Έχανε και δεν κέρδιζε έσοδα το κράτος από την υπερφορολόγηση που επεβαλε τα τελευταία χρόνια στα συμβόλαια των αθλητών, ποδοσφαιριστών και καλαθοσφαιριστών. Μετά από μια δεκαετία «καταιγίδας φόρων» και στον αθλητισμό, αλλάζει το τοπίο και για τις μετεγγραφές ή ανανεώσεις συμβολαίων παικτών και αθλητών, από Ελλάδα και εξωτερικό –ιδίως όταν ξένοι παίκτες έχουν να επιλέξουν όχι μόνον ομάδα αλλά και φορολογικό σύστημα στην χώρα όπου πάνε.

Με τροπολογία στο φορολογικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε την Παρασκευή, από 1.1.2020  «για τα ποσά τα οποία εισπράττουν οι αμειβόμενοι αθλητές εφάπαξ ή τμηματικά για την υπογραφή του συμβολαίου μετεγγραφής ή την ανανέωση ή λύση του συμβολαίου συνεργασίας τους, από τις αθλητικές ανώνυμες εταιρείες, τα τμήματα αμειβομένων αθλητών ή τα αναγνωρισμένα αθλητικά σωματεία, ο συντελεστής παρακράτησης ορίζεται σε 22%» αντί για 40% και άνω που ίσχυε με την ισχύουσα κλίμακα.

Με την διάταξη αυτή, καθιερώνεται η αυτοτελής φορολόγηση των ποσών, που καταβάλλονται από αθλητικές ανώνυμες εταιρείες σε αθλητές (όπως ποδοσφαιριστές, καλαθοσφαιριστές κ.ά) για την υπογραφή συμβολαίου μετεγγραφής ή την ανανέωση ή λύση συμβολαίου συνεργασίας, εφόσον τα ποσά αυτά υπερβαίνουν τις σαράντα χιλιάδες ευρώ (40.000 €).

Και αυτό γιατί:

–          Στην περίπτωση των αμειβομένων αθλητών με συμβόλαια, διαπιστώθηκαν σημαντικά διαχειριστικά προβλήματα στις αθλητικές εταιρείες και σωματεία, ιδίως στις περιπτώσεις πρόωρης διακοπής των οικείων συμβολαίων

–          Από τα υφιστάμενα στοιχεία ΑΑΔΕ προκύπτει ότι οι αποδοθέντες φόροι ήταν μικρότεροι για τον ίδιο όγκο συμβολαίων. Δηλαδή το δημόσιο έχανε έσοδα, πιθανοτατα λόγω ατασθαλιών κλπ.

Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, η θεσμοθέτηση του συστήματος της αυτοτελούς φορολόγησης για τις αμοιβές αυτές εκτιμάται ότι θα συμβάλλει στη δήλωση του συνόλου των σχετικών ποσών από τους φορολογούμενους.

Η διάταξη καταλαμβάνει πληρωμές άνω των 40.000 ευρώ που πραγματοποιούνται από την 1.1.2020 ανεξαρτήτως του χρόνου σύναψης, ανανέωσης ή λύσης του συμβολαίου.

Επισημαίνεται ότι για τις αμοιβές που είναι μικρότερες των 40.000 ευρώ είναι ευνοϊκότερη η υπαγωγή στους φορολογικούς συντελεστές που θα ισχύσουν από 1.1.2020 και είναι 9%, 22%, 28% και 36% αντίστοιχα με βάση την κλίμακα της παραγράφου 1, δεδομένης της εφαρμογής και των μειώσεων φόρου.

Ο φόρος που προκύπτει με την αυτοτελή φορολόγηση για τα ποσά που υπερβαίνουν τις 40.000 ευρώ παρακρατείται κατά την πληρωμή και δεν συμψηφίζεται με άλλους φόρους. Στην περίπτωση που το εισόδημα καταβάλλεται ελεύθερο φόρου, ο φόρος υπολογίζεται μετά την αναγωγή του ποσού σε μικτό με την προσθήκη του αναλογούντος φόρου.