Ορισμένες φορές, οι τεχνικότητες πίσω από τα οικονομικά θέματα κρύβουν την πραγματικότητα. Όπως στο θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2016, το οποίο θα διαμορφωθεί περίπου στα 4,4 δισ. ευρώ, ήτοι περίπου στο 2% του ΑΕΠ, ξεπερνώντας κατά πολύ το στόχο που ήταν μισή μονάδα του ΑΕΠ.

Την συγκεκριμένη εκτίμηση διατύπωσε ο γενικός γραμματέας δημοσιονομικής πολιτικής Φραγκίσκος Κουτεντάκης σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Ναυτεμπορική και το δημοσιογράφο Θάνο Τσίρο.

Το ζήτημα, όμως, που προκύπτει είναι ότι για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός τελικά ελήφθησαν περισσότερα μέτρα από όσα χρειάζονταν, όπως άλλωστε παρατηρεί ο κ. Κουτεντάκης, εάν και σημειώνει ότι αυτό διαπιστώθηκε εκ των υστέρων.

Το συμπέρασμα είναι ότι η επιτυχία στο πλεόνασμα είχε ένα κόστος στην οικονομία, άγνωστο πόσο ακριβώς, αφού είναι δεδομένο ότι τα «παραπάνω μέτρα» αφαίρεσαν χρήματα από την κατανάλωση, αφαιρώντας έτσι ενέργεια από την αναπτυξιακή δυναμική.

Τίθεται, επομένως, ένα ζήτημα: Πόσο στοίχισε στην οικονομία η συντηρητική -και επομένως άστοχη- εκτίμηση για το πλεόνασμα η οποία οδήγησε σε περισσότερα μέτρα και γιατί υπήρξε αυτός ο σχεδιασμός;

Ο κ. Κουτεντάκης στην ίδια συνέντευξη εκτιμά ότι ένα μέρος από το υπερβάλλον πλεόνασμα μεταφέρεται στα επόμενη έτη διότι είναι «μόνιμου χαρακτήρα», και επομένως θα πρέπει να μειώσει το δημοσιονομικό κενό που διαπιστώνουν οι δανειστές. Το γεγονός είναι όμως ότι οι αρνητικές συνέπειες στην οικονομική δραστηριότητα έχουν ήδη καταγραφεί.
Το σχετικό απόσπασμα της συνέντευξης έχει ως εξής:

«Ερώτηση: Απόκλιση έναντι του στόχου στα φορολογικά έσοδα που αγγίζει το 1% του ΑΕΠ είναι πολύ μεγάλη. Πού την αποδίδετε; Υποεκτίμησαν οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών την αποδοτικότητα των μέτρων που ελήφθησαν το 2015 και το 2016; Μας επέβαλαν οι δανειστές περισσότερα μέτρα από όσα τελικώς χρειάζονταν;

Απάντηση: Η αλήθεια είναι ότι οι αρχικές μας προβλέψεις ήταν πιο αισιόδοξες αλλά προτιμήσαμε να υιοθετήσουμε τα πιο συντηρητικά σενάρια ώστε να συγκλίνουμε με τις προβλέψεις των δανειστών. Τελικά δικαιωθήκαμε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Πράγματι, αν το δει κανείς εκ των υστέρων, πήραμε περισσότερα μέτρα από όσα χρειάζονταν για την επίτευξη των στόχων.

Ερώτηση: Πώς θα αξιοποιήσετε αυτή την υπέρβαση στη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς; Θα δεχτούν να μειώσουν το κενό που εντοπίζουν στον προϋπολογισμό του 2018 το οποίο και προσδιορίζουν περίπου στα 800 εκατ. ευρώ; Δεν θα χρειαστούν επιπλέον μέτρα για να κλείσει το δημοσιονομικό κενό του 2018;
Απάντηση: Ένα σημαντικό μέρος της υπερεκτέλεσης του 2016 είναι μόνιμου χαρακτήρα, δηλαδή μεταφέρεται και στα επόμενα χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι μειώνεται το κενό του 2018. Αυτό υπαγορεύει η στοιχειώδης οικονομική λογική που ελπίζω να αποδεχτούν και οι θεσμοί. Είναι ακατανόητο να επιμένουν στην ύπαρξη δημοσιονομικού κενού και να ζητούν πρόσθετα μέτρα όταν όλα τα επίσημα στοιχεία δείχνουν το ακριβώς αντίθετο. Ελπίζω ότι αυτή τη φορά δεν θα αγνοήσουν την πραγματικότητα και θα αναθεωρήσουν τις προβλέψεις τους.»

Γ. ΣΩΖΟΣ
george.sozos01@gmail.com