώς η αφορμή που έψαχναν για να ξεσπάσουν την οργή τους.

Οργή που εξέφραζαν με μεγαλύτερη ένταση τους προηγούμενους μήνες οι Γάλλοι αγρότες. Γι’ αυτούς, το πρόβλημα που τους ανάγκασε να μεταβούν με τα τρακτέρ τους στα κτίρια όπου εδρεύουν τα υπουργεία στο Παρίσι και να πετάξουν κοπριά σε αυτά είναι μια πληθώρα παραγόντων που τους πιέζουν και τους ωθούν στην απόγνωση. Μεταξύ αυτών, είναι το αυξανόμενο κόστος του ντίζελ κίνησης, η καθυστερημένη καταβολή των επιδοτήσεων της Ε.Ε., η διογκούμενη γραφειοκρατία και ο ανταγωνισμός από τις εισαγωγές.

Σε αυτά προστέθηκε η πίεση της γαλλικής κυβέρνησης να συγκρατήσουν οι αγρότες τις τιμές βάζοντας πλάτη στη μάχη κατά του πληθωρισμού και να κρατήσουν όρθια την οικονομία της χώρας διατηρώντας και τη διατροφική της ασφάλεια.

Ο εκπρόσωπος των Γάλλων αγροτών Φιλίπ Μπαρντί ισχυρίζεται ότι «δεν υπάρχει άλλο επάγγελμα που να υφίσταται τέτοιο ψυχικό φορτίο σαν αυτό του αγρότη», επεξηγώντας ότι «από τη μία πλευρά, ο υπουργός μάς ζητά να αλλάξουμε τις πρακτικές μας, να τις κάνουμε πιο οικολογικές. Από την άλλη, μας λέει να παράγουμε όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε η Γαλλία να πετύχει διατροφική κυριαρχία. Από τη μία πλευρά, μας λέει να κάνουμε τα πάντα για να αυξήσουμε τους μισθούς που πληρώνουμε. Από την άλλη, μας λένε να μειώσουμε τις τιμές μας λόγω του πληθωρισμού».

Ετσι, καθώς οι παράγοντες πιέζουν όλους τους τομείς της οικονομίας, πιέζουν και τους αγρότες, οι οποίοι έχουν υποστεί το ενεργειακό σοκ της προηγούμενης σεζόν και έχουν επιβαρυνθεί από τις καταστροφές που προκαλεί η κλιματική αλλαγή (πυρκαγιές και υψηλές θερμοκρασίες το καλοκαίρι, χαλάζι, πλημμύρες και πάγος τον χειμώνα). Τώρα οι περιορισμοί που τους επιβάλει η γαλλική κυβέρνηση, με την πίεση των Βρυξελλών, για βιώσιμες πρακτικές καλλιεργειών (εκλογίκευση της χρήσης νερού στο πότισμα, μείωση της χρησιμοποιούμενης ενέργειας, μείωση των χημικών που χρησιμοποιούνται), η κατάργηση φοροαπαλλαγών ή η επιβολή νέων φόρων αποτελούν casus belli.

Γερμανική λιτότητα

Επιστροφή στη Γερμανία. Η κυριότερη ανησυχία των αγροτών της μεγαλύτερης οικονομίας -και αγροτικής δύναμης- της Ευρώπης είναι ότι οι αυξήσεις των φόρων θα αναγκάσουν πολλούς στον τομέα που ήδη βρίσκεται αντιμέτωπος με τα αισθητά μικρότερα περιθώρια κέρδους να χρεοκοπήσουν. Αυτός ο κίνδυνος έχει γίνει αντιληπτός και από την κυβέρνηση, η οποία ωστόσο πρέπει να καταφέρει να καταθέσει έναν ισορροπημένο προϋπολογισμό. Ελπίζει, δε, ότι οι περικοπές που ανακοινώθηκαν τον Δεκέμβριο θα συμβάλουν στην εξοικονόμηση 920 εκατ. ευρώ (1 δισ. δολάρια).

Και αυτό γιατί τον Νοέμβριο υπέστη ένα δίχως προηγούμενο πλήγμα, όταν το ανώτατο δικαστήριο της Γερμανίας απέρριψε τα σχέδια του προϋπολογισμού για το 2024, τροφοδοτώντας έναν επίπονο αγώνα δρόμου για τον τρόπο με τον οποίο θα καλυφθεί ένα χρηματοδοτικό κενό ύψους 17 δισ. ευρώ.

Τα μακροπρόθεσμα διαρθρωτικά προβλήματα γύρω από το εργατικό δυναμικό και τις υποδομές της χώρας παραμένουν επίσης άλυτα. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι η Γερμανία θα είναι η μόνη οικονομία του G7 που θα συρρικνωθεί, και με ρυθμό 0,9% η ανάπτυξη αναμένεται να παραμείνει πολύ κάτω από τον μέσο όρο 1,4% για τις προηγμένες οικονομίες το 2024.

Διαβάστε περισσότερα στο protothema.gr