Στη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), το μεσημέρι είναι στραμμένη η προσοχή κυβερνήσεων και αγορών καθώς αναμένεται να ανακοινώσει αύξηση κατά 500 δισ. ευρώ του μπαζούκα για την διάσωση της οικονομίας της ευρωζώνης από την πανδημία.  Μέχρι στιγμής, η ΕΚΤ έχει ξοδέψει λιγότερο από το ένα τρίτο του προγράμματος έκτακτης ανάγκης ύψους 750 δισ. ευρώ που ξεκίνησε τον Μάρτιο. Οτιδήποτε λιγότερο από την ευρέως αναμενόμενη αύξηση του προγράμματος ομολόγων θα μπορούσε να προκαλέσει σοκ στην αγορά.

Σε ανάλυσή του ο Φερντινάντο Τζουλιάνο στο Bloomberg απαριθμεί τους λόγους που η ΕΚΤ πρέπει να κάνει περισσότερα για την διάσωση της οικονομίας της ευρωζώνης.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοινώνει την Πέμπτη εάν θα λάβει περισσότερα μέτρα για να αντιμετωπίσει το οικονομικό σοκ της πανδημίας. Καθώς οι χώρες της ευρωζώνης προχωρούν στην άρση των περιοριστικών μέτρων εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα σχετικά με τον κίνδυνο ενός δεύτερου κύματος Covid-19 καθώς και με το σχήμα που θα λάβει η ανάκαμψη. Επομένως, η ΕΚΤ θα ήταν συνετό να υποστηρίζει την ευρωζώνη επεκτείνοντας το σχέδιο αγοράς ομολόγων.

Η νομισματική ένωση εξακολουθεί να πλήττεται από την απότομη πτώση της δραστηριότητας Ο σύνθετος δείκτης PMI της ευρωζώνης διαμορφώθηκε στο 31,9 τον Μάιο, το ποσοστό ανεργίας στη Γερμανία αυξήθηκε σε 6,3% τον Μάιο – το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων τεσσάρων ετών. Στην Ιταλία, η απασχόληση μειώθηκε κατά 274.000 μεταξύ Μαρτίου και Απριλίου. Αυτή η συρρίκνωση είχε αξιοσημείωτο αντίκτυπο στο ρυθμό πληθωρισμού, ο οποίος ολισθαίνει επικίνδυνα κοντά στο μηδέν.  Η μείωση του ρυθμού πληθωρισμού οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην απότομη πτώση των τιμών της ενέργειας. Η ΕΚΤ έχει ήδη ξεκινήσει ένα ευέλικτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων 750 δισεκατομμυρίων ευρώ για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, καθώς και ένα πολύ γενναιόδωρο σύστημα φτηνών δανείων προς το τραπεζικό σύστημα.

Δεν είναι ακόμη σαφές τι θα χρειαστεί στη συνέχεια. Η άρση των περιοριστικών μέτρων συνεχίζεται όμως οι επιστήμονες συζητούν ακόμη αν ο ιός SARS-CoV-2 έχει χάσει τη δύναμή του και εάν η ζέστη βοηθά στη μείωση του κινδύνου μετάδοσης. Η απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις είναι ζωτικής σημασίας για να κατανοήσουμε πόσο γρήγορα και πλήρως μπορεί να υπάρξει ένα πραγματικό άνοιγμα της οικονομίας.

Η αβεβαιότητα καθιστά πολύ πιο δύσκολο για τους οικονομολόγους να κάνουν σημαντικές προβλέψεις και για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να αποφασίσουν για τα επόμενα βήματα. Φυσικά δεν ζούμε σε φυσιολογικές εποχές. Η ζώνη του ευρώ είναι εισαγωγέας πετρελαίου, επομένως οι χαμηλές τιμές της ενέργειας είναι θετικές για την οικονομία. Ωστόσο, εάν αυτό κρατήσει τον πληθωρισμό σε πολύ χαμηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα θα υπάρξει επιβραδυντική επίδραση στις μισθολογικές διαπραγματεύσεις, καθώς οι εργαζόμενοι ζητούν μόνο μέτριες αυξήσεις μισθών. Τέτοιες επιπτώσεις θα μπορούσαν να ωθήσουν την οικονομία κοντά στον αποπληθωρισμό – κάτι που η ΕΚΤ επιδίωξε να αποφύγει.

Η ΕΚΤ πρέπει επίσης να εστιάσει στην οικονομική σταθερότητα. Χάρη στην παρέμβασή της, οι αποδόσεις κρατικών ομολόγων σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία έχουν μειωθεί τις τελευταίες εβδομάδες, παρόλο που οι κυβερνήσεις τους αναμένεται να παρουσιάσουν πολύ μεγάλα ελλείμματα στον προϋπολογισμό. Χρειάζονται λίγα πράγματα για να τρομάξουν τις αγορές. Η αύξηση του μπαζούκα της ΕΚΤ κατά 500 δισεκατομμύρια ευρώ και η παράταση της διάρκειας μετά το 2020, θα έστελνε μήνυμα στους επενδυτές ότι η ΕΚΤ είναι εδώ για να παραμείνει ως μια παρουσία που φέρνει την ηρεμία.

Υπάρχουν δύο πιθανές ενστάσεις σε αυτήν την πορεία δράσης:΅ Πρώτον, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας αποφάσισε τον περασμένο μήνα ότι η ΕΚΤ απέτυχε να δικαιολογήσει την αναλογικότητα του συμβατικού προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Αν και το δικαστήριο δεν διατύπωσε άποψη για το σχέδιο που σχετίζεται με την πανδημία, τα δύο είναι προφανώς σχετικά. Δεύτερον, οι κυβερνήσεις της ΕΕ συζητούν ένα «ταμείο ανάκαμψης» 750 δισεκατομμυρίων ευρώ για να βοηθήσουν τις χώρες που υπέφεραν περισσότερο από την πανδημία. Περαιτέρω δράση της ΕΚΤ θα σταματήσει την πίεση γι αυτές τις διαπραγματεύσεις που ως αποτέλεσμα θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ιστορική καινοτομία στη δημοσιονομική πολιτική.

Και όμως, η ΕΚΤ θα βρισκόταν σε επικίνδυνα νερά εάν περιόριζε τις ενέργειές της ως αποτέλεσμα της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας, καθώς αυτό θα ισοδυναμούσε με σοβαρό και αδικαιολόγητο περιορισμό της ανεξαρτησίας της νομισματικής της πολιτικής. Επιπλέον, η ΕΚΤ πρέπει να καθοδηγείται από τις αρχές της και να μην συμμετέχει στα πολιτικά παιχνίδια που παίζονται για το Ταμείο Ανάκαμψης.