Του Κωστή Πλάντζου

Η έκβαση που θα έχει η περιπέτεια για την τύχη των ΕΑΣ, ΕΛΒΟ και ΛΑΡΚΟ θα κρίνει εν πολλοίς και τις αποφάσεις που θα ληφθούν για το μέλλον της ΔΕΗ και της ΔΕΠΑ. “Η επόμενη μεγάλη προτεραιότητα”, αμέσως μετά την επίλυση της κρίσης για τις τρεις μεγάλες κρατικές βιομηχανίες, “θα είναι πλέον η ΔΕΗ και η ΔΕΠΑ”, ανέφερε αξιωματούχος του οικονομικού επιτελείου, μετά από σύσκεψη στο υπουργείο Οικονομικών για τις αποκρατικοποιήσεις υπό τον κ. Γιάννη Στουρνάρα.

Πόσο κοστίζουν οι αμυντικές βιομηχανίες

Οι αποζημιώσεις για τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα αν κλείσει η βιομηχανία υπολογίζονται στα 16 εκατ. ευρώ. Η τρόικα, για τα ΕΑΣ, αναφέρει ότι για τη λειτουργία της εταιρείας χρειάζονται 144 εκατ. ευρώ.

Ωστόσο, όπως δήλωσε νωρίτερα η κ. Γεννηματά, η ελληνική πρόταση τεκμηριώνει ότι χρειάζονται 30 εκατ. ευρώ, τα οποία θα επιστραφούν μέσω αξιοποίησης περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας καθώς επίσης για άλλα 12 εκατ.που αφορούν σε εθελουσία έξοδο για 350 άτομα, ποσό που επίσης δεν θα επιβαρύνει τους Έλληνες φορολογούμενους.

Σημειώνεται ότι τα 30 εκατ. αφορούν οφειλές προς τους εργαζομένους, την Εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία, καθώς και την προμήθεια αμυντικού υλικού.

Ο γόρδιος δεσμός της ΛΑΡΚΟ

Σχετικά με την ΛΑΡΚΟ οι κρατικές ενισχύσεις φτάνουν τα 130 εκατ. ευρώ – η Κομισιόν θεωρεί ότι είναι παράνομες-. Στο τέλος του 2012 παρουσίασε συσσωρευμένες ζημίες 170 εκατ. ευρώ, που σήμερα πάντως έχουν ξεπεραστεί, ενώ απασχολεί περισσότερους από 1.000 εργαζομένους.

Βαρύνεται με υποχρεώσεις 300 εκατ. ευρώ και αντιμετωπίζει φορολογικές επιβαρύνσεις 190 εκατ. ευρώ, ενώ αγκάθια για μια πιθανή πώληση είναι το υψηλό ενεργειακο κόστος λειτουργίας, η τιμή του νικελίου και τα περιβαλλοντικά θέματα για επίλυση.

Η κυβέρνηση επεξεργάζεται το σχέδιο υλοποίησης δύο ξεχωριστών διαγωνισμών,  έναν για το εργοστάσιο της Λάρυμνας μαζί με το μεταλλείο του Αϊ Γιάννη και έναν για όλα τα υπόλοιπα ορυχεία, αφού η Κομισίον εξέφρασε επιφυλάξεις τόσο για την πώληση της εταιρείας ως ενιαία, όσο και για διεξαγωγή δύο παράλληλων διαγωνισμών με δυνατότητα στον επενδυτή που θα κερδίσει τον πρώτο να πλειοδοτήσει και στον δεύτερο.

Οι υποψήφιοι επενδυτές διαμηνύουν πως τους ενδιαφέρει ενιαία η εταιρεία, και ότι δεν επιθυμούν να αποκτήσουν το εργοστάσιο χωρίς τα μεταλλεία ή αντίστροφα. Επομένως αν δεν υπάρξει ενδιαφέρον και οι διαγωνισμοί αποδειχθούν άγονοι, τότε εκ των πραγμάτων η Κομισιόν θα ζητήσει να μπει «λουκέτο» και στη ΛΑΡΚΟ.

Για την ΕΛΒΟ, σύμφωνα με το email που απέστειλε ο αξιωματούχος της τρόικας,  η λύση της εκκαθάρισης θα στοιχίσει πολύ περισσότερο από την πτώχευση. Σύμφωνα με του υπολογισμούς της Κομισιόν χρειάζονται 13,5 εκατ. ευρώ για τις αποζημιώσεις, ενώ αν η εταιρεία συνεχίζει να λειτουργεί υπό ειδικό καθεστώς εκκαθάρισης θα χρειαστούν  27,5 εκατ. για τα τρέχοντα λειτουργικά έξοδα.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, μια πρώτη απάντηση στην τρόικα αναμένεται να διαβιβασθεί από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας άμεσα, ενώ θεωρείται ζωτικής σημασίας για τον αμυντικό σχεδιασμό η λειτουργία των εργοστασίων πυρομαχικών σε Υμηττό (πρώην ΠΥΡΚΑΛ), Λαύριο και Αίγιο.

Στη βάση αυτή, προεξοφλούσαν το κλείσιμο των μονάδων των ΕΑΣ σε Ιωάννινα και Κύμη, ενώ οι εγκαταστάσεις της Ελευσίνας ενδέχεται να συγχωνευθούν με αυτές του Υμηττού.

Δηλώσεις Στουρνάρα

Μιλώντας για τις ΕΑΣ, ΕΛΒΟ και ΛΑΡΚΟ, ο υπουργός Οικονομικών επισήμανε δύο βασικά προβλήματα. “Πρώτον, είναι μη βιώσιμες και όπως είναι σήμερα κοστίζουν στο φορολογούμενο, και οι τρεις μαζί σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου από το Δημόσιο, γύρω στα 150 εκατ. το χρόνο, δηλ. για κάλυψη ζημιών υπό μορφή μετοχικού κεφαλαίου. Απασχολούν περίπου 2.100 ανθρώπους.

Δεύτερον, τα ΕΑΣ και η ΛΑΡΚΟ βαρύνονται με κρατικές ενισχύσεις. Για τη μεν ΛΑΡΚΟ έχω λάβει επιστολή από δύο Επιτρόπους με συγκεκριμένο ποσό. Για τα δε ΕΑΣ έχει ανοίξει φάκελος για ένα σημαντικό ποσό που υπερβαίνει το 1 δισ. ευρώ. Άρα, έχουμε μια πολύ δύσκολη διαπραγμάτευση. Έχουμε να λύσουμε δύο προβλήματα την ίδια στιγμή. Το πρόβλημα βιωσιμότητας και το πρόβλημα κρατικών ενισχύσεων. Εμείς στο Υπουργείο Οικονομικών προτείναμε μια λύση: για τις δύο εκκαθάριση εν λειτουργία, ενώ για τη ΛΑΡΚΟ – επειδή θεωρητικά τουλάχιστον υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον – είναι διαφορετικό το πρόβλημα. Πώς θα πείσουμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή – γιατί δεν είναι τόσο θέμα της τρόικας, είναι θέμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού: Πρέπει να τους αποδείξουμε ότι η μέθοδος που προτείνουμε, εκκαθάριση εν λειτουργία, αφήνει στο Δημόσιο, σε βάθος 5 ετών, μεγαλύτερη αξία απ΄ ό,τι θα άφηνε η εκκαθάριση, η πτώχευση. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε τώρα και αυτό διαπραγματευόμαστε”.

Το “μπρα-ντε-φερ” μεταξύ Κομισιόν και κυβέρνησης δείχνει πως η Αθήνα θα πρέπει να μάθει να ζει υπό την πίεση της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών. Μετά τις τελευταίες εξελίξεις το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων κινδυνεύει να καθυστερήσει περισσότερο από όσο προβλεπόταν στο μνημόνιο, στο “παρά πέντε” της ελεύσεως των ξένων ελεγκτών στην χώρα μας. Η Κομισιόν υπονόμευσε ήδη μια φορά την πώληση της ΔΕΠΑ και οι δανειστές δεν χάνουν ευκαιρία να ασκούν πιέσεις, όπως συνέβη και στην περίπτωση των συγχωνεύσεων τραπεζών ή παλαιότερα στην εκχώρηση του Ελληνικού στους Άραβες.

Στο υπουργείο Οικονομικών, όμως, ρίχνουν πλέον το βάρος κυρίως στο σχεδιασμό των κινήσεων για την πώληση των ενεργειακών βιομηχανιών της χώρας, και δευτερευόντως μόνο στις αποφάσεις για ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, ΟΛΘ κλπ.

Στο παρασκήνιο, η κυβέρνηση πρέπει να σταθμίσει τις πιέσεις των δανειστών για να αποφασίσει τι πολιτική θα ακολουθήσει για ΔΕΗ και ΔΕΠΑ.  Αν η Επιτροπή Ανταγωνισμού φανεί υποχωρητική και κάνει δεκτή  την επιχειρηματολογία  της ελληνικής πλευράς για το μέλλον των ΕΑΣ-ΕΛΒΟ και ΛΑΡΚΟ, θα είναι ένα καλό προηγούμενο για τη λύση που θα βρεθεί για την τύχη της ΔΕΗ και της ΔΕΠΑ. Αντιθέτως, αν οι Βρυξέλλες δείξουν ανυποχώρητες στις αξιώσεις τους, τότε δυσκολεύει η διαπραγμάτευση με τους δανειστές για τις λεπτές και κρίσιμες αποφάσεις που θα κρίνουν το μέλλον της αποκρατικοποίησης ΔΕΗ και ΔΕΠΑ, αλλά και των εργαζομένων σε αυτές.

Αιτία πολέμου με τις Βρυξέλλες αναμένεται να αποτελέσουν ζητήματα όπως ο διαχωρισμός της υποδομής (δίκτυο) από την παραγωγή και τη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας, η πολιτική τιμών και εισπράξεων των οφειλών σε ΔΕΗ και ΔΕΠΑ, αλλά και η τύχη των θέσεων εργασίας στις εταιρείες που θα αποκρατικοποιηθούν.

Η τρόικα θεωρεί πως οι επενδυτές θα πρέπει να πάρουν “καθαρές” τις επιχειρήσεις, χωρίς εκκρεμείς οφειλές από το παρελθόν, αλλά με την ευελιξία να επιλέξουν οι ίδιοι το προσωπικό που χρειάζονται για να τις λειτουργήσουν. Η κυβέρνηση θεωρεί αδιαπραγμάτευτη κυρίως την άσκηση δημόσιου ελέγχου στην τιμολογιακή πολιτική των επιχειρήσεων μετά την πώληση, αλλά δύσκολα θα επιβάλει στους επενδυτές τον αριθμό των εργαζομένων σε αυτές. Εύθραυστες είναι οι ισορροπίες και για το διαχωρισμό των επιχειρήσεων σε κλάδους, με σκοπό την ευκολότερη προσέλκυση ιδιώτη επενδυτή στη διαγωνιστική διαδικασία.