Είναι η πρώτη φορά μετά από 21 χρόνια που προκαθήμενος της Ρωσικής Εκκλησίας θα βρεθεί στην Ελλάδα με την κυβέρνηση να αποδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στην επίσκεψη αυτή τόσο σε πολιτικό, όσο και σε οικονομικό επίπεδο.

Ο Πατριάρχης Μόσχας, εκτός του θρησκευτικού συντηρεί και πολιτικό προφίλ. Άλλωστε είναι γνωστές οι στενές σχέσεις του κ. Κύριλλου που διατηρεί τόσο με τον Β. Πούτιν όσο και με τον υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας Σ. Λαβρόφ.

Ο προκαθήμενος της ρωσικής εκκλησίας τη Δευτέρα το πρωί θα συναντηθεί τόσο με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όσο και με τον πρωθυπουργό σε μια προσπάθεια επισφράγισης του ιδιαίτερα καλού επιπέδου των ελληνορωσικών σχέσεων.Πέραν του πολιτικού, υπάρχει όμως και το οικονομικό σκέλος.

Η άφιξη του Κύριλλου στην Αθήνα, πολύ περισσότερο όμως η επισκεψή του στο Άγιο Όρος εκτιμάται ότι θα δράσει ευεργετικά στην διαφήμιση των ορθόδοξων μνημείων της χώρας και θα τονώσει το τουριστικό ρεύμα των Ρώσων προς την Ελλάδα. Εξάλλου, το υπουργείο Τουρισμού δίνει ιδιαίτερο βάρος στην ενίσχυση του θρησκευτικού τουρισμού, με τους Ρώσους να βρίσκονται πολύ ψηλά στον κατάλογο των ελκυστικών εν δυνάμει τουριστών.

Ποιος είναι
Ο Μητροπολίτης Σμολένσκ και Καλίνινγκραντ κατά κόσμο (Βλαδίμηρος του Μιχαήλ Γκουντιάεφ), γεννήθηκε στις 20 Νοεμβρίου 1946 στο Λένινγκραντ.
Ο Πατέρας του Μιχαήλ ήταν Ιερέας και εκοιμήθη το 1974, ενώ η μητέρα του Ράϊσα ήταν Δασκάλα γερμανικών σε σχολείο και εκοιμήθη το 1984.
Ο Πρεσβύτερος αδελφός του, Πρωθιερέας Νικόλαος Γκουντιάεφ είναι Καθηγητής στην Θεολογική Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης, και προϊστάμενος στον Ιερό Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην Αγία Πετρούπολη.
Οι γονείς του Μητροπολίτη Κύριλλου ήταν πολύ ευσεβής και είχαν αφιερώσει την ζωή τους στην Εκκλησία, γι’ αυτό ο μικρός τότε Βλαδίμηρος επιθυμούσε να εξυπηρετεί καθημερινά την Εκκλησία.
Αποφοίτησε από το Λύκειο το 1965, και αμέσως μετά εισήλθε στο Θεολογικό Σεμινάριο και στην συνέχεια στη Θεολογική Ακαδημία του Λένινγκραντ.

Στις 3 Απριλίου το 1969 εκάρη μοναχός με το όνομα Κύριλλος προς τιμήν του Αγίου Κυρίλλου του Ισαποστόλου, από τον Μητροπολίτη Λένινγκραντ και Νόβγκοροντ Νικόδημο.
Στις 7 Απριλίου έγινε Ιεροδιάκονος, και στις 1 Ιουνίου του ιδίου έτους σε Ιερομόναχος.
Ένα χρόνο μετά τον Ιούνιο του 1970, αποφοίτησε με άριστα από την Θεολογική Ακαδημία του Λένινγκραντ και του απονεμήθηκε ο τίτλος του Διδάκτορα Θεολογίας.
Αφού υποστήριξε την Διδακτορική του Διατριβή έμεινε στην Ακαδημία ως Λέκτορας της Δογματικής Θεολογίας, και βοηθός επιθεωρητής της Θεολογικής Ακαδημίας.

Στις 12 Σεπτεμβρίου το 1971 έγινε Αρχιμανδρίτης και διορίστηκε εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Μόσχας, στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών στη Γενεύη και Προϊστάμενος της Σταυροπηγιακής Ενορίας της Γεννήσεως της Θεοτόκου στην Γενεύη.

Στις 2 Σεπτεμβρίου 1977 προήλθε στον βαθμό του Αρχιεπισκόπου.

Τέλος στις 6 Δεκεμβρίου του 2008 σε έκτακτη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Μόσχας με αφορμή την κοίμηση του μακαριστού Αγιωτάτου Πατριάρχου Μόσχας και πάσης Ρωσίας Αλέξιου Β΄, μετά από μυστική ψηφοφορία διορίζετε Τοποτηρητής του Πατριαρχικού Θρόνου της Ρωσίας.