Η επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στο υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής την περασμένη εβδομάδα σχολιάστηκε θετικότητα από τη ναυτιλιακή κοινότητα αφού για πρώτη φορά, τουλάχιστον τα τελευταία 60 χρόνια,  πρωθυπουργός επισκέπτεται το υπουργείου είναι αρμόδιο για την ελληνική  ναυτιλιακή βιομηχανία η οποία είναι πρώτη δύναμη στον κόσμο.

Το ίδιο θετική ήταν και η υποδοχή του Γιάννη Πλακιωτάκη στον υπουργικό θώκο της Ναυτιλίας αφού όπως επεσήμαναν κύκλοι της ναυτιλίας «επιτέλους ανέλαβε το τιμόνι του Υπουργείου μας ένας άνθρωπος που επί σειρά ετών παρακολουθούσε στενά τα δρώμενα σε όλους τους τομείς της Ελληνικής και της Ελληνόκτητης ναυτιλίας μας, εκφράζοντας πάντα σωστές και θετικές απόψεις και υποδεικνύοντας πρακτικές λύσεις στα τρέχοντα προβλήματα όλων των κλάδων της Ναυτιλίας μας».

Ο Κυριακός Μητσοτάκης  χαρακτήρισε ως πρώτο πυλώνα στην πολιτικής της κυβέρνησης για τα  θέμα του ΥΝΑ  την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του Ελληνικού Νηολογίου, ήτοι της ελληνικής  σημαίας αλλά και την περαιτέρω αναβάθμιση της ναυτικής  εκπαίδευσης.

«Το πιο ενθαρρυντικό σημείο είναι το προσωπικό ενδιαφέρον του Πρωθυπουργού μας, ο οποίος επισκέφθηκε το Υπουργείο μας για να ασχοληθεί από κοντά με τα φλέγοντα θέματα της Ελληνικής και της Ελληνόκτητης Ναυτιλίας, κάτι που τουλάχιστον εξ’ όσων θυμάμαι από την εξηκονταετή παρουσία μου στα δρώμενα της Ακτής Μιαούλη, συνέβη για πρώτη φορά’ επεσήμανε ο Μιχάλης Λάμπρος, στέλεχος της ναυτιλίας  με πορεία άνω των 60 ετών   ο οποίος ασχολείται θεσμικά με τη Ναυτική Εκπαίδευση ενώ έχει λόγο και για το ελληνικό νηολόγιο.  Αφού αναφέρθηκε με θετικά σχόλια στον υπουργό Ναυτιλίας Γιάννη Πλακιωτάκη την επιλογή του οποίου για τη συγκεκριμένη θέση χαρακτήρισε θετικότητα και ελπιδοφόρα για τον κλάδο  κατέθεσε τις προτάσεις του για δύο καίρια θέματα που έθιξε και ο πρωθυπουργός. Νηολόγιο και ναυτική εκπαίδευση:

«Πρέπει να δοθεί άμεση προτεραιότητα σε δυο τομείς.

Ο πρώτος αφορά την ενίσχυση και την αύξηση του εθνικού μας νηολογίου και ο δεύτερος αφορά τη ναυτική εκπαίδευση» τόνισε μιλώντας στο «business stories» και συνέχισε:

«Α) Η  διεύρυνση και αύξηση του Ελληνικού Νηολογίου, μπορεί να επιτευχθεί με δύο τρόπους.

1. Την εφαρμογή και για τα Ελληνικά πληρώματα κατωτέρων ειδικοτήτων των διεθνών μισθολογίων που ισχύουν για όλους τους ναυτικούς, όπως προβλέπονται από τις ετήσιες συμβάσεις της ITF.  Με άλλα λόγια εφαρμογή και για τα Ελληνικά πληρώματα των ειδικών επιχειρησιακών συμβάσεων.

Συμφωνώ απόλυτα με την άποψη του κυρίου Πλακιωτάκη ότι το Υπουργείο μας δεν είναι ούτε με την Πλοιοκτησία ούτε με τις εργατικές ενώσεις. Όμως κάτι πρέπει να γίνει για να φθάσουμε σε μια χρυσή τομή στις σχέσεις Πλοιοκτησίας – ΠΝΟ.

Ίσως θα έπρεπε να βάλουν νερό στο κρασί τους και οι δύο πλευρές. Δηλαδή και η ΠΝΟ να δεχθεί για ορισμένες ειδικότητες κατωτέρων πληρωμάτων την εφαρμογή των επιχειρησιακών συμβάσεων της ITF, αλλά και η Εργοδοσία να δεχθεί να δώσει ένα έστω συμβολικό ποσοστό επιπλέον των μισθολογίων της ITF στα κατώτερα Ελληνικά πληρώματα.

Οι σημερινές μισθολογικές διαφορές μεταξύ Ελληνικών και ξένων κατωτέρων πληρωμάτων είναι τεράστιες. Ένας Έλληνας ναύτης με όλες του τις αποδοχές (μισθός – υπερωρίες – Σάββατα – άδεια – ασφαλιστικές κρατήσεις) κοστίζει μηνιαίως μεταξύ 3.000/ 3.500 ευρώ, σε σύγκριση με εξίσου καλό ναύτη Φιλιππινέζο ή Ινδό ή Πακιστανό ή Ουκρανό, ο οποίος κοστίζει €1,569-. Τα ίδια ισχύουν και για τις ειδικότητες των Θαλαμηπόλων, Μαγείρων και λοιπού βοηθητικού προσωπικού.

2.  Ο δεύτερος τρόπος είναι η ίδρυση δευτέρου ή κατά πολλούς παράλληλου Νηολογίου σύμφωνα με όσα ισχύουν από πολλά χρόνια σχεδόν σε όλες τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Δεν νομίζω ότι οι Ευρωπαίοι ανταγωνιστές μας είναι πιο έξυπνοι από εμάς και διατηρούν εκτός από το εθνικό νηολόγιο και τα παράλληλα.

Με αυτόν τον τρόπο θα ανοίξει ο δίαυλος της απασχόλησης των Ελληνικών πληρωμάτων κατωτέρων ειδικοτήτων που σήμερα δυστυχώς αντιμετωπίζουν την μάστιγα της ανεργίας.  Παράλληλα θα καταστήσει το υπό Ελληνική σημαία πλοίο ανταγωνιστικό, κάτι που στερείται δυστυχώς σήμερα.

Πολύ σωστά ανέφερε σε πρόσφατη ομιλία του ο κύριος Υπουργός ότι είναι απαράδεκτο ο Ελληνικός εμπορικός στόλος να είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο με 4.936 πλοία και στο Ελληνικό νηολόγιο να είναι νηολογημένα μόνον 720.  Το τέλος της δεκατετίας του 1980, τα υπό Ελληνική σημαία πλοία πλησίαζαν τα 3.000, με τάσεις περαιτέρω αυξήσεως.  Δυστυχώς όμως ακολούθησε η ραγδαία μείωση των υπό Ελληνική σημαία πλοίων λόγω της έλλειψης ανταγωνιστικότητας και φθάσαμε στη σημερινή απογοητευτική κατάσταση.

Β) Ναυτική Εκπαίδευση

«Η μόνιμη πληγή της Ναυτιλίας μας. Παρά τις προσπάθειες των αρμοδίων Yπουργείων και της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών  για αναβάθμιση και σωστή λειτουργία των δημοσίων σχολών ναυτικής εκπαίδευσης απέχομαι πολύ μακριά από επιτυχημένα αποτελέσματα.

Η Ναυτική Εκπαίδευση είναι πράγματι μια πονεμένη ιστορία. Το πρόβλημα είναι ο περιορισμένος αριθμός των εισακτέων κατ’ έτος σε όλες τις σχολές, δηλαδή κατά ανώτατο όριο 1200, ενώ οι υποψήφιοι που πληρούν όλες τις προδιαγραφές είναι πάνω από 7000.  Αποτέλεσμα είναι να ξενιτεύονται όσα παιδιά μπορούν οικονομικά σε άλλες σχολές, όπως π.χ. της Βάρνας και της Κύπρου. Δυστυχώς παρά το ό,τι έχουν εγκριθεί υπουργικές αποφάσεις για την ίδρυση ιδιωτικών ναυτικών σχολών, η εφαρμογή έχει παραπεμφθεί στις καλένδες.

Έτσι φθάσαμε από τον αριθμό των Ελλήνων ναυτικών τις δεκαετίες 1960/1970/1980 που ήταν πάνω από 70.000 χωρίς ανεργία στις 15.000 σήμερα με το ένα τρίτο περίπου σε μόνιμη ανεργία» είπε ο Μιχάλης Λάμπρος και συνέχισε:

«Πολύ αξιόλογες ήταν οι αναφορές του κυρίου Πλακιωτάκη  ότι από τον μήνα Σεπτέμβριο θα τεθεί σε λειτουργία το ΚΕΣΕΝ Μηχανιώνας και θα γίνουν βελτιώσεις στο κέντρο των σχολών Ασπροπύργου. Σωστές και οι διαπιστώσεις ότι εάν βελτιωθεί η Ναυτική Εκπαίδευση, θα βελτιωθεί και το εθνικό νηολόγιο και θα αυξηθεί η απασχόληση Ελλήνων ναυτικών που σήμερα αντιμετωπίζουν το φάσμα της ανεργίας, ιδιαίτερα στις ειδικότητες κατωτέρων πληρωμάτων» για να αναρωτηθεί στη συνέχεια:

«Διερωτώμαι όμως πώς θα επιτύχουμε βελτίωση στο εθνικό νηολόγιο όταν το Ελληνικό πλοίο συνεχίζει να μην είναι  ανταγωνιστικό, εφαρμόζοντας τις ισχύουσες Ελληνικές συμβάσεις εργασίας και όχι τις επιχειρησιακές της ITF.

Επίσης, τι θα γίνει με το χρόνιο θέμα της ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικών ναυτικών σχολών που θα λειτουργούν στα πρότυπα των δημοσίων;

Γιατί δεν τίθεται σε εφαρμογή η υπουργική απόφαση για την ίδρυση αυτού του είδους των σχολών που ψηφίστηκε πριν από έξι περίπου χρόνια;» γα να προσθέσει:

«Σήμερα όλοι οι ισχυροί σε στόλο Έλληνες εφοπλιστές διατηρούν και λειτουργούν ιδιωτικές σχολές ναυτικής εκπαίδευσης σε χώρες όπως οι Φιλιππίνες, Ινδία, Πακιστάν, Ουκρανία, κλπ και επανδρώνουν τα πλοία τους με αποφοίτους αυτών των σχολών, εφοδιασμένους με όλα τα απαραίτητα πιστοποιητικά ασφαλείας κλπ, κάτι στο οποίο πολλά Ελληνικά κατώτερα πληρώματα υστερούν.

Η νεολαία μας έχει δείξει σοβαρό ενδιαφέρον για επαγγελματική αποκατάσταση στον τομέα της Ναυτιλίας. Όμως , ακόμα και αν ενισχυθεί η τελματώδης σήμερα ναυτική εκπαίδευση με περισσότερους σπουδαστές, δεν θα επιτύχουμε καμία πρόοδο εάν δεν λυθεί το θέμα της εφαρμογής των επιχειρησιακών συμβάσεων.  Διερωτώμαι σε ποια πλοία θα ναυτολογηθούν οι απόφοιτοι των ναυτικών σχολών, όταν δεν υπάρχει Ελληνικό ανταγωνιστικό πλοίο;»