Τα ασφυκτικά περιθώρια που θα έχει μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σχολιάζει στο πρωινό της report η Goldman Sachs. Οι αναλυτές της επενδυτικής τράπεζας υπογραμμίζουν ότι με δεδομένες τις δύσκολες χρηματοδοτικές συνθήκες που αντιμετωπίζει η Ελλάδα και τις ανάγκες αναχρηματοδότησης που κυμαίνονται από 6 ως 15 δισ ευρώ (ανάλογα με τις εκτιμήσεις) πρέπει να υπάρξει σύντομα μία συμφωνία με την τρόικα προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο στάσης πληρωμών έναντι του επίσημου τομέα. Διότι σε μία τέτοια περίπτωση η ΕΚΤ θα θελήσει να περιορίσει την έκθεση της μέσω της ΤτΕ και ως εκ τούτου θα κόψει τη χρηματοδότηση στις τράπεζες που θα πασχίζουν να αντιμετωπίσουν τις εκροές καταθέσεων. Και αυτό μπορεί να συμβεί εφόσον η ΕΚΤ αποφασίσει να σταματήσει το πρόγραμμα ELA. 

Υπό αυτές τις συνθήκες η ελληνική οικονομία θα επιστρέψει σε ύφεση ενώ θα επιβληθούν περιορισμοί στις εκροές καταθέσεων και έλεγχο στη διακίνηση Κεφαλαίων. Την ίδια στιγμή θα πληγεί και η η εξαγωγική δραστηριότητα αφού οι πιστώσεις των ελληνικών τραπεζών δεν θα γίνονται αποδεχτές απ’ το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα και οι συναλλαγές θα γίνονται με ρευστό, κάτι που συνέβη και την περίοδο 2011 – 2012.

Προκειμένου λοιπόν να αποφευχθούν όλα αυτά για την ελληνική οικονομία και για τα ελληνικά ομόλογα και μετοχές, είναι απαραίτητη μία συμφωνία με την τρόικα. Μία τέτοια συμφωνία λογικά θα δρομολογούνται υπό μία κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας με βάση τις προεκλογικές της δεσμεύσεις. Στον αντίποδα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δεσμευθεί να επιδιώξει ένα εναλλακτικό οικονομικό σχέδιο που έρχεται σε αντίθεση με το πλαίσιο του προγράμματος προσαρμογής που είναι σε ισχύ.

Επομένως, σύμφωνα με την Goldman, η ερώτηση “κλειδί” είναι στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίσει τις εκλογές θα υπάρξει ένας συμβιβασμός του με τους διεθνείς πιστωτές; Αν και ο συμβιβασμός είναι πιθανός, σημειώνει η έκθεση, θα πρέπει να γίνουν μεγάλες αμοιβαίες υποχωρήσεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει το μήνυμα ΄τι είναι έτοιμος να δεσμευθεί για συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης που θα εκληφθούν θετικά απ’ την τρόικα, κυρίως στους τομείς του Δημοσίου και της φορολογικής μεταρρύθμισης. Και αυτό μπορεί να βοηθήσει στο να μειώσει τις απαιτήσεις των δανειστών.

Ωστόσο το χάσμα μεταξύ της οικονομικής φιλοσοφίας των δύο πλευρών αφορά σε τομείς “κλειδιά”, όπως τους δημοσιονομικούς στόχους, τη διατηρησιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, τις αποκρατικοποιήσεις και το προσωπικό του Δημοσίου. Και όπως έχει γίνει πιο καθαρό τα τελευταία χρόνια, οι δανειστές είναι πρόθυμοι να πληρώσουν το κόστος ενός σεναρίου στάσης πληρωμών από την Ελλάδα απ’ το να χορηγήσουν Κεφάλαια για πολιτικές που αντιστρέφουν τις μεταρρυθμίσεις που έχουν προωθηθεί και ξεφεύγουν απ’ την οικονομική ορθοδοξία.

Σύμφωνα με την Goldman πάντως μία πλειοψηφική από το ΣΥΡΙΖΑ Βουλή θα είναι δύσκολο να ψηφίσει υπέρ του συμβιβασμού παρά το γεγονός ότι τα μέτρα που απομένουν να ληφθούν ώστε να ολοκληρωθεί το τρέχον πρόγραμμα είναι λίγα ενώ οι χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης για φέτος είναι αξιόλογες.

Μιλώντας ορθολογικά, το κίνητρο για όποια ελληνική κυβέρνηση προκύψει είναι να περάσει τη διαδικασία της αξιολόγησης πολύ γρήγορα ώστε να καθορίσει την πολιτική της απ’ το β’ εξάμηνο του 2015 και μετά. Σε αυτή τη βάση πολλοί στην αγορά υποθέτουν ότι μία κυβέρνηση υπό το ΣΥΡΙΖΑ θα έχει ένα κίνητρο να φθάσει γρήγορα σε συμφωνία με την τρόικα, ακόμα και στο να συμβιβαστεί με τις απαιτήσεις της.

Ωστόσο η ερώτηση κλειδί είναι εάν η Βουλή στην οποία θα πλειοψηφεί ο ΣΥΡΙΖΑ θα υποστηρίξει μία τέτοια συμφωνία. Ψηφοφορίες για νέα μέτρα είχαν κόστος στα κόμματα που κυβερνούσαν στο παρελθόν και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα αποτελέσει εξαίρεση. Επιπρόσθετα προεκλογικά έχουν δημιουργηθεί μεγάλες προσδοκίες κι η απογοήτευση τους θα έχει μεγάλο κόστος, σημειώνει η Goldman.

Εκ των πραγμάτων το δίλημμα για μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα είναι μεγάλο. Το εάν αυτό το δίλημμα θα οδηγήσει άμεσα σε μία σύγκρουση με την τρόικα το Φεβρουάριο ή εάν θα οδηγήσει σε μία παρατεταμένη περίοδο διαπραγμάτευσης μέχρι το καλοκαίρι θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό εάν οι συζητήσεις μεταξύ των δύο πλευρών ξεκινήσει σε καλό κλίμα.

Η εμπειρία απ’ τις διαπραγματεύσεις που διεξήγαγε η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ που οδήγησε στη διακοπή του προγράμματος το 2011, δείχνει ότι μία συγκρουσιακή στάση από νωρίς μπορεί να οδηγήσει από νωρίς και σε αντιπαράθεση. Αντίθετα η μετριοπάθεια και η διαπραγμάτευση με καλή τη θέληση μπορούν να κερδίσουν χρόνο και χώρο για τη νέα κυβέρνηση, εκτιμά η επενδυτική τράπεζα.

Γι αυτό, όπως υπογραμμίζει, θα αποτελέσει “κλειδί” το πρόσωπο του νέου υπουργού Οικονομικών καθώς αυτός θα κληθεί να διαμορφώσει τον τόνο των διαπραγματεύσεων και των ελιγμών. Και το πρόσωπο που θα αναλάβει θα είναι και το πρώτο πράγμα που περιμένει να δει η Goldman Sachs. Ένας μετριοπαθής, εύγλωττος με καλές γνώσεις οικονομικών και με τη διάθεση να αποφύγει την αντιπαράθεση και με την ικανότητα να εντοπίζει χώρους συμφωνίας και συναίνεσης θα ήταν μία καθησυχαστική αρχή, σημειώνει. Κάτι τέτοιο θα θα έθετε τις απαραίτητες συνθήκες για μία πιο μακρά και ομαλή διαδικασία διαπραγμάτευσης.

Βέβαια η επενδυτική σπεύδει να τονίσει ότι η μετριοπάθεια στις αρχές θα είναι απαραίτητη αλλά όχι αρκετή. Υπάρχουν επίσης κοινωνικές και οικονομικές δυναμικές που δεν ελέγχονται από τις κυβερνήσεις. Ο κίνδυνος “κλειδί” είναι μία περίοδος παρατεταμένης διαπραγμάτευσης που θα προκαλέσει σημαντική μείωση των καταθέσεων, κατάρρευση των δημοσίων εσόδων και ύφεση στην οικονομία. Μάλιστα μία ύφεση μπορεί να καταστήσει το χρονικό περιθώριο και τους στόχους των συζητήσεων μεταξύ κυβέρνησης και πιστωτών πιο πιεστικό.