Έπειτα από τις καθυστερήσεις και την αναποτελεσματικότητα που καταγράφηκαν στα πρώτα στάδια του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής, κυρίως εξαιτίας των πολιτικών και θεσμικών εμποδίων, η Ελλάδα έχει εφαρμόσει τα τελευταία χρόνια μια ευρεία γκάμα μεταρρυθμίσεων, διαπιστώνει η Credit Suisse. Όπως φαίνεται από την ανάλυση του ελβετικού επενδυτικού οίκου, η χώρα είναι πρώτη σε μεταρρυθμίσεις στο διάστημα 2011-2012.

“Παρότι πολλά έχουν ήδη γίνει, υπάρχει ακόμα μακρύς δρόμος μπροστά”, αναφέρουν οι αναλυτές της Credit Suisse.

Μέχρι στιγμής, η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε σημαντική μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματός της και των εργασιακών, σημειώνεται. Αυξάνοντας το όριο συνταξιοδότησης και αλλάζοντας τον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων, κατάφερε να βελτιώσει σημαντικά τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συστήματος, τονίζει η Cr. Suisse.

Στο μέτωπο των εργασιακών, οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις που περιελάμβαναν τη μείωση του κατώτατου μισθού και την αποκέντρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τους μισθούς, έχουν βοηθήσει στην ανταγωνιστικότητα του εργασιακού κόστους και έχουν βελτιώσει την ευελιξία της αγοράς απασχόλησης.

Η προσοχή τώρα μεταφέρεται σε τομείς του προγράμματος όπου έχει σημειωθεί μικρότερη πρόοδος, και κυρίως η πάταξη της φοροδιαφυγής, η αναδιάρθρωση του δημοσίου τομέα και οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές αγαθών.

Η Credit Suisse χαρακτηρίζει τη συμφωνία για απολύσεις στο Δημόσιο σαν μία σημαντική αλλαγή στη στάση της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στις μεταρρυθμίσεις – εάν επιτύχει, όπως σπεύδει να τονίσει. “Το να φτάσει εκεί δεν θα είναι εύκολο, καθώς η κυβέρνηση αναμένεται να συναντήσει αυξημένες αντιδράσεις”.

Αλλά και στην αγορά προϊόντων και υπηρεσιών, οι αναλυτές διαπιστώνουν αργή και μικρή πρόοδο, επισημαίνοντας ότι παρά τη μείωση των μισθών, οι τιμές εμφανίζονται ανελαστικές, λόγω της αναποτελεσματικότητας των αγορών.

“Μια σειρά νόμων που απελευθερώνουν τα κλειστά επαγγέλματα ψηφίστηκαν, αλλά δεν έχουν εφαρμοστεί εντελώς έως τώρα, καθώς συναντούν έντονες αντιδράσεις”, σημειώνει η Credit Suisse.

Κ. Σαμ.