Του Δημήτρη Μαρκόπουλου

Ανάσα μεν, όχι όμως για το σύνολο των πληγέντων στην ελληνική κοινωνία αποτελεί το νέο πλαίσιο διευκόλυνσης των δανειοληπτών που επλήγησαν από την κρίση. Συγκεκριμένα, κεντρική φιλοσοφία της νομοθετικής δράσης που σήμερα παρουσίασαν ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Κωστής Χατζηδάκης και ο υφυπουργός κ. Θανάσης Σκορδάς είναι πως κεντρικός στόχος της προσπάθειας αυτής μετά και τη συμφωνία που υπήρξε με την τρόικα είναι η δημιουργία μιας ρύθμισης-ομπρέλα για τα νοικοκυριά που επλήγησαν όμως αυτή αφορά σε συμπολίτες μας που δεν δανείστηκαν  αλόγιστα, ωστόσο είδαν το εισόδημά τους να μειώνεται σημαντικά εξαιτίας της κρίσης και έχουν αδυναμία να τα καταφέρουν σε σχέση με τις δόσεις προς τις τράπεζες.

Το πρώτο συστατικό στοιχείο των ρυθμίσεων, όπως τόνισε ο κ. Χατζηδάκης, έχει να κάνει με τους ενήμερους δανειολήπτες. Η ρύθμιση αυτή αφορά τα νοικοκυριά που τα τελευταία δυο χρόνια είδαν το εισόδημά τους να μειώνεται κατά 20%. Τα νοικοκυριά αυτά πρέπει να έχουν καθαρό ετήσιο εισόδημα 25.000 ευρώ, δηλαδή το μικτό είναι αρκετά παραπάνω. Και αυτό που προβλέπεται είναι ότι οι ετήσιες δόσεις που θα καταβάλλουν τα νοικοκυριά αυτά, θα είναι κάτω από το 30% ή μέχρι το 30% του ετήσιου εισοδήματός τους. Η ρύθμιση αυτή ισχύει για τέσσερα χρόνια.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να πούμε πως η ελληνική κυβέρνηση στις σκληρές διαπραγματεύσεις που έγιναν με την Τρόικα είχε ζητήσει το όριο αυτό να φθάνει τα 35.000 ευρώ και να διευρυνθεί η βάση πολιτών που θα εξυπηρετηθούν, όμως η Τρόικα εμφανίστηκε αδιαπραγμάτευτη. Κι αυτό διότι θεωρούν πως εισόδημα άνω των 25.000 ευρώ ετησίως είναι κοντά στο μέσο ευρωπαϊκό όρο, λησμονώντας όμως την παράλληλη βαριά φορολογία που υπάρχει στους Έλληνες πολίτες και η οποία ξεπερνά σε περιπτώσεις και το 40% των εισοδημάτων τους.

Όπως πάντως φαίνεται από το σχετικό πρόγραμμα, για τα νοικοκυριά που έχουν ετήσιο καθαρό εισόδημα μέχρι 15.000 ευρώ, ισχύουν ακόμα πιο ευνοϊκές ρυθμίσεις καθώς και για τους ανέργους.

Επίσης, σε σχέση με το Ν. 3869, είναι ενήμεροι οφειλέτες που είδαν τα εισοδήματά τους να μειώνονται. Δεύτερη περίπτωση ο Ν. 3869, είναι εκείνοι που έχουν αδυναμία πληρωμής και θέλουν την αντιμετώπιση του ζητήματος μέσω της δικαιοσύνης.

Πέρα από αυτά, η κυβέρνηση σε  κατ’ αρχήν συμφωνία με τις τράπεζες επιδιώκει πρόγραμμα για επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών. Δηλαδή σε εθελοντική βάση οι τράπεζες να προχωρούν σ’ ένα πρόγραμμα που θα καλύπτει τους συνεπείς δανειολήπτες και θα τους επιβραβεύει.

Τέταρτον, η κυβέρνηση αναφέρει πως θα προχωρήσει στην εφαρμογή του ΤΕΙΡΕΣΙΑ στα δεδομένα της εποχής. Θα ληφθεί υπ’ όψιν η επίπτωση της κρίσης στις επιχειρήσεις εν προκειμένω. Ο στόχος είναι να μη χαθούν θέσεις εργασίας και επιχειρήσεις φυσικά, εξαιτίας ενός πλαισίου που δεν αντανακλά πια την πραγματικότητα.

Όπως υπογράμμισε ο υφυπουργός κ. Θανάσης Σκορδάς το πρόγραμμα αφορά σε ενυπόθηκα μη ληξιπρόθεσμα δάνεια κύριας κατοικίας, η αντικειμενική αξία της οποίας δεν ξεπερνά  τις 180.000 ευρώ. Βέβαια σε αυτό το σημείο υπήρξαν επίσης διαφωνίες καθώς η ελληνική πλευρά ήθελε το ποσό να φθάνει στις 220.000 ευρώ μιας και 180.000 ευρώ συνήθως κοστίζουν παλιές και μικρότερες σε επιφάνεια κατοικίες, με αποτέλεσμα να εξαιρούνται μεγάλες ομάδες δανειοληπτών. Οι δικαιούχοι με τα παραπάνω χαρακτηριστικά (έως 25.000 ευρώ καθαρό εισόδημα ή 30.000 ευρώ για πάσχοντες, κλπ), θα έχουν μια περίοδο χάριτος τεσσάρων ετών με άμεση μείωση της μηνιαίας καταβολής, μέχρι του ορίου του 30% του μηνιαίου καθαρού εισοδήματος που έχει το νοικοκυριό και η οποία δόση θα προσαρμόζεται σε πιθανή μεταβολή του  εισοδήματος σύμφωνα με αυτή την προδιαγραφή του 30%. Αντίστοιχη θα είναι η παράταση της συμβατικής διάρκειας του δανείου και η αποπληρωμή του, μετά την τετραετία, θα συνεχίζεται με τους όρους της αρχικής σύμβασης χωρίς καμία επιβάρυνση για το δανειολήπτη.              

Για τους δικαιούχους που έχουν καθαρό εισόδημα έως 15.000 ευρώ, δηλαδή τους πιο αδύναμους της ρύθμισης, το επιτόκιο της σύμβασης του δανείου περιορίζεται για τον υπολογισμό αυτής της τετραετούς περιόδου στο 1,5%. Είναι το επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συν 0,75%. Γι’ αυτούς που είναι από 15.000 και πάνω, ισχύει το συμβατικό επιτόκιο που έχουν στη δανειακή τους σύμβαση.

Οι άνεργοι που μοναδικό εισόδημα έχουν το επίδομα ανεργίας, έχουν εντός της περιόδου χάριτος, συνολικά ένα εξάμηνο περιθώριο μηδενικών καταβολών με πλήρη απαλλαγή τόκων. Από το εξάμηνο και μετά, εάν διατηρεί την ιδιότητα του ανέργου, προφανώς είναι πάλι μηδενική η καταβολή γιατί δεν υπάρχει εισόδημα.

                Οι λεπτομέρειες:            

Ποιοι έχουν δικαίωμα υπαγωγής στο πρόγραμμα:

1.   μισθωτοί και συνταξιούχοι ιδιωτικού και δημοσίου τομέα,

2.   όσοι έχουν τεκμαιρόμενη σχέση εξαρτημένης εργασίας (η δραστηριότητά τους παρέχεται αποκλειστικά σε ένα νομικό πρόσωπο),

3.   άνεργοι

με ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα από οποιαδήποτε πηγή (μισθοί, συντάξεις, ενοίκια, αγροτικά εισοδήματα κλπ) έως € 25.000 και εφόσον αυτό έχει μειωθεί περισσότερο από 20% από 01.01.2010 έως σήμερα.

Επιπλέον το ως άνω ποσό αυξάνεται κατά €5.000 (δηλαδή έως €30.000 ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα) για πάσχοντες από βαριά ασθένεια ή/και μόνιμη αναπηρία και για τρίτεκνους και πολύτεκνους.

Προϋποθέσεις για υπαγωγή

Ø   Υπάγονται τα μη ληξιπρόθεσμα δάνεια από πιστωτικά ιδρύματα για τα οποία έχει εγγραφεί προσημείωση ή υποθήκη στην κύρια κατοικία του οφειλέτη, η αντικειμενική αξία της οποίας δεν ξεπερνά τις €180.000.

1.    το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του νοικοκυριού δεν ξεπερνά σε αντικειμενική αξία τις €250.000,

2.    το σύνολο των καταθέσεων που βρίσκονται στη κατοχή του νοικοκυριού δεν ξεπερνά τις €10.000,

3.    το ανεξόφλητο υπόλοιπο των συνολικών δανειακών υποχρεώσεων του νοικοκυριού (κεφάλαιο) δεν ξεπερνά τις €150.000.

Τι κερδίζουν οι δανειολήπτες

Ø     Περίοδος χάριτος 48 μηνών.

Ø    Άμεση μείωση της μηνιαίας καταβολής στο 30% του μηνιαίου καθαρού εισοδήματός του νοικοκυριού.

Ø    Η δόση καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου χάριτος θα προσαρμόζεται σε πιθανή μεταβολή του εισοδήματος.

Ø    Η συμβατική διάρκεια του δανείου παρατείνεται κατ’ ελάχιστον 48 μήνες και η αποπληρωμή του μετά την περίοδο χάριτος συνεχίζεται με τους όρους της αρχικής σύμβασης χωρίς καμία επιβάρυνση για το δανειολήπτη.

Ειδικότερα:

v   Για ετήσια καθαρά εισοδήματα έως €15.000 το επιτόκιο που προβλέπεται στη σύμβαση του δανείου περιορίζεται στο 1,5% (0,75% + βασικό επιτόκιο ΕΚΤ) και με βάση αυτό υπολογίζεται η μηνιαία δόση κατά την περίοδο χάριτος.

v   Για τους ανέργους με μοναδικό εισόδημα το επίδομα ανεργίας, πέραν των παραπάνω, παρέχεται η δυνατότητα μηδενικών καταβολών με πλήρη απαλλαγή τόκων για συνολικό διάστημα 6 μηνών εντός της περιόδου χάριτος.

Επικαιροποίηση ν. 3869/2010

I.               Βελτιώνεται η αποτελεσματικότητα του εξωδικαστικού συμβιβασμού με πρόβλεψη ότι θα αρκεί η συμφωνία των πιστωτών που εκπροσωπούν του 50% + 1 των απαιτήσεων της οφειλής και όχι την πλήρη ομοφωνία (100%) που απαιτούσε μέχρι σήμερα.

II.               Σε συνεργασία με το Υπ. Δικαιοσύνης θεσπίζεται ο θεσμός της διαμεσολάβησης με στόχο την ταχύτερη εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών.

III.               Προβλέπεται καταβολή δόσης από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, χωρίς καθυστερήσεις εξαιτίας της εκκρεμοδικίας. Το καταβληθέν ποσό θα συμψηφίζεται με τη ρύθμιση που τελικώς θα αποφασίσει το Δικαστήριο αποδεσμεύοντας τον οφειλέτη ακόμα και με την έκδοση της απόφασης. Η ελάχιστη καταβολή προτείνεται στο 10% της τρέχουσας δόσης με ελάχιστο ποσό καταβολής τα 40 Ευρώ μηνιαίως.

IV.               Ορίζεται υποχρεωτικά αντίκλητος στην ελληνική επικράτεια στις περιπτώσεις εκχώρησης απαιτήσεων σε αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα. Σε διαφορετική περίπτωση τεκμαίρεται ως αντίκλητος η τράπεζα που παρείχε το δάνειο.  

V.               Παρέχεται δυνατότητα αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης κατόπιν αίτησης του οφειλέτη και μετά την έκδοση της οριστικής δικαστικής απόφασης, εφόσον έχει ασκήσει εμπρόθεσμα έφεση, προστατεύοντας τον έτσι από καταδιωκτικά μέτρα σε βάρος του.

VI.               Καταργείται η διαδικασία του δικαστικού συμβιβασμού που προβλέπεται στο άρθρο 7 Ν. 3869/2010.

Τειρεσίας

Προβλέπεται η βελτίωση του υφιστάμενου πλαισίου έτσι ώστε κατά την αξιολόγηση των πληροφοριακών δεδομένων του συστήματος «Τειρεσίας» να λαμβάνονται υπόψη οι συνέπειες της δυσχερούς οικονομικής περιόδου και να δίνεται η δυνατότητα μίας πιο ευέλικτης αντιμετώπισης των συναλλασσομένων με τα πιστωτικά ιδρύματα ανάλογα με το συνολικό τους προφίλ και όχι με βάση μεμονωμένα ατυχή περιστατικά.