Του Μηνά Τσαμόπουλου

Με αφορμή ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες περί επιβολής φόρου πολυτελούς διαβίωσης και στα ιδιωτικά πλοία αναψυχής, που είδαν το φως της δημοσιότητας, ο Σύνδεσμος Ελλήνων Κατασκευαστών Πολυεστερικών (ΣΕΚΑΠΛΑΣ-ΠΕΕΥ) με επιστολή του προς το Υπουργείο Οικονομικών κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την υποστολή της ελληνικής σημαίας από τα σκάφη αναψυχής.

“Όπως είναι γνωστό ο φόρος πολυτελούς διαβίωσης επιβλήθηκε με το άρθρο 44 του ν. 4111/2013 (ΦΕΚ 18 Α΄) στα ΙΧ αυτοκίνητα οχήματα 1.929 κυβικών και πάνω (και ηλικίας έως 10 ετών), στα ελικόπτερα, αεροσκάφη και στις πισίνες.

Ο φόρος αυτός δεν επιβλήθηκε και στα σκάφη αναψυχής και, ως αντιστάθμισμα, με το άρθρο δέκατο τρίτο του ν. 4211/2013 (ΦΕΚ 256 Α΄) επιβλήθηκε τέλος παραμονής και πλόων.

Είναι βεβαίως προφανείς οι λόγοι για τους οποίους δεν επιβλήθηκε, τότε, ο φόρος πολυτελούς διαβίωσης και στα σκάφη αναψυχής αφού θα συμπεριελάμβανε μόνον τα υπό ελληνική σημαία πλοία, δυσμενής και ανεπίτρεπτη διάκριση, με αποτέλεσμα να μη επιτυγχάνονται, όπως είχε τότε εκτιμηθεί, οι δημοσιονομικοί σκοποί επιβολής του” και προσθέτει:

«Αντίθετα η επιβολή τέλους παραμονής και πλόων βαρύνει όλα τα πλοία αναψυχής, ιδιωτικά και επαγγελματικά, ανεξάρτητα από τη σημαία τους τα οποία πλέουν, ελλιμενίζονται ή αγκυροβολούν στα ελληνικά χωρικά ύδατα.

Με προγενέστερη επιστολή του της 7/2/2015 ο ΣΕΚΑΠΛΑΣ-ΠΕΕΥ είχε ζητήσει, λόγω της εμπειρίας του περί το γίγνεσθαι τόσον στον πρακτικό όσον και στο θεωρητικό (νομοθετικό, κανονιστικό κ.λπ.) τομέα τη συγκρότηση, με πρωτοβουλία του ΥΠ.ΟΙΚ., ειδικής επιτροπής από εκπροσώπους και του συναρμόδιου Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού (Τομείς Ναυτιλίας, Τουρισμού) καθώς και του ΣΕΚΑΠΛΑΣ-ΠΕΕΥ, έργο της οποίας θα ήταν η εξέταση όλων των οικονομικών παραμέτρων που σχετίζονται με το σκάφος αναψυχής με στόχο την προσαρμογή των οικείων διατάξεων στη σημερινή πραγματικότητα και απαιτήσεις.

Αποτέλεσμα …… φωνή βοώντος εν τη ερήμω …..»

Στη συνέχεια τα μέλη του Συνδέσμου επισημαίνουν ότι τα σφάλματα του πρόσφατου παρελθόντος διαφαίνεται ότι δεν έγιναν μαθήματα αποτροπής επανάληψής τους στο παρόν και στο μέλλον:

«Εάν η πολιτεία ενδιαφέρεται να κρατήσει ζωντανό αυτόν τον παραδοσιακό και δυναμικό κλάδο της Ελληνικής οικονομίας, να αυξήσει το διεθνές κύρος και τις εξαγωγές του, θα πρέπει τότε να ασχοληθεί ουσιαστικά. Να τον γνωρίσει και να παρέμβει ποιοτικά – και όχι μόνο ποσοτικά- στα θέματα υποδομών και ανταγωνιστικότητας σε παγκόσμιο επίπεδο.

Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να ξεχνάμε την, πάντα επίκαιρη, ρήση του Γεωργίου Παπανδρέου, του Γέρου της Δημοκρατίας, ότι τα καράβια δεν είναι ακίνητα, έχουν προπέλα …………., με ό,τι αυτό σημαίνει για τη σημαία μας και, το σημαντικότερο, μη ξαφνιαστούμε αν η συντριπτική πλειονότητα των ιδιοκτητών σκαφών αναψυχής υποστείλουν, από τα σκάφη τους, την ελληνική σημαία και υψώσουν άλλων κρατών !!!» και καταλήγουν τονίζοντας:

«Το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας, (νησιωτική συγκρότηση, πλούσιες φυσικές ομορφιές, λαογραφικός περίγυρος, πολιτιστική παράδοση και κληρονομιά, ιστορικότητα της περιοχής, και κυρίως το μεγάλο ανάπτυγμα της ελληνικής ακτογραμμής) πρέπει να διατηρηθεί και επαυξηθεί τοσούτω μάλλον που ζούμε σε συνθήκες απελευθέρωσης και εντεινόμενου διεθνούς ανταγωνισμού. Προαπαιτούμενο είναι η προσαρμογή της νομοθεσίας στη σημερινή πραγματικότητα και απαιτήσεις και βεβαίως η συντονισμένη και συνεκτική δράση ενός ολοκληρωμένου δικτύου προβολής, προώθησης και δικτύωσης όλων των δράσεων που αφορούν στο θαλάσσιο τουρισμό. Οψόμεθα ……….»