“Το πρόβλημα της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους παραμένει ανοικτό”, δήλωσε ο  αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, μιλώντας κατά τη συζήτηση επί του Σχεδίου Νόμου «Κώδικας Κοινωφελών Περιουσιών, Σχολαζουσών Κληρονομιών και λοιπές διατάξεις» στην Ολομέλεια της Βουλής.

Ο κ. Σταϊκούρας εκτίμησε ότι στο τέλος του έτους το δημόσιο χρέος θα φτάσει ή ελάχιστα θα ξεπεράσει τα 320 δισ. ευρώ ή το 174% του ΑΕΠ.

Όμως, πρόσθεσε ότι εάν στο δημόσιο χρέος του 2011 προσθέσει κανείς τα ελλείμματα του 2012 και του 2013, τότε,  στο τέλος του 2013 το δημόσιο χρέος θα έπρεπε να ξεπεράσει τα 380 δισ. ευρώ ή το 208% του ΑΕΠ.

“Εφόσον είμαστε συνεπείς προς τις δεσμεύσεις μας, θα αξιώσουμε, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Eurogroup το 2012, την έμπρακτη συμβολή των εταίρων μας στην ελάφρυνση του δημοσίου χρέους. Τρόποι υπάρχουν. Θα αναζητήσουμε το βέλτιστο με διαπραγματεύσεις”, είπε.

Αναλυτικότερα, ο αναπληρωτής υπουργός τόνισε: “Οφείλουμε, όλες οι πτέρυγες της Βουλής, να προσεγγίσουμε το υπαρκτό μείζον πρόβλημα του δημοσίου χρέους με νηφαλιότητα, ρεαλισμό και αλήθεια.

Η αλήθεια είναι:
1ον. Το δημόσιο χρέος, εδώ και δεκαετίες, είναι πολύ υψηλό, ως απόλυτο μέγεθος, ενώ είχε και ισχυρή αυξητική δυναμική.

2ον. Το δημόσιο χρέος θα αυξάνει όσο η χώρα έχει δημοσιονομικά ελλείμματα. Ενώ όσο συνεχίζει και βαθαίνει η ύφεση, τότε και ο δείκτης του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ θα αυξάνει ανάλογα. Αυτό είναι το προφανές.

3ον. Το δημόσιο χρέος, στο κλείσιμο του 2009, μετά τις επαναταξινομήσεις λογαριασμών και την αναθεώρηση του ΑΕΠ που αφορούσαν την περίοδο 2006 – 2009 και που έγιναν κατά τη διάρκεια του 2010 και 2011, ανήλθε στο ύψος των 299,7 δισ. ευρώ (ή 129,7% του ΑΕΠ). Στο κλείσιμο του 2010 ανήλθε στα 329,5 δισ. ευρώ (ή 148,3% του ΑΕΠ). Στο κλείσιμο του 2011 έφτασε στα 355,2 δισ. ευρώ (ή 170,3% του ΑΕΠ). Και το 2012 έκλεισε στα 303,9 δισ. ευρώ (ή 156,9% του ΑΕΠ).

Αξίζει να σημειωθεί ότι:
α) Μόνο από το άθροισμα των δημοσιονομικών ελλειμμάτων της τετραετίας 2010 – 2013, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι προσαρμογές ροών-αποθέματος, το δημόσιο χρέος θα έπρεπε να είχε αυξηθεί κατά 70 δισ. ευρώ (ή 38,4% του ΑΕΠ του 2013).
Και δεν έχει αυξηθεί σ’ αυτό το επίπεδο.

β) Εάν στο δημόσιο χρέος του 2011 (355 δισ. ευρώ), πριν το 2012 που έγινε η αναδιάρθρωση, προσθέσουμε την ελλειμματική δραστηριότητα του δημοσίου κατά τα έτη 2012 και 2013 (26 δισ. ευρώ) τότε στο τέλος του 2013 το δημόσιο χρέος θα έπρεπε να ξεπεράσει τα 380 δισ. ευρώ ή το 208% του ΑΕΠ. Στα παραπάνω στοιχεία δεν έχουμε προσθέσει τα τοκοχρεολύσια που εξοικονομήσαμε λόγω της αναδιάρθρωσης.

Αυτό, όμως, δεν συμβαίνει, αφού στο τέλος του έτους εκτιμούμε ότι το δημόσιο χρέος θα φτάσει ή ελάχιστα θα ξεπεράσει τα 320 δισ. ευρώ ή το 174% του ΑΕΠ.

Βεβαίως, πρέπει να σημειωθεί ότι στο «φρενάρισμα» αυτό συνέβαλλε η αναδιάρθρωση του χρέους, μέσω του PSI και της επαναγοράς.

Με τους χειρισμούς αυτούς το δημόσιο χρέος ελαφρύνθηκε το 2012 κατά 126 δισ. ευρώ ή 65% του ΑΕΠ.

Δηλαδή κάλυψε μεγάλο μέρος των δημοσίων ελλειμμάτων, αλλά και των αναγκών που προέκυψαν από την αναδιάρθρωση του χρέους, όπως είναι, μεταξύ άλλων, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.

Και αναφέρομαι στο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης και όχι σ’ αυτό της Κεντρικής Διοίκησης, το οποίο είναι τμήμα της Γενικής και παραδοσιακά λίγο υψηλότερο από το τελικό, αυτό της Γενικής Κυβέρνησης.

4ον. Το ύψος του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης, όπως αναγράφεται στο πρόσφατα δημοσιευθέν Δελτίο Δημοσίου Χρέους 2ου Τριμήνου 2013, παρουσιάζει αύξηση, από 305,5 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2012 στα 321,6 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2013.
Ωστόσο, αυτή η αύξηση ούτε αιφνίδια ήταν ούτε μπορεί να αποτελέσει αιτία για την πρόκληση οποιασδήποτε ανησυχίας, αφού είναι παροδική, χρονικά ορισμένη και, το σημαντικότερο,  αντιρροπείται από την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων από το Ελληνικό Δημόσιο.

Συγκεκριμένα, αυτή η φαινομενική αύξηση χρέους είναι προϊόν της υποχρέωσης απεικόνισης της εκταμίευσης των κεφαλαίων από το EFSF προς το Ελληνικό Δημόσιο προκειμένου να επιτευχθεί η χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.

Ωστόσο, το χρέος που δημιουργείται από την εκταμίευση των κεφαλαίων αντικρίζεται από περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν πλέον ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου, με προβλεπόμενη εκποίησή τους και με προσδιορισμένη αξία μεταπώλησης.

5ον. Με τη διαδικασία του PSI το μεγαλύτερο μέρος του δημοσίου χρέους είναι πλέον στα χέρια των εταίρων και του Ευρωσυστήματος.

Μόνο 29,5 δισ. ευρώ βρίσκονται στα χέρια ιδιωτών πιστωτών και 28 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ.  Επίσης, η μεσοσταθμική του διάρκεια έχει χρονικά επεκταθεί.

Και οι δύο αυτές παράμετροι έχουν κεφαλαιώδη σημασία για την μείωση του κινδύνου εξόφλησης και αναχρηματοδότησης και για τη βιωσιμότητα του χρέους, ενώ απελευθερώνουν πόρους για την ανάπτυξη και εξοικονομούν χρόνο για την αναδιάταξη της οικονομίας.

Σημειώνεται ότι η διακράτηση του χρέους από τους εταίρους ενισχύει τις διαπραγματευτικές δυνατότητες, όπως προέκυψε και από τις αποφάσεις του Eurogroup στις 26/27 Νοεμβρίου και 13 Δεκεμβρίου 2012 ως προς την βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους.

Επιπροσθέτως, υπογραμμίζεται ότι η μέση διάρκεια του χαρτοφυλακίου από 6,6 έτη στις 31/12/2011 διαμορφώθηκε σε 15,3 έτη στις 31/12/2012.

Και οι τόκοι εξυπηρέτησης από 16,3 δισ. ευρώ το 2011 διαμορφώθηκαν σε 12,2 δισ. ευρώ το 2012, με την πρόβλεψη να μειωθούν σε 6,4 δισ. ευρώ το 2013, απελευθερώνοντας έτσι ρευστότητα για την ανάπτυξη της Ελληνικής οικονομίας.

Σε κάθε περίπτωση, πέραν των εξελίξεων που προανέφερα, το πρόβλημα της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους παραμένει ανοικτό. Η χώρα οφείλει να «φρενάρει» ριζικά την αυξητική δυναμική και να αντιστρέψει την τάση, τόσο ως απόλυτο μέγεθος όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αυτό θα πραγματωθεί με την επίτευξη διατηρήσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων και με τον εμπλουτισμό του μίγματος της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής με την ισχυροποίηση των αναπτυξιακών εργαλείων. Διαρθρωτικές αλλαγές, αποκρατικοποιήσεις και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας παντού. Στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Ταυτόχρονα, και εφόσον είμαστε συνεπείς προς τις δεσμεύσεις μας, να αξιώσουμε, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Eurogroup το 2012, την έμπρακτη συμβολή των εταίρων μας στην ελάφρυνση του δημοσίου χρέους. Τρόποι υπάρχουν. Θα αναζητήσουμε το βέλτιστο με διαπραγματεύσεις”.