H στήριξη που παρείχε ο Ολάντ όσον αφορά το άνοιγμα της ελληνικής κυβέρνησης στις ΑΟΖ είναι μείζονος σημασίας σε μια περίοδο έντονων πιέσεων, αμφισβητήσεων και διεκδικησεων. Κυρίως η ευρωπαική υποστήριξη μετά τις σαφείς προειδοποιήσεις της αμερικανικής πλευράς δίνουν στην κυβέρνηση μια σημαντκή κάλυψη για μια σειρά ζητημάτων που συνδέονται με τα ενεργειακά συμφέροντα που ξεδιπλώνονται, είτε το θέλουμε είτε όχι.

Παράλληλα είναι προφανές ότι η γαλλική πλευρά αφενός μετρά την Ελλάδα σαν χώρα της Ευρωζώνης, αφετέρου μπαίνει δυνατά στις ιδιωτικοποιήσεις. Και αυτό είναι θετικό γιατί οι δυτικο-ευρωπαικές εταιρίες ήταν απούσες στην προσκληση ενδιαφέροντος της ΔΕΠΑ, πριν καταβληθεί η προηγούμενη δόση. Από εκεί και πέρα το νέο θέμα που ανοίγει, θα έχει να κάνει με το πώς θα μοιραστεί η ελληνική πίτα ανάμεσα σε γαλλικά και γερμανικά συμφέροντα,που είναι προφανές ότι σε πρώτη φάση επικεντρώνονται σε ΔΕΗ και ύδρευση.

Ολα αυτά μπορούν πράγματι να αποβούν προς το καλύτερο της χώρας εαν η στρατηγική έχει μια κατεύθνση  ολοκληρωμένη όσον αφορά την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων. Γιατί αυτός είναι ο πραγματικός στόχος.Δεν θα επιτευχθεί όμως, αν επικρατήσει μια στενή λογική  αποκρατικοποιήσεων ανεξάρτητη από ένα ευρύτερο ενιαίο πλαίσιο,που θα φιλτράρει το μείγμα αυτών των επενδύσεων.Και αυτό γιατί η χώρα ακόμα δεν διαπραγματεύεται με όρους αγοράς αλλά με όρους χρεώστη.

 Σε κάθε περίπτωση θα μpορούσε να πει κανείς ότι η επίσκεψη Ολαντ άνοιξε επενδυτικές προοπτικές. Μένει να δούμε την υλοποίησή τους.