Πριν από λίγο καιρό στη στήλη «Ο Ειδικός Εκκαθαριστής» φιλοξενήθηκε το εξής κείμενο: “Ο Γιάννης Βλαχογιάννης -Jon Romero Vlachoyiannis για τους φίλους του στο facebook- είναι ήδη ένα μικρός ήρως για την κοινότητα των startupers.

Στα 32 χρόνια του έχει καταφέρει να βρει δύο φορές χρηματοδότηση από ιδιώτες επενδυτές και funds από την αμερικανική ήπειρο. Μάλιστα, τη δεύτερη φορά – μέσα στο 2013- τίναξε την μπάνκα στο αέρα καθώς η εισηγμένη στο Nasdaq εταιρεία Splunk ξόδευσε ένα επταψήφιο νούμερο για να εξαγοράσει την εταιρεία BugSense – ένα μαύρο κουτί για τα κινητά τηλέφωνα.

Η ελληνική startup που είναι μέρος πλέον του διεθνούς δικτύου της αμερικανικής εισηγμένης εταιρείας έχει την έδρα της – ένα απλό, σχεδόν φοιτητικό, διαμέρισμα στους Αμπελόκηπους- έχει μια πολύ προδιαγεγραμμένη πορεία. Το ίδιο και οι ιδρυτές αλλά και οι εργαζόμενοι σε αυτήν – η πλειοψηφία τους από το ΤΕΙ Πειραιά. Τελικός προορισμός και κατάληξη αυτής της πορείας το Σαν Φραντσίσκο”.

Ο Γιάννης Βλαχογιάννης μίλησε μπροστά στη κάμερα του newmoney.gr για την πρωτοφανέρωτη εμπειρία αυτής της εξαγοράς. Ως γνωστόν  η πλατφόρμα του Γιάννη και της παρέας του για κινητά τηλέφωνα, η οποία εντοπίζει προβλήματα και τυχόν κολλήματα στις εφαρμογές και στη συνέχεια ενημερώνει τους προγραμματιστές ώστε να τα διορθώσουν, πωλήθηκε στην -εισηγμένη στον Nasdaq- Splunk.

Γεγονός όχι και τόσο απροσδόκητο αν αναλογιστεί κανείς πως κατόρθωσαν μόλις σε δύο χρόνια λειτουργίας να δημιουργήσουν μια startup με έδρα την Αθήνα, γραφείο στο Σαν Φρανσίσκο και πελάτες τους εταιρείες όπως οι Samsung, VMWare, Skype, Instagram, Shazam και SoundCloud.

Το ποσό της εξαγοράς δεν έχει ακόμα ανακοινωθεί, αλλά είναι χαρακτηριστικό ότι η αντίστοιχη εταιρεία Crashlytics πωλήθηκε πέρυσι στο Twitter για κάτι λιγότερο από 100 εκατ. δολάρια. Η Splunk θα μπορούσε σε κάθε περίπτωση να υποστηρίξει ένα τέτοιο ποσό, δεδομένου ότι διαθέτει χρηματιστηριακή αξία που ξεπερνά, ούτε λίγο ούτε πολύ, τα 6,3 δισ. δολάρια!

Η  BugSense είναι κερδοφόρα από την πρώτη χρονιά λειτουργίας της και, όπως τονίζει ο Γιάννης Βλαχογιάννης, «χρειάστηκε χρηματοδότηση μόλις μία φορά και αυτή της τάξης των 100.000 δολαρίων, όταν οι βασικοί μας ανταγωνιστές έχουν χρηματοδοτηθεί συνολικά με 7,5 εκατ. δολάρια».