Για μια δεκαετία, κεντρικοί δρόμοι της Αθήνας, όπως η οδός Λέκκα, μια ανάσα από την ελληνική Βουλή, ήταν σχεδόν νεκροί από δραστηριότητα, τώρα όμως η εικόνα έχει αλλάξει: ανοίγουν συνεχώς καινούργια καφέ, μαγαζιά και ξενοδοχεία – μπουτίκ, ενώ κατακλύζονται και πάλι από τουρίστες σε μια σαφή ένδειξη ότι η ανάκαμψη της οικονομίας επιστρέφει, γράφουν σήμερα σε εκτενές αφιέρωμα στην Ελλάδα οι Financial Times.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Αλέκος, ξυλουργός που μιλά στους FT, μετά από τα χρόνια της κρίσης, υπάρχουν πλέον τόσες δουλειές που μετά βίας μπορεί να ανταποκριθεί, καθώς ανοίγουν συνεχώς νέες επιχειρήσεις ή ανακαινίζονται οι παλιές.

Το ξέσπασμα της όψιμης αυτής αισιοδοξίας, αναφέρει το δημοσίευμα, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την πρόσφατη εμπειρία. Σχεδόν το 30% των καταστημάτων στο κέντρο είχε βάλει λουκέτο ή άλλαξε χέρια κατά τη διάρκεια της βαθιάς ύφεσης. Οι τιμές των ακινήτων έκαναν βουτιά καθώς η Ελλάδα ήταν έτοιμη να φύγει από την ευρωζώνη το 2015.

Χρειάστηκαν εννέα χρόνια για να βγει η χώρα από την ύφεση και η φετινή χρονιά θα καθορίσει το αν η νέα κυβέρνηση και η ανανεωμένη επιχειρηματική εμπιστοσύνη μπορούν να λύσουν τα προβλήματα που εμπόδιζαν την επιτάχυνση της ανάπτυξης.

Οι τιμές των ακινήτων τον τελευταίο χρόνο αυξήθηκαν κατά 10% και τα ενοίκια στα εμπορικά ακίνητα αυξάνονται, ενώ η επιχειρηματική εμπιστοσύνη επέστρεψε με την εκλογή της κεντροδεξιάς, φιλο-εοπιχειρηματικής Νέας Δημοκρατίας, σημειώνουν οι FT.

To 2019 ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών ενισχύθηκε κατά 49% και οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών ομολόγων μειώθηκαν θεαματικά από το 15% το 2015 στο 1,1% τον Νοέμβριο, κάτω από τα ιταλικά.

Όπως δηλώνει στο αφιέρωμα των FT και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης οι εκλογές ήταν το σημείο καμπής για την Ελλάδα και συμβολίζουν το τέλος μιας εποχής που ξεκίνησε με την κρίση του 2009 και η γνώμη μου είναι ότι αυτή η κρίση κράτησε πολύ περισσότερο απ’ όσο έπρεπε να κρατήσει .

Ωστόσο, σύμφωνα με το δημοσίευμα, παρά το τωρινό αισιόδοξο κλίμα δεν είναι ξεκάθαρο αν η κυβέρνηση θα μπορέσει τελικά να προσελκύσει τις ξένες επενδύσεις που χρειάζεται η ελληνική οικονομία για να ανακτήσει τη χαμένη ανάπτυξη.

«Ο Μητσοτάκης πραγματικά κατανοεί τις επιχειρήσεις και την επιχειρηματικότητα», αναφέρει η οικονομολόγος και πρώην αξιωματούχος του ΔΝΤ, Μιράντα Ξαφά. «Κατανοεί τι ακριβώς πρέπει να γίνει. Νομίζω όμως ότι είναι αρκετά αισιόδοξος για το πόσο γρήγορα μπορεί να το πετύχει. Νομίζει ότι θα γυρίσει τη σελίδα και θα υπάρξει μια νέα Ελλάδα».

Όπως πάντως λένε οι συνεργάτες του, ο κ. Μητσοτάκης, παρά τις πολιτικές του καταβολές, είναι αντισυμβατικός καθώς προετοιμάστηκε καλά για τη θέση του πρωθυπουργού. Συγκέντρωσε πάνω από 20 τεχνοκράτες με εκπαίδευση στο εξωτερικό για να αναλάβουν πόστα – κλειδιά στη νέα κυβέρνηση. Επωφελήθηκε από τα χαμηλά κόστη δανεισμού και τα καλύτερα του αναμενόμενου έσοδα για να μειώσει τους φόρους σε επιχειρήσεις, ακίνητα, μερίσματα και εισοδήματα. Ξεκίνησε το ξεκαθάρισμα του τραπεζικού κλάδου και άρχισε μεγάλης κλίμακας επενδυτικά πρότζεκτ που μπλόκαρε η προηγούμενη κυβέρνηση.

Ο ίδιος πιστεύει ότι «είμαστε στη διαδικασία να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο και να βάλουμε την Ελλάδα στον ενάρετο κύκλο».

«Δεν υπάρχει αμφιβολία για το τι ελπίζω να συμβεί στη χώρα, και νομίζω ότι πραγματικά χρειαζόμαστε ριζική αλλαγή, για να γίνει η Ελλάδα πραγματικό success story. Δεν μπορούμε να τα κουτσοκαταφέρουμε, έχουμε χάσει πολύ χρόνο και πολύ ΑΕΠ, ειλικρινά και πολύ ενέργεια ως χώρα για να το κάνουμε αυτό».

Ωστόσο, σημειώνουν οι FT, τα προβλήματα της Ελλάδας παραμένουν βαθιά. Το ΔΝΤ και η Κομισιόν που παρακολουθούν στενά την Ελλάδα μετά και το τέλος των μνημονίων το 2018, είναι πιο συγκρατημένοι για τις προοπτικές της χώρας, καθώς προβλέπουν ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 2,3% φέτος (ο κ. Μητσοτάκης κάνει λόγο για 3%) και για επιβράδυνση το 2021.

«Οι αναπτυξιακές προοπτικές βαρύνονται από κατάλοιπα της κρίσης όπως το υψηλό δημόσιο χρέος, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια , οι υπερχρεωμένοι δανειολήπτες, η χαμηλή παραγωγικότητα, η έλλειψη επενδύσεων, η αδυναμία να καλλιεργηθεί η κουλτούρα πληρωμών και οι δυσμενείς δημογραφικές ιδιαιτερότητες,ανέφερε το ταμείο στην τελευταία του έκθεση.