Η εξίσωση μισθών δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, η «βουλγαροποίηση» αμοιβών και το τέλος των συλλογικών διαδικασιών προς όφελος της ατομικής διαπραγμάτευσης είναι τα δεινά που έφεραν τα μνημόνια σύμφωνα με το ΣΥΡΙΖΑ, στην αγορά εργασίας τα τελευταία 3 χρόνια.

Στη συνέντευξη που έδωσαν σήμερα, ημέρα που λήγει η ισχύς των 42 εναπομεινασών κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προέβλεψαν το τέλος του ελληνικού συλλογικού εργατικού δικαίου και τη δραματική αύξηση των ατομικών συμβάσεων με μειώσεις αμοιβών έως και 50%.

Όπως τόνισε ο κ. Δημήτρης Στρατούλης, σύμφωνα με το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, από το Οκτώβριο του 2011 (Ν. 4024) έως τα τέλη Νοεμβρίου 2012 υπογράφονται 930 επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας και μάλιστα στην μεγάλη τους πλειοψηφία (80%) ανάμεσα στον εργοδότη και στο εργοδοτικό μόρφωμα των ενώσεων προσώπων και όχι με τη συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων.

Το ποσοστό της μέσης μείωσης των αποδοχών είναι κυριολεκτικά ανυπολόγιστο, διότι εκτός από τις περιπτώσεις ονομαστικών μειώσεων της τάξης του 15%, του 20%, του 30%, ή και του 40-50% στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων «συμφωνείται» μείωση-προσαρμογή των αποδοχών στα επίπεδα της εκάστοτε Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, δηλαδή σε μικτούς μηνιαίους μισθούς 586 ευρώ (ή 511 ευρώ για τους νέους έως 25 ετών).

Επιπλέον, υπολογίζεται ότι η λήξη της ισχύος και η μη ανανέωση των κλαδικών, ομοιοεπαγγελματικών και επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων, μετά την λήξη της μεταλλαγμένης πλέον μετενέργειάς τους, εντός του προηγούμενου έτους έχει υποχρεώσει το 60% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή περίπου 1.200.000 άτομα, σε ατομικές συμβάσεις εργασίας με δραστικές έως σφαγιαστικές μειώσεις μισθών.

Με τη σημερινή λήξη της ισχύος των υπολοίπων 42 κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, που επιβίωσαν από το καταστροφικό πέρασμα του δευτέρου μνημονίου, και εφόσον δεν υπογραφούν νέες στο διάστημα των τριών επομένων μηνών, που θα ισχύει η νέα μεταλλαγμένη μετενέργειά τους, εκτιμάται ότι το συνολικό ποσοστό των εργαζομένων που οι αποδοχές τους θα καθορίζονται με ατομική συμφωνία, δηλαδή με πλήρη παράδοσή τους στην κερδοσκοπική βουλιμία των εργοδοτών, θα εκτιναχθεί έως τα τέλη του 2013 στο 80% και ότι οι μειώσεις των μισθών τους θα φτάσει το 50%.

Όσον αφορά – τονίζει ο κ. Στρατούλης- τις δηλώσεις του Υπουργού Εργασίας κ. Βρούτση την περασμένη Κυριακή για το δικαίωμα της απεργίας , αλλά και τις πιο πρόσφατες του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών κ. Μέργου για τον κατώτατο μισθό, θεωρούμε ότι δεν τις έκαναν κατά λάθος, αλλά συνειδητά παίζοντας ουσιαστικά τον ρόλο του «λαγού» ως προς τις πραγματικές προθέσεις τις κυβέρνησης.

Η χθεσινή αποκαλυπτική απάντηση του επιτρόπου Όλι Ρεν αποκαθιστά την αλήθεια επισημαίνοντας ότι η περαιτέρω σύγκλιση των αποδοχών στην Ελλάδα με τις αντίστοιχες σε χώρες, όπως η Βουλγαρία ή η Ρουμανία, δηλαδή στα 150 ευρώ μηνιαία, παραμένει ρητός μνημονιακός στόχος για το άμεσο μέλλον.

Για το ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ η αποκατάσταση των κατώτατων αποδοχών δεν αποτελεί απλά ένα μέσο οικονομικής στήριξης και αποκατάστασης της αγοραστικής δύναμης των ασθενέστερων οικονομικά τμημάτων των εργαζομένων, αλλά αναδεικνύεται σε μείζον ζήτημα δημοκρατίας, γιατί η συλλογική διαπραγμάτευση και το δικαίωμα της υπογραφής συλλογικών συμβάσεων εργασίας αποτελούν κατακτημένα εδώ και δεκαετίας δικαιώματα των εργαζομένων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.

Η δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ για την επαναφορά του κατώτερου μισθού στα προηγούμενα επίπεδα, έχει ως στόχο την επαναφορά στη χώρα μας του εργατικού δικαίου που την τελευταία μνημονιακή τριετία είχε μετατραπεί σε εργοδοτικό δίκαιο.

Στη εισήγηση του ο βουλευτής κ. Αλέξης Μητρόπουλος επεσήμανε ότι με τη λήξη της ισχύος του μεγάλου όγκου των ΣΣΕ σήμερα, την έναρξη της 3μηνης (αντί 6μηνης) μετενέργειας, μπαίνουμε σε μια φάση βίαιης και γενικευμένης αναδιάρθρωσης του συστήματος μισθών στην Ελλάδα, που δεν έχει προηγούμενο στην Ευρώπη˙ όχι μόνο των μισθών του ιδιωτικού τομέα, αλλά και των μισθών του στενού Δημόσιου και των ΔΕΚΟ, κάτι που μέχρι σήμερα έχει αποκρυβεί συστηματικά από την παραπλανητική μνημονιακή δημοσιολογία.

Συγκεκριμένα , υποστηρίζει ότι με την πρόβλεψη του τρίτου Μνημονίου ότι κανένας μισθός στον ιδιωτικό τομέα (είτε από ατομική σύμβαση, είτε από ΣΣΕ) δεν μπορεί να είναι κατώτατος του εκάστοτε κατώτατου, κάτι που a contrario σημαίνει, για τους γνωρίζοντες πλέον τους μνημονιακούς ευφημισμούς, ότι όλοι οι μισθοί επιτρέπεται να πέσουν μέχρι τον κατώτατο ο οποίος θα είναι “καθαρός” για όλους τους εργαζομένους (single minimum wage), χωρίς προσαυξήσεις λόγω προϋπηρεσίας, οικογένειας, σπουδών, συνθηκών κ.ά.