Του Κώστα Τσαούση
Στο site της Alpha Bank -στην ενότητα Ιστορική Διαδρομή- το μάτι του διαδικτυακού ταξιδιώτη πέφτει σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία. Στη λεζάντα που τη συνοδεύει εξηγείται η επιλογή της: «Εγκαίνια Καταστήματος Ιωαννίνων, 1965. Διακρίνονται από αριστερά προς δεξιά: Γιάννης Σ. Κωστόπουλος, Φώτης Π. Κωστόπουλος και Κωνσταντίνος Σ. Μανουηλίδης, αρχιτέκτων και αργότερα Τεχνικός Σύμβουλος της Τραπέζης».
Από εκείνο το φωτογραφικό στιγμιότυπο στην πρωτεύουσα της Ηπείρου έχουν περάσει μόλις δύο χρόνια από τη στιγμή που ο γιος του Σπύρου Κωστόπουλου, ακολουθώντας την παράδοση της οικογένειας, έχει διαβεί το κατώφλι της μικρής για τα εγχώρια τραπεζικά δεδομένα της εποχής Τραπέζης Επαγγελματικής Πίστεως. Είναι μόλις 27 χρόνων, καλοσπουδαγμένος και κοσμογυρισμένος για τα μέτρα της εποχής. Ναυπηγός, όπως καταγράφεται στο βιογραφικό του, από το King’s College του Πανεπιστημίου Durham της Αγγλίας.
Ελάχιστοι τότε από τους Αθηναίους της αγοράς έδωσαν σημασία στην είσοδο της επόμενης γενιάς στις οικογενειακές δουλειές. H τρίτη κατά σειρά γενιά της οικογένειας Κωστόπουλου, ο Γιάννης, που φέρει και το όνομα του παππού ιδρυτή του εμπορικού και τραπεζικού οίκου από την Καλαμάτα, και ο ξάδερφός του, Φώτης Π. Κωστόπουλος. Ο πρώτος θα ασχοληθεί με τις χορηγήσεις στο κεντρικό κατάστημα επί της οδού Σταδίου και ο δεύτερος θα πάει στο Δικαστικό Τμήμα της τράπεζας. Ετσι κι αλλιώς το κουμάντο το έκαναν άλλοι και δεν υπήρχε και πολύς χώρος για να έρθουν οι νεαροί στο προσκήνιο. Ο πατέρας του Γιάννη Κωστόπουλου, Σπύρος, έτρεχε την τράπεζα και ο αδελφός του, Σταύρος, ασχολιόταν με την πολιτική – υπουργός του Γεωργίου Παπανδρέου στην κυβέρνηση της Ενωσης Κέντρου που μετά το βασιλικό πραξικόπημα του καλοκαιριού του 1965 ακολούθησε τους λεγόμενους αποστάτες. Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια για να αποδοθεί στη βάση χειροπιαστών αποτελεσμάτων η πρωτοκαθεδρία των κινήσεων στον σπουδαγμένο ναυπηγό και τολμηρό ιστιοπλόο. Δέκα χρόνια από την πρώτη του είσοδο αναλαμβάνει υψηλά διοικητικά καθήκοντα: διευθύνων σύμβουλος και γενικός διευθυντής της τράπεζας. Τον προηγούμενο χρόνο -δηλαδή το 1972- σύμφωνα με μια καταγραφή του σχετικού ιστορικού αρχείου της τράπεζας, ο Γιάννης Κωστόπουλος αναλαμβάνει τα καθήκοντα του διευθύνοντος συμβούλου. Ανάληψη καθηκόντων που συμπίπτει με δύο σημαντικά γεγονότα της διαδρομής της τράπεζας. Το πρώτο αφορά την αλλαγή επωνυμίας της τράπεζας από Εμπορικής Πίστεως σε Τράπεζα Πίστεως, ενώ το δεύτερο έχει σχέση με την καθιέρωση ενός νέου εταιρικού σήματος το οποίο προέρχεται από τον οπισθότυπο του πρώτου νομίσματος του ελλαδικού χώρου, που κόπηκε στην Αίγινα. Ενα εταιρικό σήμα που διατηρείται αναλλοίωτο μέχρι σήμερα.
Νέα κεφάλαια από αμερικανική τράπεζα
Το 1973 -χρονιά που ξεκινά τον επαγγελματικό του βίο στην τράπεζα και ο πρώτος ξάδερφος του Γιάννη Κωστόπουλου, Δημήτρης Π. Μαντζούνης, ο σημερινός διευθύνων σύμβουλός της- η Τράπεζα Πίστεως παραμένει μια μικρή τράπεζα. Θα χρειαστεί μια νέα ισχυρή κεφαλαιακή ένεση από το εξωτερικό και μια πολιτική ανατροπή για να αλλάξει η μοίρα της. Οσοι γνωρίζουν καλά πρόσωπα και πράγματα, μιλούν για τον καταλυτικό ρόλο που είχε η γνωριμία του Γιάννη Κωστόπουλου με τον Μίνωα Ζομπανάκη, που λειτουργεί ως εφαλτήριο για την εκ νέου έλευση των επενδυτών της κορυφαίας για τα δεδομένα των δεκαετιών ’70 και ‘80 αμερικανικής τράπεζας που ακούει στο όνομα Manufacturers Hanover. Οι τραπεζίτες από την αντίπερα όχθη του Ατλαντικού καταφτάνουν στην Αθήνα προσκομίζοντας και νέα κεφάλαια για να εξαγοράσουν επιπλέον ποσοστό, με αποτέλεσμα η συμμετοχή τους να φτάνει ή να ξεπερνά ελαφρά το 20% των μετοχών της Πίστεως. Η πρώτη επαφή των Αμερικανών με την τράπεζα και η συμμετοχή τους στο μετοχικό κεφάλαιό της μέσω μιας ομάδας αμερικανικών και ευρωπαϊκών τραπεζών γίνεται στη δεκαετία του ’60, στο μέσο αυτής της σύντομης (λόγω χούντας) δεκαετίας.
Παρά την κρατικοποίηση του τραπεζικού- βιομηχανικού συγκροτήματος της Εμπορικής Τράπεζας και την εκδίωξη από τη διοίκησή της του καθηγητή Στρατή Ανδρεάδη, το ενδοτραπεζικό περιβάλλον τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης δεν αλλάζει δραστικά. Το μερίδιό της δεν ξεπερνά το 4%-5%. Αυτό είναι και το ποσοστό της όταν απέναντί της -στη διοίκηση της Εμπορικής- βρίσκεται ένας κατοπινός στενός συνεργάτης του Γιάννη Κωστόπουλου, ο Παναγής Βουρλούμης. Ο τελευταίος έρχεται το 1977 στην Ελλάδα ύστερα από μια επιτυχημένη πορεία στα διεθνή τραπεζικά ως αντιπρόσωπος της Manufacturers Hanover και δύο χρόνια αργότερα αναλαμβάνει τη διοίκηση της Εμπορικής. Ο τελευταίος παραμένει στη διοίκησή της μέχρι να καταφθάσει ο κόσμος της Αλλαγής του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Γιάννης Κωστόπουλος και ο Παναγής Βουρλούμης, μετά το πρώτο σοκ που έφερε μαζί της για ένα μεγάλο κομμάτι του αστικού κόσμου η διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, βρήκαν μια διαφορετική περπατησιά και συνεργάστηκαν για να υποδεχτούν τη νέα εποχή για τα τραπεζικά και επιχειρηματικά πράγματα στη χώρα μας – μια εποχή της οποίας η έλευση διευκολύνθηκε από την υπουργοποίηση του Κώστα Σημίτη. Στο πλευρό του τελευταίου, ένας παραδοσιακός φίλος του Γιάννη Κωστόπουλου, ο δικηγόρος και μετέπειτα διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Θόδωρος Καρατζάς. Η ίδρυση της Alpha Finance -που έχει επικεφαλής τον Βουρλούμη- δίνει τη δυνατότητα στον Γιάννη Κωστόπουλο να εδραιώσει την παρουσία της τράπεζάς του στο νέο πεδίο της κεφαλαιαγοράς και του χρηματιστηρίου, όπως και λίγα χρόνια αργότερα, όταν το δίδυμο φτιάχνει την πρώτη ελληνικών συμφερόντων εμπορική τράπεζα στην πρωτεύουσα της Ρουμανίας. Η πρωτοποριακή για τα δεδομένα της μετακομμουνιστικής Ανατολικής Ευρώπης Banca Bucuresti αποτελεί το επιτυχημένο μοντέλο απόπειρας διεθνοποίησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Τον Σεπτέμβριο του 2011, γράφοντας για τον καπετάνιο της Πίστεως, είχα ανασύρει από τη μνήμη μου μια ιστορία: «Αύγουστος του 1999. Ο καύσωνας της Σοφοκλέους έχει μεταφερθεί με απροσδιόριστη ταχύτητα χιλιόμετρα μακριά και δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστο και το γραφικό Φισκάρδο, το μικρό λιμανάκι στα βόρεια της Κεφαλονιάς. Εκεί έχει δέσει με την άνεση του έμπειρου ιστιοπλόου ο κ. Γιάννης Κωστόπουλος, που προσπαθεί να επιβιώσει με όσες αντοχές διακριτικότητας διαθέτει από την κατάληψη της προκυμαίας που έχουν πραγματοποιήσει οι νεόπλουτοι σκαφάτοι…
Ο ίδιος, έχοντας στο πλευρό του τη σύντροφό του Ειρήνη Μολφέση, δίχως συνοδεία φουσκωτών και… αυλικών παντός είδους, περνά σχεδόν απαρατήρητος ανάμεσα στο πλήθος. Αλλωστε, εκείνο το αυγουστιάτικο βράδυ όλοι, μόνιμοι κάτοικοι και επισκέπτες, ασχολούνται με τις παρέες των επωνύμων αστέρων των limit up που συναγωνίζονται η μια την άλλη σε… θόρυβο και οι αρχηγοί τους συμπεριφέρονται σαν κακομαθημένα πλουσιόπαιδα που αγωνιούν για να ξοδέψουν και το τελευταίο κέρμα από το χαρτζιλίκι των γονιών τους… Από αυτήν την εικόνα της άσκοπης επίδειξης πλούτου και δύναμης, ο κ. Κωστόπουλος στάθηκε μακριά, συνεπής με μια φιλοσοφία και στάση ζωής. Το μόνο που επέτρεψε στον εαυτό του ήταν ένα σχόλιο: “Αλλα ήθη…”. Ε, ναι “άλλα ήθη” από τα δικά του. Από εκείνα που επιτρέπουν να τιμάς (και δημοσίως) φιλίες, φίλους και συνεργάτες, να αναγνωρίζεις (και δημοσίως) “ανθρώπων έργων” και απονέμεις (και δημοσίως) εύσημα». Στο ίδιο κείμενο βρήκα μια επισήμανση που την επαναλαμβάνω: «Ο τρίτης γενιάς τραπεζίτης και σπουδαγμένος ναυπηγός ήταν, είναι και σε κάθε περίπτωση παραμένει αμετακίνητα σταθερός σε αρχές και αξίες – χαρακτηριστικός εκπρόσωπος μιας γενιάς επιχειρηματιών που ανδρώθηκε μέσα από τις περιπέτειες της μεταπολεμικής Ελλάδας και στάθηκε υπεράνω των κομματικών αντιπαραθέσεων, επιλέγοντας να υπερασπιστεί με τη στέρεα συνείδηση του θεσμικού της ρόλου την υιοθέτηση και την προώθηση ενός πλαισίου που συνδύαζε την οικονομική ανάπτυξη με την κοινωνική πρόοδο. Ο ίδιος, όπως και άλλοι εκπρόσωποι της ίδιας γενιάς όπως ο κ. Θεόδωρος Παπαλεξόπουλος και ο κ. Νίκος Στασινόπουλος, δεν ταυτίστηκε με κόμματα και δεν στρατεύτηκε στην υπηρεσία συγκυριακών πολιτικών επιδιώξεων και σχεδιασμών, αλλά παρέμεινε πιστός στην αρχή της λαϊκής ετυμηγορίας και δημοκρατικής νομιμοποίησης, ακόμα κι όταν φωνές από τον ευρύτερο φιλικό και κοινωνικό περίγυρο φιλοδοξούσαν να αναλάβει ο ίδιος και η τράπεζα που διεύθυνε την ηγεσία του αγώνα υπέρ των συμφερόντων της ιδιωτικής πρωτοβουλίας την εποχή του “βαθέος ΠΑΣΟΚ” τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’80. Ο ίδιος σε κάθε περίπτωση παρέμεινε ψύχραιμος και πραγματιστής, ευγενής και προσηλωμένος σε σταθερές αρχές και αξίες που υπηρετούν την ενότητα και όχι τη διαίρεση και τον κατακερματισμό. Ενας συνδυασμός κοσμοπολίτη με ελληνολάτρη, που στέκεται πέρα από επιθετικούς χαρακτηρισμούς και στερεότυπα…».
Δύο σταθμοί
Οι δύο βασικοί σταθμοί για την ανάπτυξη και την επέκταση της Alpha Bank στην τραπεζική αγορά έχουν άμεση σχέση με την κληρονομιά του καθηγητή Στρατή Ανδρεάδη – επικεφαλής του τραπεζικού/βιομηχανικού συγκροτήματος της Εμπορικής Τράπεζας μέχρι την κρατικοποίησή του τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης.
Το 1999 γίνεται η εξαγορά του 51% των μετοχών της Ιονικής Τράπεζας και τον επόμενο χρόνο εγκρίνεται η συγχώνευση της Ιονικής Τράπεζας με απορρόφηση από την τότε Alpha Τράπεζα Πίστεως. Η νέα διευρυμένη τράπεζα που προέκυψε από τη συγχώνευση απέκτησε τη σημερινή ονομασία της: Alpha Bank. Χρειάστηκαν 14 ολόκληρα χρόνια μέχρι το επόμενο καθοριστικό βήμα και ενώ είχαν προηγηθεί τρεις αποτυχημένες ή ανολοκλήρωτες προσπάθειες ένωσης των δυνάμεων με άλλες τράπεζες – δύο φορές με την Εθνική Τράπεζα και μία με τη Eurobank και η χώρα είχε φτάσει στο παρά ένα και της τυπικής χρεοκοπίας. Tην πρώτη ημέρα του Φεβρουαρίου 2013 -σε συνέχεια της συμφωνίας Alpha Bank με τους Γάλλους της Crédit Agricole, το φθινόπωρο του 2012, για την εξαγορά της Εμπορικής Τραπέζης και αφού δόθηκαν οι σχετικές εγκρίσεις από τις αρμόδιες αρχές- το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου της Εμπορικής μεταβιβάστηκε στην Alpha Bank. Εναν χρόνο και κάτι μήνες αργότερα ολοκληρώθηκε και η νομική συγχώνευση των δύο τραπεζών.
Ο αντισυμβατικός αστός
Η αποχώρηση του Γιάννη Κωστόπουλου από τη θέση του προέδρου της Alpha Bank και γενικώς από την ενεργό τραπεζική καθημερινή δράση ύστερα από 39 ολόκληρα χρόνια στα υψηλά της διοίκησης της τράπεζας και σχεδόν 50 χρόνια από την είσοδό του στο τμήμα των χορηγήσεων του κεντρικού καταστήματος είναι ταυτόσημη με το τέλος μιας εποχής. Στο νέο διοικητικό συμβούλιο δεν υπάρχει κανένας Κωστόπουλος, οι μόνοι συγγενείς που απομένουν είναι ο Δημήτρης Π. Μαντζούνης (πρώτος ξάδερφος από τη μεριά της μάνας, Ευρυδίκης) και ο Σπύρος Ν. Φιλάρετος (γιος της αδελφής του, Αννης).
Ο 76χρονος σήμερα Γιάννης Κωστόπουλος -γεννήθηκε στην Αθήνα το 1938- μεγάλωσε, δίχως άλλο, σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που «ζούσε» από την τραπεζική δραστηριότητα και «ανέπνεε» με την τέχνη της ζωγραφικής. Ενα οικογενειακό περιβάλλον ανάμεσα στο εμπόριο του χρήματος και την ευαισθησία των χρωμάτων. Αλλωστε, η στενή σχέση αυτών των δύο οικογενειακών συστατικών αντανακλάται στη φυσιογνωμία και τη δράση του κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστοπούλου που ίδρυσαν στην επέτειο των 100 χρόνων ζωής της οικογενειακής τράπεζας οι γονείς του Γιάννη Κωστόπουλου, ο Σπύρος και η Ευρυδίκη. Η τελευταία ήταν ζωγράφος, όπως και η κόρη της, η Αννη, αλλά και η εγγονή της, η Δάφνη, παιδί της σχέσης του Γιάννη Κωστόπουλου με τη θυγατέρα του βιομήχανου Μουζάκη. Ζωγράφος όμως ήταν και μια άλλη Δάφνη, κόρη του άλλου αδελφού του Σπύρου, του Σταύρου Κωστόπουλου, που έφυγε γρήγορα από τη ζωή. Η 30χρονη Δάφνη Γιάννη Κωστόπουλου έχει καταφέρει να συνταιριάξει τα δύο βασικά χαρακτηριστικά της οικογενειακής παράδοσης: την εικαστική παράδοση που ξεκινά από τη γιαγιά Ευρυδίκη αλλά και την ιστιοπλοϊκή παράδοση του πατρός, την παράδοση του «Ωκύαλου». Τα σκάφη αλλάζουν αλλά το όνομα παραμένει το ίδιο για να συμβολίζει την ίδια σταθερή αγάπη του τραπεζίτη αλλά και των απογόνων του για τη θάλασσα και την ιστιοπλοΐα.
Ο Γιάννης Κωστόπουλος έχει δύο παιδιά. Εκτός από τη Δάφνη υπάρχει και ο Φίλιππος. Μητέρα του μικρού Φίλιππου είναι η Ειρήνη Μολφέση. Η τωρινή σύντροφος του Γιάννη Κωστόπουλου είναι κόρη του ζωγράφου και γλύπτη Ιάσονα Μολφέση και της Καλλιόπης Σμπαρούνη, αδελφή της Καλλισθένης, που δεν ήταν άλλη από την Καλή, την αγαπημένη σύντροφο του Λεωνίδα Κύρκου. Δύο παιδιά από σχέσεις εκτός γάμου. Ενα γεγονός που θα μπορούσε να σχολιαστεί από ανθρώπους της γενιάς του ως η απόλυτη αντισυμβατική συμπεριφορά, αν και ο Γιάννης Κωστόπουλος έχει περάσει το κατώφλι της εκκλησίας με παπά και με κουμπάρο. Μάλιστα, το κατώφλι το πέρασε στο πλευρό της Ντόλλυς Σαρρή. Η τελευταία θυγατέρα του ναυάρχου Σαρρή και συγγενής της Μαρίκας Ηλιάδη και της Ελενας Βενιζέλου ήταν και παραμένει, κατά τα φαινόμενα, η μοναδική έως τώρα σύζυγός του.
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.