Μία νέα έρευνα αποκαλύπτει τη μειωμένη επιθυμία των καταναλωτών για αγορές τη φετινή περίοδο των διακοπών, αυξάνοντας ολοένα και περισσότερο τις ανησυχίες των λιανοπωλητών να προσελκύσουν πελάτες.

Στην ετήσια έρευνα της εταιρείας Deloitte που πραγματοποιήθηκε από τις 9 Σεπτεμβρίου έως τις 15 Σεπτεμβρίου, οι 4.012 ερωτώμενοι καταναλωτές απάντησαν πως σχεδιάζουν να επισκεφθούν μόνο 5,2 καταστήματα λιανικής κατά μέσο όρο τα φετινά Χριστούγεννα. Κατά συνέπεια, προκύπτει μείωση κατά 6,9% από το 2018 και 5,7% από το 2017.

Ένας από τους βασικούς λόγος αυτής της πτώσης, είναι το ζήτημα της ασφάλειας των καταναλωτών, που αποτελεί προτεραιότητα εν μέσω του δεύτερου κύματος κορωνοϊού, με το 51% να διατηρεί επιφυλάξεις όσον αφορά τις επισκέψεις στα καταστήματα, δήλωσε ο Ροντ Σάϊντς, αντιπρόεδρος λιανικής και διανομής στο Deloitte.

«Αν μπορεί κάποιος να επισκεφτεί λιγότερα καταστήματα και να αγοράσει όσα περισσότερα μπορεί… νομίζω ότι αυτό θα είναι καλό μόνο για τις αλυσίδες καταστημάτων», δήλωσε ο Σάϊντς. «Είμαστε όλοι συνηθισμένοι να πηγαίνουμε εκεί και γνωρίζουμε τα πρωτόκολλα ασφαλείας τους», είπε για τις αλυσίδες των μεγάλων καταστημάτων, όπως η Walmart και το Target.

Αν και οι έμποροι λιανικής θέλουν να παρατείνουν τη σεζόν, οι καταναλωτές ελπίζουν να ολοκληρώσουν τις αγορές των διακοπών τους σε 5,9 εβδομάδες, δηλαδή 1½ εβδομάδες λιγότερο από ό, τι πριν από ένα χρόνο και κάτω από 7,1 εβδομάδες το 2018.

Ορισμένοι αγοραστές θεωρούν πως είναι επίφοβο να ξοδέψουν όλα τα χρήματα τους, αφενός γιατί υπάρχει η πιθανότητα ενός νέου lockdown και αφετέρου λόγω της καθυστέρησης παραλαβής των παραγγελιών τους εγκαίρως για τα Χριστούγεννα.

Όσον αφορά τα ταξίδια, οι καταναλωτές  σχεδιάζουν να επισκεφθούν τα καταστήματα που βρίσκονται μόλις 9,6 μίλια μακριά για να αγοράσουν δώρα αυτή τη σεζόν, με το 69% να δηλώνει πως προτιμά να ψωνίσει σε κοντινή απόσταση από την οικεία τους.

Το αξιοσημείωτο είναι πως στην ίδια έρευνα οι καταναλωτές εκδήλωσαν την επιθυμία αποσυμφόρησης των καταστημάτων κατά τη διάρκεια των γιορτών με το ποσοστό να κυμαίνεται μεταξύ του 22% και του 25%.