Ένα νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (Quantitative easing – QE) θα έχει ουσιαστικά ασήμαντο οικονομικό αντίκτυπο, αλλά η ΕΚΤ απλά δεν έχει την πολυτέλεια να επιτρέψει την περαιτέρω ενίσχυση του ευρώ, αναφέρεται σε άρθρο του Bloomberg.

Συγκεκριμένα ο αρθρογράφος του πρακτορείου Marcus Ashworth χαρακτηρίζοντας κρίσιμη την επερχόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ της Πέμπτης, αναφέρεται στις δηλώσεις των επονομαζόμενων «γερακιών» του διοικητικού συμβούλιο της τράπεζας που κυριάρχησαν την περασμένη εβδομάδα στην επικαιρότητα, ως ένα σίγουρο σημάδι ότι ο Μάριο Ντράγκι ετοιμάζει για ακόμη μια φορά το μπαζούκα της αγοράς ομολόγων.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ που πρόκειται να αποχωρήσει σύντομα δεν έχει και πολλές άλλες επιλογές παρά να αγνοήσει τις διαμαρτυρίες της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ολλανδίας. Καθώς οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο αγωνίζονται να μειώσουν τα επιτόκια, δεν είναι ώρα για την ΕΚΤ να κάνει πίσω.
Οι ευρωπαίοι επιχειρηματίες (και ειδικά οι Γερμανοί) αγωνίζονται με τις συνέπειες του εμπορικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας και ο Ντράγκι απλώς δεν μπορεί να αφήσει το ευρώ να ισχυροποιηθεί περαιτέρω.

Το νόμισμα έχει ισχυροποιηθεί έναντι της λίρας αλλά κυρίως έναντι του κινεζικού γουάν. Παραδόξως το δολάριο παρέμεινε εκπληκτικά ισχυρό. Ωστόσο, ένας από τους καλύτερους δείκτες για την ανάπτυξη των ΗΠΑ, ο δείκτης μεταποίησης ISM, έχει εξασθενήσει. Εάν η αμερικανική οικονομία αρχίσει όντως να εξασθενεί, το δολάριο τελικά θα ακολουθήσει και αυτό. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι καταστροφικό για την απειλούμενη με ύφεση ζώνη του ευρώ.

Όπως αναφέρει ο αρθρογράφος, το χέρι του Ντράγκι καθοδηγείται από αυτά τα στοιχεία καθώς και από τα στοιχεία του μεταποιητικού τομέα της Γερμανίας που φθίνει σε ύφεση. Τον περασμένο μήνα, ο διοικητής της Φινλανδικής Κεντρικής Τράπεζας, Όλι Ρεν, είχε ζητήσει την λήψη σημαντικών κινήτρων και έκτοτε τα οικονομικά στοιχεία της ζώνης του ευρώ έχουν επιδεινωθεί.

Είναι αξιοσημείωτο ότι τα παράπονα των «γερακιών» επικεντρώνονται στην επανεκκίνηση του QE, ενώ σχεδόν δεν αναφέρονται καθόλου στον ρυθμό μείωσης των επιτοκίων. Αυτό συνιστά αδιαμφισβήτητα μια έμμεση αναγνώριση εκ μέρους τους ότι κάτι πρέπει να γίνει για να ανακοπεί η περαιτέρω ισχυροποίηση του ευρώ.

Σύμφωνα με τον αρθρογράφο θα έπρεπε να δείξουμε κατανόηση στην άποψη που εκφράζουν τα «γεράκια» της ΕΚΤ ότι ένα νέο QE σε αυτή τη χρονική στιγμή θα στερείται νοήματος αλλά και πραγματικού οικονομικού αντίκτυπου.

Η Γερμανία κυρίως, αλλά σε αυξανόμενο βαθμό και η υπόλοιπη Ευρώπη, αντιμετωπίζει ένα εξωτερικό πρόβλημα: την ραγδαία πτώση των κατασκευαστικών παραγγελιών. Το πρόβλημα αυτό δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί με την ΕΚΤ να απορροφά ακόμη περισσότερα κρατικά ομόλογα, ενώ η αποδυνάμωση του ευρώ μέσω των χαμηλότερων επιτοκίων λειτουργεί απλώς σαν σελοτέιπ, προκαλώντας όμως παράπλευρες ζημιές στις τράπεζες της Ευρώπης (που δυσκολεύονται να δημιουργήσουν κέρδη με πολύ χαμηλά επιτόκια ).

Μόνο μια αποφασιστική στροφή προς δημοσιονομικά κίνητρα θα προσφέρει ουσιαστική ώθηση στην ανάπτυξη. Δυστυχώς, κάτι τέτοιο παραμένει μια πολιτική φαντασίωση για την ώρα – με την ειρωνία ότι οι Γερμανοί βρίσκονται στην καλύτερη θέση να την πραγματοποιήσουν χρησιμοποιώντας το υπερβολικά φθηνό χρήμα για τη χρηματοδότηση των εγχώριων δαπανών υποδομής.

Τα παραπάνω καταδεικνύουν γιατί ο Ντράγκι και η διάδοχός του Κριστίν Λαγκάρντ είναι εγκλωβισμένοι στην επιδίωξη των “εξαιρετικά ευνοϊκών” πολιτικών τους. Η μη επανέναρξη του προγράμματος QE θα σήμαινε ότι η ΕΚΤ έχει εξαντλήσει τα πυρομαχικά της. Ο Ντέιβιντ Πάουελ, οικονομολόγος του Bloomberg, εκτιμά ότι θα ανακοινωθούν περίπου 45 δισ. ευρώ (49,6 δισ. δολ.) νέων μηνιαίων αγορών ομολόγων.

Η Λαγκάρντ δίνοντας το στίγμα της πολιτικής της την περασμένη εβδομάδα στο κοινοβούλιο της ΕΕ κατέστησε σαφές ότι η ΕΚΤ χρειάζεται ένα ανανεωμένο πλαίσιο νομισματικής πολιτικής. Αυτό ερμηνεύεται ως αύξηση του στόχου πληθωρισμού από το λίγο κάτω του 2%, σε κάτι πιο κοντά στο 2,5%. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο σημερινός αλλά και οι μελλοντικοί πρόεδροι της ΕΚΤ θα υποστηρίξουν περισσότερα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης QE, ενώ η Κεντρική Τράπεζα αγωνίζεται επί του παρόντος να διατηρήσει τον πληθωρισμό πάνω από το 1%.

Είναι ενδιαφέρον ότι η Λαγκάρντ τόνισε επίσης ότι κάθε νέα αγορά περιουσιακών στοιχείων θα δώσει έμφαση σε πράσινα ομόλογα, τα οποία χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση έργων που σχετίζονται με το κλίμα. Πιθανότατα είναι ένας εύσχημος τρόπος επιβληθούν κάποιοι περιορισμοί στην υπάρχουσα κατοχή ομολόγων της ΕΚΤ.

Παρά τις διαμαρτυρίες της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας (Bundesbank) και άλλων εναντίον του προγράμματος QE, η αγορά ξέρει ότι οι αντιδρώντες απλώς παραδίδονται στην επίδειξη δύναμης που αναγκάζεται να κάνει η κεντρική τράπεζα. Με τη ζώνη του Ευρώ να φλερτάρει με την ύφεση, αναμένονται περισσότερες αγορές ομολόγων και ακόμα πιο αρνητικά επιτόκια. Είναι οι μόνες διαθέσιμες επιλογές.