Με το ξεκίνημα της σημερινής συνεδρίασης της Wall Street, όλοι πίστευαν ότι η είδηση της ημέρας δεν θα ήταν άλλη από τη βουτιά της Apple, της μεγαλύτερης σε κεφαλαιοποίηση επιχείρησης του κόσμου, που ανακοίνωσε απογοητευτικές πωλήσεις.

Όπως φάνηκε, όμως, ούτε καν η απομυθοποίηση μιας εταιρείας που κατάφερνε τα τελευταία χρόνια να προκαλεί παγκόσμιο θαυμασμό με το άγγιγμα του Μίδα της, δεν ήταν ικανή να ανακόψει την άνοδο της Wall Street.

Η είδηση της ημέρας δεν ήταν άλλη, τελικά, από τη διάσπαση του ψυχολογικού φράγματος των 1.500 μονάδων, από τον S&P 500.

Η τελευταία φορά που ο S&P 500 άγγιζε τα επίπεδα ων 1.500 μονάδων ήταν στις 12 Δεκεμβρίου του 2007. Δηλαδή πριν από την κατάρρευση των μεγάλων τραπεζών της Wall Street που έφερε το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα στο χείλος του γκρεμού, προκάλεσε τη μεγαλύτερη ύφεση από το Κραχ του 1929 και φύτεψε τους σπόρους της σημερινής κρίσης χρέους.

Η άνοδος του S&P 500 δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο. Ο Dow Jones απέχει μόλις 3% από το ιστορικό υψηλό του, των 14.164,53 μονάδων, που είχε επιτευχθεί στις 9 Οκτωβρίου του 2007.

Για τις αγορές (κυρίως της Wall Street και λιγότερο της Ευρώπης, οι οποίες έκλεισαν σήμερα στα υψηλά δύο ετών), η κρίση είναι σαν να μην συνέβη ποτέ.

Και εάν κανείς κοιτάξει κάποιους αμερικανικούς μακροοικονομικούς δείκτες, ίσως και να πειστεί ότι τα πράγματα έχουν έτσι. Όπως ανακοινώθηκε σήμερα, οι νέες αιτήσεις για το επίδομα ανεργίας μειώθηκαν στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε ετών. Ακόμα και η αγορά ακινήτων -η οποία αποτέλεσε το Σημείο Μηδέν της χρηματοοικονομικής κρίσης- εμφανίζει, σύμφωνα με κάποιους δείκτες, τις καλύτερες επιδόσεις από το 2008.

Αλλά και πολλοί ιδιώτες επενδυτές φαίνεται να έχουν αφήσει πίσω τους το κεφάλαιο της κρίσης. Το ράλι των αγορών τροφοδοτείται κυρίως από τις επενδύσεις ιδιωτών. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, μέρος των 2,7 τρισ. δολαρίων που αναζητούσαν καταφύγιο από την κρίση σε αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων (που προσφέρουν ασφάλεια αλλά και εξαιρετικά χαμηλές αποδόσεις), εισρέουν στα χρηματιστήρια.

Όμως, αξιωματούχοι και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού αντιμετωπίζουν αυτό το ράλι με επιφύλαξη, σχεδόν με φόβο. Η αίσθηση που δημιουργείται σε κάποιους τομείς της οικονομικής ζωής, ότι η κρίση τελείωσε, είναι το τελευταίο που χρειάζεται η Ευρώπη, πιστεύουν πολλοί αξιωματούχοι, αφού μία τέτοια εξέλιξη κινδυνεύει να χαλαρώσει την αποφασιστικότητα για μεταρρυθμίσεις.

Την ανησυχία της, εξάλλου, δεν έκρυψε και η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Christine Lagarde, η οποία από το βήμα του Νταβός έσπευσε να δηλώσει ότι η αισιοδοξία των αγορών δεν αντανακλάται στην πραγματική οικονομία. Δεν μπορούμε ακόμα να πούμε ότι η κρίση τελείωσε, πρόσθεσε επίσης από το Παγκόσμιο Οικομικό Φόρουμ η Γερμανίδα καγκελάριος Angela Merkel.

Πραγματικά, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα παραμείνει σε ύφεση και φέτος, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Και παρότι τα σημερινά στοιχεία του δείκτη PMI δείχνουν να φέρνουν την Ευρώπη ένα βήμα πιο κοντά στην ανάκαμψη, ο δραματικός συνδυασμός της ύφεσης και της υψηλής ανεργίας μαρτυρούν ότι το κεφάλαιο της κρίσης δεν έχει κλείσει ακόμα.