Ημέρες των κυβερνήσεων Γιώργου Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά θυμίζει η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης Τσίπρα με τους δανειστές για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης.

Η συνεδρίαση την περασμένη Πέμπτη του Euroworking Group δεν είχε θετική έκβαση, με αποτέλεσμα τα δύο επίμαχα ζητήματα (οι πλειστηριασμοί α’ κατοικίας και η εξεύρεση ισοδυνάμων για να μην μπει ΦΠΑ 23% στην ιδιωτική εκπαίδευση) να παραπεμφθούν στη συνεδρίαση του Eurogroup της 9ης Νοεμβρίου.

Παρά τις διαφωνίες, το κλίμα στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές παραμένει καλό. Οι δηλώσεις αξιωματούχων του ευρωιερατείου παραμένουν θετικές για τη «μετάλλαξη» του Τσίπρα, όπως την αποκάλεσε ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί. Τελευταίος κρίκος στη σχετική αλυσίδα η δήλωση του Τόμας Βίζερ (πρόεδρος του Euroworking Group), ο οποίος μίλησε για Τσίπρα 1 και Τσίπρα 2!

Ο χρόνος, όμως, τρέχει και εάν δεν βρεθούν λύσεις, σύντομα θα προκύψει πρόβλημα το οποίο εκ των πραγμάτων θα επιβαρύνει και το κλίμα. Η υποδόση των 2 δισ. ευρώ είναι πιθανόν να καταβληθεί την επόμενη εβδομάδα, το κρισιμότερο όμως δεν είναι η εκταμίευση αυτού του ποσού, αλλά η έγκαιρη ολοκλήρωση της πρώτης αξιο-λόγησης. Οπως είναι γνωστό, η ολοκλήρωσή της είναι ο όρος και για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την έναρξη της συζήτησης για την αναδιάρθρωση του χρέους.

Τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) όσο και ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι έχουν ζητήσει την αποσύνδεση της ανακεφαλαιοποίησης από την αξιολόγηση της εφαρμογής του μνημονίου. Κι αυτό επειδή πρέπει θεωρητικά να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους, αλλά πρακτικά πρέπει να έχει συμφωνηθεί μέχρι το τέλος Νοεμβρίου.

Διαφορετικά θα εφαρμοστούν οι διαδικασίες του bail in που οδηγούν και σε κούρεμα καταθέσεων. Μια τέτοια εξέλιξη δεν την επιθυμούν για προφανείς λόγους ούτε η κυβέρνηση ούτε ο Ντράγκι. Ο τελευταίος δεν έχει κανέναν λόγο να προκαλέσει ένα τόσο ισχυρό κλυδωνισμό στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ο οποίος εκ των πραγμάτων θα επηρεάσει αρνητικά συνολικά το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.

Να μην προκύψει αδιέξοδο

Το Μαξίμου έχει λάβει το μήνυμα και, παρά τις δυσκολίες, έχει δώσει εντολή να γίνουν όσα χρειάζονται για να μην προκύψει αδιέξοδο. Επιθυμεί δηλαδή μέχρι τις 15 Νοεμβρίου να έχουν τελειώσει όλα, μη εξαιρουμένου και του Ασφαλιστικού, για το οποίο ο αρμόδιος υπουργός Γιώργος Κατρούγκαλος ολοκληρώνει τις σχετικές προετοιμασίες. Την αποφασιστικότητά τους θα εκφράσουν οι κυβερνώντες και στον Μοσκοβισί, ο οποίος θα πραγματοποιήσει επίσκεψη στην Αθήνα την ερχόμενη Τρίτη. Ο επίτροπος θα ζητήσει αυστηρή εφαρμογή του προγράμματος, αλλά αναμένεται να προβεί σε θετική δήλωση όσον αφορά την αναδιάρθρωση του χρέους.

Στο πλαίσιο της υλοποίησης των ανειλημμένων δεσμεύσεων, τις προηγούμενες ημέρες κατατέθηκε στη Βουλή για ψήφιση με έκτακτες διαδικασίες και το νομοσχέδιο για ακόμα μία δέσμη προαπαιτουμένων και το νομοσχέδιο για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος. Για ορισμένα θέματα, μάλιστα, επαναλαμβάνεται το θλιβερό φαινόμενο η ίδια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, υπό το κράτος της πίεσης των δανειστών, να καταργεί νομοθετικές ρυθμίσεις που είχε ψηφίσει λίγο καιρό πριν. Παρά τη σπουδή της, η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να λάβει υπόψη της το εκρηκτικό από κοινωνικής άποψης (και με τεράστιο πολιτικό κόστος) ζήτημα των πλειστηριασμών. Γι’ αυτό και ο Τσίπρας επιχειρεί να πολιτικοποιήσει τη σχετική διαπραγμάτευση με τους δανειστές.

Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του, ο πρόεδρος Ολάντ έδειξε να ανταποκρίνεται, ενώ και ο σκληροπυρηνικός νεοφιλελεύθερος αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις, όταν προσφάτως βρέθηκε στην Αθήνα, μίλησε για την ανάγκη συμβιβαστικής λύσης. Μένει να φανεί εάν αυτή η διάθεση συνδιαλλαγής θα εμφανιστεί και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Εγκλωβισμός στον ΦΠΑ

Οσον αφορά το δεύτερο επίμαχο ζήτημα (τον ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση), υπουργοί ομολογούν ότι η κυβέρνηση, αντί να το λύσει γρήγορα και αποφασιστικά, εγκλωβίστηκε στη δική της ρητορική για ισοδύναμα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο τη χρονική καθυστέρηση, αλλά και την πρόκληση τριβών με τις εμπλεκόμενες επαγγελματικές ομάδες και βεβαίως τη δημιουργία της εντύπωσης ότι οι κυβερνώντες είναι ανίκανοι να βρουν λύσεις. Μετά το ναυάγιο των προηγούμενων εναλλακτικών λύσεων, τώρα προσανατολίζονται αφενός να επιβάλουν ΦΠΑ μόνο στα ιδιωτικά σχολεία και να εξαιρέσουν τα κάθε είδους φροντιστήρια, αφετέρου να φορολογήσουν περαιτέρω προϊόντα για να συμπληρώσουν το εισπρακτικό κενό.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση χρησιμοποίησε προεκλογικά τα ισοδύναμα ως παρηγορητικό λόγο. Καλλιέργησε την εντύπωση ότι οι κοινωνικά επώδυνες πτυχές του τρίτου μνημονίου θα αντικατασταθούν από ισοδύναμα και κατ’ αυτόν τον τρόπο θα εφαρμοστεί ένα πολύ πιο ήπιο πρόγραμμα. Αυτό, όμως, ήταν εξαρχής μία πολιτική επαγγελία χωρίς αντίκρισμα ή, επί το λαϊκότερον, «χρύσωμα του πικρού χαπιού».

Ισοδύναμα μπορούν να βρεθούν για ένα ή δύο μέτρα και, όπως αποδεικνύεται, κι αυτό ακόμα είναι πολύ δύσκολο. Οπως έλεγε ο ίδιος ο Τσίπρας, ασκώντας ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κριτική στην κυβέρνηση Σαμαρά, η εξεύρεση ισοδύναμου σημαίνει ότι αντί να κόψεις το ένα δάχτυλο, επιλέγεις να κόψεις κάποιο άλλο.

Η κυβέρνηση ελπίζει ότι λόγω και του προσφυγικού/μεταναστευτικού προβλήματος το ευρωιερατείο θα αποδεχθεί πιο χαλαρή εφαρμογή του τρίτου μνημονίου. Είναι αληθές ότι ο Φρανσουά Ολάντ μίλησε για ευελιξία, ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, αναφερόμενος γενικότερα, χρησιμοποίησε τον όρο «χαλάρωση» και ο Ντομπρόβσκις δήλωσε ότι «δεν πρέπει να είμαστε δογματικοί». Το ευρωιερατείο, όμως, δεν θέλει να συνδέσει επισήμως τα δύο αυτά ζητήματα, αν και ο πρωθυπουργός τονίζει σε κάθε Ευρωπαίο συνομιλητή του ότι «τα συνδέει η ίδια η ζωή».
Προφανώς έχει δίκιο, αλλά αυτό δεν αρκεί. Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, ούτε η Κομισιόν ούτε πολύ περισσότερο το Βερολίνο είναι δια-τεθειμένοι σε αυτή να φάση να χαλαρώσουν το ελληνικό πρόγραμμα. Θέλουν να ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση και η όποια χαλάρωση αποφασιστεί να ισχύσει για όλες τις εμπλεκόμενες χώρες-μέλη και για το 2016.

Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Βάλτερ Σταϊνμάγερ υποσχέθηκε ανταλλάγματα στην Αθήνα για τη στάση της στο προσφυγικό/μεταναστευτικό ζήτημα, αλλά ζήτησε να μη συνδεθούν επισήμως με τη χαλάρωση των δεσμεύσεων του μνημονίου. Το Βερολίνο, μάλιστα, είχε προβεί και σε επίσημη δήλωση για τη μη σύνδεση, η οποία, κατά τις ίδιες πληροφορίες, προκάλεσε την εκδήλωση δυσαρέσκειας εκ μέρους του Νίκου Κοτζιά. Τα ανταλλάγματα που συζητούνται αφορούν κυρίως τα κόκκινα δάνεια και ειδικότερα τους πλειστηριασμούς και την έναρξη της συζήτησης για την αναδιάρθρωση του χρέους αμέσως μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, ώστε οι οριστικές αποφάσεις να έχουν ληφθεί μέχρι τον ερχόμενο Μάρτιο.

Ας σημειωθεί ότι η Ιταλία, η Αυστρία, το Βέλγιο και η Φινλανδία έχουν ζητήσει από την Κομισιόν να εξαιρεθεί το κόστος διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης από τον υπολογισμό της δημοσιονομικής προσαρμογής του 2016. Ο Γιούνκερ εμφανίστηκε θετικός, διευκρινίζοντας ότι κάθε χώρα-μέλος θα κριθεί από τη στάση που θα τηρήσει.

Τα κόκκινα δάνεια

Η κρίση που έχει προκαλέσει το προσφυγικό/μεταναστευτικό κύμα ρηγματώνει εκ των πραγμάτων το δόγμα της λιτότητας. Ακόμα και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε ότι σε αυτή τη φάση προτεραιότητα για τη χώρα του έχει η αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος, γεγονός που της επιβάλλει να παρακάμψει τον κανόνα του μηδενικού ελλείμματος.
Εάν, όμως, αυτό ισχύει για την οικονομικά ισχυρή Γερμανία, πρέπει να ισχύσει πολλαπλάσια για τη γονατισμένη από την πολυετή και πρωτοφανή ύφεση Ελλάδα. Η πείρα, όμως, μας διδάσκει πως στην Ε.Ε. το ηθικοπολιτικά προφανές δεν είναι καθόλου αυτονόητο.

Εν αναμονή της χαλάρωσης, εάν και όποτε έρθει, ο Γιάννης Δραγασάκης εξέφρασε την ελπίδα ότι αυτή η ανακεφαλαιοποίηση δεν θα έχει την κακή τύχη των προηγούμενων. Και σωστά απέδωσε την αποτυχία των προηγούμενων στο γεγονός ότι δεν έγινε ρύθμιση των κόκκινων δανείων. Οπως προαναφέραμε, η κυβέρνηση θέλει να περιορίσει όσο το δυνατόν περισσότερο τους πλειστηριασμούς α’ κατοικίας λόγω κόκκινων δανείων, αν και όλα δείχνουν ότι τελικώς θα βρεθεί ένας συμβιβασμός πιο κοντά στη θέση των δανειστών. Είναι, ωστόσο, αποφασισμένη να ρυθμίσει τα επιχειρηματικά κόκκινα δάνεια κατά τρόπο που, όπως δήλωσε ο αντιπρόεδρος, θα συμβάλει στην παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας.

Είναι θεμελιώδης αρχή ότι δεν μπορεί να έχεις ούτε υγιή δημόσια οικονομικά, ούτε υγιές ασφαλιστικό σύστημα, ούτε υγιές τραπεζικό σύστημα όταν η πραγματική οικονομία συρρικνώνεται ή παραμένει στάσιμη σ’ ένα τόσο χαμηλό επίπεδο. Οσο, λοιπόν, δεν γίνονται παραγωγικές επενδύσεις και η οικονομία δεν εισέρχεται σε τροχιά ανάπτυξης, ο φαύλος κύκλος θα συνεχίζεται και στα τρία προαναφερθέντα υποσυστήματα.

Πέντε θετικές προβλέψεις

Οι κυβερνώντες ελπίζουν ότι ο πολιτικός αέρας από την πρόσφατη μεγάλη εκλογική νίκη τους θα εμποδίσει την εκδήλωση έντονων κοινωνικών αντιδράσεων. Εκτιμούν πως αν φτάσουν ομαλά μέχρι την άνοιξη, το κλίμα θα αλλάξει. Σύμφωνα με αρμόδιο κυβερνητικό παράγοντα, ο σχεδιασμός του οικονομικού επιτελείου στηρίζεται σε πέντε θετικές προβλέψεις:
Πρώτον, στο γεγονός ότι ακόμα και οι μετριοπαθείς εκτιμήσεις για το τουριστικό ρεύμα μιλούν για κατακόρυφη άνοδο. Αυτό σημαίνει μεγάλη ένεση για την ελληνική οικονομία.
Δεύτερον, στο γεγονός ότι θα εισρεύσει χρήμα από τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα της ΕΚΤ για ποσοτική χαλάρωση.

Τρίτον, θα έχει δρομολογηθεί η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, γεγονός που θα αλλάξει διεθνώς την εικόνα της ελληνικής οικονομίας και θα διευκολύνει την επάνοδό της στις αγορές.
Τέταρτον, στην εκτίμηση ότι με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την αναδιάρθρωση του χρέους η αβεβαιότητα θα εξαλειφθεί. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την εκδήλωση έντονου επενδυτικού ενδιαφέροντος. Είναι αληθές ότι διεθνείς παίκτες θεωρούν πλέον την Ελλάδα χώρα επενδυτικών ευκαιριών και αναμένουν την κατάλληλη στιγμή για να μπουν στο παιχνίδι. Αυτό που προς το παρόν τούς κάνει επιφυλακτικούς είναι το ερώτημα εάν έχει εξαλειφθεί ή όχι το ενδεχόμενο ενός ναυαγίου, το οποίο και θα προκαλέσει την έξοδο από την Ευρωζώνη. Οπως μας διδάσκει η διεθνής πείρα, σε αυτές τις περιπτώσεις, όταν γίνει η αρχή όλοι σπεύδουν για να μη χάσουν την ευκαιρία.

Πέμπτον, με τη σταδιακή εξάλειψη της αβεβαιότητας αναμένεται όχι μόνο να ενισχυθεί η επιστροφή καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα, αλλά και να εκδηλωθεί η συμπιεσμένη τόσα χρόνια εσωτερική ζήτηση η οποία θα αιμοδοτήσει την αγορά και θα ενισχύσει τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος.

Ο ίδιος κυβερνητικός παράγοντας, ωστόσο, ομολογεί ότι όλα τα παραπάνω είναι το καλό σενάριο. Το κακό είναι τα πράγματα να μην εξελιχθούν ομαλά μέχρι την άνοιξη. Η προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης με αλλεπάλληλες περικοπές και υπερφορολόγηση αποσταθεροποιεί εκ των πραγμάτων την κοινωνική βάση στήριξης της κυβέρνησης. Ειδικά οι δραματικές αλλαγές στο Ασφαλιστικό θίγουν το μαλακό υπογάστριο της κοινωνίας.

Ταυτοχρόνως, η υπερφορολόγηση έχει διπλά αρνητική συνέπεια. Πρώτον, αποτρέπει τις επενδύσεις. Δεύτερον, συσσωρεύει οικονομικά ερείπια. Η εντυπωσιακή αύξηση από τον Αύγουστο των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο (αθροιστικά σύντομα θα φθάσουν τα 90 δισ.) καταδεικνύει ότι οι κάθε είδους φορολογικές απαιτήσεις έχουν υπερβεί κατά πολύ τη φοροδοτική ικανότητα των Ελλήνων. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως το πιθανότερο είναι και το 2015 να προκύψει ένα σημαντικό δημοσιονομικό κενό, το οποίο θα πρέπει η κυβέρνηση να καλύψει με πρόσθετα μέτρα. Η επιβολή νέων φόρων, όμως, θα ρίξει στον γκρεμό επιχειρήσεις και νοικοκυριά που μέχρι τώρα τα έφερναν βόλτα με πολύ δυσκολία. Με άλλα λόγια, για να εξισορροπηθεί η αδυναμία ενός ολοένα μεγαλύτερου ποσοστού των φορολογουμένων να ανταποκριθεί στις αυξημένες υποχρεώσεις του θα επιβαρυνθούν περαιτέρω όσοι ακόμα μπορούν, γεγονός που θα ανατροφοδοτήσει τον φαύλο κύκλο.

Είναι αξιοσημείωτο ότι το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής επισημαίνει τον κίνδυνο περαιτέρω ύφεσης ή μακροχρόνιας στασιμότητας και θέτει ως όρο για την ανάκαμψη την εξάλειψη της αβεβαιότητας. Η κοινωνική δυναμική, όμως, δεν μπορεί να προβλεφθεί με ασφάλεια, δεδομένου ότι πολλαπλασιάζονται τα σημάδια ότι η οργή και η απόγνωση επεκτείνονται και οξύνονται.

Στην περίπτωση που επιβεβαιωθεί το κακό σενάριο και η κυβέρνηση απειληθεί με αποσταθεροποίηση, θα υποχρεωθεί να κάνει κινήσεις και στο αμιγώς πολιτικό και στο οικονομικό επίπεδο. Στο πολιτικό επίπεδο, θα προσπαθήσει να διευρυνθεί απευθυνόμενη στο ΠΑΣΟΚ, στο Ποτάμι και ενδεχομένως στην Ενωση Κεντρώων, αλλά θα υποχρεωθεί να διαπραγματευτεί μαζί τους από μειονεκτική θέση. Στο οικονομικό επίπεδο θα επιχειρήσει να εκτονώσει την κοινωνική οργή, κάτι που θα τη φέρει μοιραία αντιμέτωπη με τους δανειστές, αναζωπυρώνοντας τις κατηγορίες για ελληνικές υπαναχωρήσεις και περιπλέκοντας κατ’ επέκταση την ήδη δυσχερή και έκρυθμη κατάσταση.

Πηγή: protothema.gr

Ημέρες των κυβερνήσεων Γιώργου Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά θυμίζει η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης Τσίπρα με τους δανειστές για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης. 

Η συνεδρίαση την περασμένη Πέμπτη του Euroworking Group δεν είχε θετική έκβαση, με αποτέλεσμα τα δύο επίμαχα ζητήματα (οι πλειστηριασμοί α’ κατοικίας και η εξεύρεση ισοδυνάμων για να μην μπει ΦΠΑ 23% στην ιδιωτική εκπαίδευση) να παραπεμφθούν στη συνεδρίαση του Eurogroup της 9ης Νοεμβρίου.

Παρά τις διαφωνίες, το κλίμα στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές παραμένει καλό. Οι δηλώσεις αξιωματούχων του ευρωιερατείου παραμένουν θετικές για τη «μετάλλαξη» του Τσίπρα, όπως την αποκάλεσε ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί. Τελευταίος κρίκος στη σχετική αλυσίδα η δήλωση του Τόμας Βίζερ (πρόεδρος του Euroworking Group), ο οποίος μίλησε για Τσίπρα 1 και Τσίπρα 2!

Ο χρόνος, όμως, τρέχει και εάν δεν βρεθούν λύσεις, σύντομα θα προκύψει πρόβλημα το οποίο εκ των πραγμάτων θα επιβαρύνει και το κλίμα. Η υποδόση των 2 δισ. ευρώ είναι πιθανόν να καταβληθεί την επόμενη εβδομάδα, το κρισιμότερο όμως δεν είναι η εκταμίευση αυτού του ποσού, αλλά η έγκαιρη ολοκλήρωση της πρώτης αξιο-λόγησης. Οπως είναι γνωστό, η ολοκλήρωσή της είναι ο όρος και για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την έναρξη της συζήτησης για την αναδιάρθρωση του χρέους.

Τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) όσο και ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι έχουν ζητήσει την αποσύνδεση της ανακεφαλαιοποίησης από την αξιολόγηση της εφαρμογής του μνημονίου. Κι αυτό επειδή πρέπει θεωρητικά να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους, αλλά πρακτικά πρέπει να έχει συμφωνηθεί μέχρι το τέλος Νοεμβρίου.

Διαφορετικά θα εφαρμοστούν οι διαδικασίες του bail in που οδηγούν και σε κούρεμα καταθέσεων. Μια τέτοια εξέλιξη δεν την επιθυμούν για προφανείς λόγους ούτε η κυβέρνηση ούτε ο Ντράγκι. Ο τελευταίος δεν έχει κανέναν λόγο να προκαλέσει ένα τόσο ισχυρό κλυδωνισμό στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ο οποίος εκ των πραγμάτων θα επηρεάσει αρνητικά συνολικά το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.

Να μην προκύψει αδιέξοδο

Το Μαξίμου έχει λάβει το μήνυμα και, παρά τις δυσκολίες, έχει δώσει εντολή να γίνουν όσα χρειάζονται για να μην προκύψει αδιέξοδο. Επιθυμεί δηλαδή μέχρι τις 15 Νοεμβρίου να έχουν τελειώσει όλα, μη εξαιρουμένου και του Ασφαλιστικού, για το οποίο ο αρμόδιος υπουργός Γιώργος Κατρούγκαλος ολοκληρώνει τις σχετικές προετοιμασίες. Την αποφασιστικότητά τους θα εκφράσουν οι κυβερνώντες και στον Μοσκοβισί, ο οποίος θα πραγματοποιήσει επίσκεψη στην Αθήνα την ερχόμενη Τρίτη. Ο επίτροπος θα ζητήσει αυστηρή εφαρμογή του προγράμματος, αλλά αναμένεται να προβεί σε θετική δήλωση όσον αφορά την αναδιάρθρωση του χρέους.

Στο πλαίσιο της υλοποίησης των ανειλημμένων δεσμεύσεων, τις προηγούμενες ημέρες κατατέθηκε στη Βουλή για ψήφιση με έκτακτες διαδικασίες και το νομοσχέδιο για ακόμα μία δέσμη προαπαιτουμένων και το νομοσχέδιο για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος. Για ορισμένα θέματα, μάλιστα, επαναλαμβάνεται το θλιβερό φαινόμενο η ίδια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, υπό το κράτος της πίεσης των δανειστών, να καταργεί νομοθετικές ρυθμίσεις που είχε ψηφίσει λίγο καιρό πριν. Παρά τη σπουδή της, η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να λάβει υπόψη της το εκρηκτικό από κοινωνικής άποψης (και με τεράστιο πολιτικό κόστος) ζήτημα των πλειστηριασμών. Γι’ αυτό και ο Τσίπρας επιχειρεί να πολιτικοποιήσει τη σχετική διαπραγμάτευση με τους δανειστές.

Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του, ο πρόεδρος Ολάντ έδειξε να ανταποκρίνεται, ενώ και ο σκληροπυρηνικός νεοφιλελεύθερος αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις, όταν προσφάτως βρέθηκε στην Αθήνα, μίλησε για την ανάγκη συμβιβαστικής λύσης. Μένει να φανεί εάν αυτή η διάθεση συνδιαλλαγής θα εμφανιστεί και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Εγκλωβισμός στον ΦΠΑ

Οσον αφορά το δεύτερο επίμαχο ζήτημα (τον ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση), υπουργοί ομολογούν ότι η κυβέρνηση, αντί να το λύσει γρήγορα και αποφασιστικά, εγκλωβίστηκε στη δική της ρητορική για ισοδύναμα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο τη χρονική καθυστέρηση, αλλά και την πρόκληση τριβών με τις εμπλεκόμενες επαγγελματικές ομάδες και βεβαίως τη δημιουργία της εντύπωσης ότι οι κυβερνώντες είναι ανίκανοι να βρουν λύσεις. Μετά το ναυάγιο των προηγούμενων εναλλακτικών λύσεων, τώρα προσανατολίζονται αφενός να επιβάλουν ΦΠΑ μόνο στα ιδιωτικά σχολεία και να εξαιρέσουν τα κάθε είδους φροντιστήρια, αφετέρου να φορολογήσουν περαιτέρω προϊόντα για να συμπληρώσουν το εισπρακτικό κενό.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση χρησιμοποίησε προεκλογικά τα ισοδύναμα ως παρηγορητικό λόγο. Καλλιέργησε την εντύπωση ότι οι κοινωνικά επώδυνες πτυχές του τρίτου μνημονίου θα αντικατασταθούν από ισοδύναμα και κατ’ αυτόν τον τρόπο θα εφαρμοστεί ένα πολύ πιο ήπιο πρόγραμμα. Αυτό, όμως, ήταν εξαρχής μία πολιτική επαγγελία χωρίς αντίκρισμα ή, επί το λαϊκότερον, «χρύσωμα του πικρού χαπιού».

Ισοδύναμα μπορούν να βρεθούν για ένα ή δύο μέτρα και, όπως αποδεικνύεται, κι αυτό ακόμα είναι πολύ δύσκολο. Οπως έλεγε ο ίδιος ο Τσίπρας, ασκώντας ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κριτική στην κυβέρνηση Σαμαρά, η εξεύρεση ισοδύναμου σημαίνει ότι αντί να κόψεις το ένα δάχτυλο, επιλέγεις να κόψεις κάποιο άλλο.

Η κυβέρνηση ελπίζει ότι λόγω και του προσφυγικού/μεταναστευτικού προβλήματος το ευρωιερατείο θα αποδεχθεί πιο χαλαρή εφαρμογή του τρίτου μνημονίου. Είναι αληθές ότι ο Φρανσουά Ολάντ μίλησε για ευελιξία, ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, αναφερόμενος γενικότερα, χρησιμοποίησε τον όρο «χαλάρωση» και ο Ντομπρόβσκις δήλωσε ότι «δεν πρέπει να είμαστε δογματικοί». Το ευρωιερατείο, όμως, δεν θέλει να συνδέσει επισήμως τα δύο αυτά ζητήματα, αν και ο πρωθυπουργός τονίζει σε κάθε Ευρωπαίο συνομιλητή του ότι «τα συνδέει η ίδια η ζωή».
Προφανώς έχει δίκιο, αλλά αυτό δεν αρκεί. Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, ούτε η Κομισιόν ούτε πολύ περισσότερο το Βερολίνο είναι δια-τεθειμένοι σε αυτή να φάση να χαλαρώσουν το ελληνικό πρόγραμμα. Θέλουν να ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση και η όποια χαλάρωση αποφασιστεί να ισχύσει για όλες τις εμπλεκόμενες χώρες-μέλη και για το 2016.

Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Βάλτερ Σταϊνμάγερ υποσχέθηκε ανταλλάγματα στην Αθήνα για τη στάση της στο προσφυγικό/μεταναστευτικό ζήτημα, αλλά ζήτησε να μη συνδεθούν επισήμως με τη χαλάρωση των δεσμεύσεων του μνημονίου. Το Βερολίνο, μάλιστα, είχε προβεί και σε επίσημη δήλωση για τη μη σύνδεση, η οποία, κατά τις ίδιες πληροφορίες, προκάλεσε την εκδήλωση δυσαρέσκειας εκ μέρους του Νίκου Κοτζιά. Τα ανταλλάγματα που συζητούνται αφορούν κυρίως τα κόκκινα δάνεια και ειδικότερα τους πλειστηριασμούς και την έναρξη της συζήτησης για την αναδιάρθρωση του χρέους αμέσως μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, ώστε οι οριστικές αποφάσεις να έχουν ληφθεί μέχρι τον ερχόμενο Μάρτιο.

Ας σημειωθεί ότι η Ιταλία, η Αυστρία, το Βέλγιο και η Φινλανδία έχουν ζητήσει από την Κομισιόν να εξαιρεθεί το κόστος διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης από τον υπολογισμό της δημοσιονομικής προσαρμογής του 2016. Ο Γιούνκερ εμφανίστηκε θετικός, διευκρινίζοντας ότι κάθε χώρα-μέλος θα κριθεί από τη στάση που θα τηρήσει.

Τα κόκκινα δάνεια

Η κρίση που έχει προκαλέσει το προσφυγικό/μεταναστευτικό κύμα ρηγματώνει εκ των πραγμάτων το δόγμα της λιτότητας. Ακόμα και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε ότι σε αυτή τη φάση προτεραιότητα για τη χώρα του έχει η αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος, γεγονός που της επιβάλλει να παρακάμψει τον κανόνα του μηδενικού ελλείμματος.
Εάν, όμως, αυτό ισχύει για την οικονομικά ισχυρή Γερμανία, πρέπει να ισχύσει πολλαπλάσια για τη γονατισμένη από την πολυετή και πρωτοφανή ύφεση Ελλάδα. Η πείρα, όμως, μας διδάσκει πως στην Ε.Ε. το ηθικοπολιτικά προφανές δεν είναι καθόλου αυτονόητο.

Εν αναμονή της χαλάρωσης, εάν και όποτε έρθει, ο Γιάννης Δραγασάκης εξέφρασε την ελπίδα ότι αυτή η ανακεφαλαιοποίηση δεν θα έχει την κακή τύχη των προηγούμενων. Και σωστά απέδωσε την αποτυχία των προηγούμενων στο γεγονός ότι δεν έγινε ρύθμιση των κόκκινων δανείων. Οπως προαναφέραμε, η κυβέρνηση θέλει να περιορίσει όσο το δυνατόν περισσότερο τους πλειστηριασμούς α’ κατοικίας λόγω κόκκινων δανείων, αν και όλα δείχνουν ότι τελικώς θα βρεθεί ένας συμβιβασμός πιο κοντά στη θέση των δανειστών. Είναι, ωστόσο, αποφασισμένη να ρυθμίσει τα επιχειρηματικά κόκκινα δάνεια κατά τρόπο που, όπως δήλωσε ο αντιπρόεδρος, θα συμβάλει στην παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας.

Είναι θεμελιώδης αρχή ότι δεν μπορεί να έχεις ούτε υγιή δημόσια οικονομικά, ούτε υγιές ασφαλιστικό σύστημα, ούτε υγιές τραπεζικό σύστημα όταν η πραγματική οικονομία συρρικνώνεται ή παραμένει στάσιμη σ’ ένα τόσο χαμηλό επίπεδο. Οσο, λοιπόν, δεν γίνονται παραγωγικές επενδύσεις και η οικονομία δεν εισέρχεται σε τροχιά ανάπτυξης, ο φαύλος κύκλος θα συνεχίζεται και στα τρία προαναφερθέντα υποσυστήματα.

Πέντε θετικές προβλέψεις

Οι κυβερνώντες ελπίζουν ότι ο πολιτικός αέρας από την πρόσφατη μεγάλη εκλογική νίκη τους θα εμποδίσει την εκδήλωση έντονων κοινωνικών αντιδράσεων. Εκτιμούν πως αν φτάσουν ομαλά μέχρι την άνοιξη, το κλίμα θα αλλάξει. Σύμφωνα με αρμόδιο κυβερνητικό παράγοντα, ο σχεδιασμός του οικονομικού επιτελείου στηρίζεται σε πέντε θετικές προβλέψεις:
Πρώτον, στο γεγονός ότι ακόμα και οι μετριοπαθείς εκτιμήσεις για το τουριστικό ρεύμα μιλούν για κατακόρυφη άνοδο. Αυτό σημαίνει μεγάλη ένεση για την ελληνική οικονομία.
Δεύτερον, στο γεγονός ότι θα εισρεύσει χρήμα από τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα της ΕΚΤ για ποσοτική χαλάρωση.

Τρίτον, θα έχει δρομολογηθεί η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, γεγονός που θα αλλάξει διεθνώς την εικόνα της ελληνικής οικονομίας και θα διευκολύνει την επάνοδό της στις αγορές.
Τέταρτον, στην εκτίμηση ότι με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την αναδιάρθρωση του χρέους η αβεβαιότητα θα εξαλειφθεί. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την εκδήλωση έντονου επενδυτικού ενδιαφέροντος. Είναι αληθές ότι διεθνείς παίκτες θεωρούν πλέον την Ελλάδα χώρα επενδυτικών ευκαιριών και αναμένουν την κατάλληλη στιγμή για να μπουν στο παιχνίδι. Αυτό που προς το παρόν τούς κάνει επιφυλακτικούς είναι το ερώτημα εάν έχει εξαλειφθεί ή όχι το ενδεχόμενο ενός ναυαγίου, το οποίο και θα προκαλέσει την έξοδο από την Ευρωζώνη. Οπως μας διδάσκει η διεθνής πείρα, σε αυτές τις περιπτώσεις, όταν γίνει η αρχή όλοι σπεύδουν για να μη χάσουν την ευκαιρία.

Πέμπτον, με τη σταδιακή εξάλειψη της αβεβαιότητας αναμένεται όχι μόνο να ενισχυθεί η επιστροφή καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα, αλλά και να εκδηλωθεί η συμπιεσμένη τόσα χρόνια εσωτερική ζήτηση η οποία θα αιμοδοτήσει την αγορά και θα ενισχύσει τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος.

Ο ίδιος κυβερνητικός παράγοντας, ωστόσο, ομολογεί ότι όλα τα παραπάνω είναι το καλό σενάριο. Το κακό είναι τα πράγματα να μην εξελιχθούν ομαλά μέχρι την άνοιξη. Η προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης με αλλεπάλληλες περικοπές και υπερφορολόγηση αποσταθεροποιεί εκ των πραγμάτων την κοινωνική βάση στήριξης της κυβέρνησης. Ειδικά οι δραματικές αλλαγές στο Ασφαλιστικό θίγουν το μαλακό υπογάστριο της κοινωνίας.

Ταυτοχρόνως, η υπερφορολόγηση έχει διπλά αρνητική συνέπεια. Πρώτον, αποτρέπει τις επενδύσεις. Δεύτερον, συσσωρεύει οικονομικά ερείπια. Η εντυπωσιακή αύξηση από τον Αύγουστο των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο (αθροιστικά σύντομα θα φθάσουν τα 90 δισ.) καταδεικνύει ότι οι κάθε είδους φορολογικές απαιτήσεις έχουν υπερβεί κατά πολύ τη φοροδοτική ικανότητα των Ελλήνων. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως το πιθανότερο είναι και το 2015 να προκύψει ένα σημαντικό δημοσιονομικό κενό, το οποίο θα πρέπει η κυβέρνηση να καλύψει με πρόσθετα μέτρα. Η επιβολή νέων φόρων, όμως, θα ρίξει στον γκρεμό επιχειρήσεις και νοικοκυριά που μέχρι τώρα τα έφερναν βόλτα με πολύ δυσκολία. Με άλλα λόγια, για να εξισορροπηθεί η αδυναμία ενός ολοένα μεγαλύτερου ποσοστού των φορολογουμένων να ανταποκριθεί στις αυξημένες υποχρεώσεις του θα επιβαρυνθούν περαιτέρω όσοι ακόμα μπορούν, γεγονός που θα ανατροφοδοτήσει τον φαύλο κύκλο.

Είναι αξιοσημείωτο ότι το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής επισημαίνει τον κίνδυνο περαιτέρω ύφεσης ή μακροχρόνιας στασιμότητας και θέτει ως όρο για την ανάκαμψη την εξάλειψη της αβεβαιότητας. Η κοινωνική δυναμική, όμως, δεν μπορεί να προβλεφθεί με ασφάλεια, δεδομένου ότι πολλαπλασιάζονται τα σημάδια ότι η οργή και η απόγνωση επεκτείνονται και οξύνονται.

Στην περίπτωση που επιβεβαιωθεί το κακό σενάριο και η κυβέρνηση απειληθεί με αποσταθεροποίηση, θα υποχρεωθεί να κάνει κινήσεις και στο αμιγώς πολιτικό και στο οικονομικό επίπεδο. Στο πολιτικό επίπεδο, θα προσπαθήσει να διευρυνθεί απευθυνόμενη στο ΠΑΣΟΚ, στο Ποτάμι και ενδεχομένως στην Ενωση Κεντρώων, αλλά θα υποχρεωθεί να διαπραγματευτεί μαζί τους από μειονεκτική θέση. Στο οικονομικό επίπεδο θα επιχειρήσει να εκτονώσει την κοινωνική οργή, κάτι που θα τη φέρει μοιραία αντιμέτωπη με τους δανειστές, αναζωπυρώνοντας τις κατηγορίες για ελληνικές υπαναχωρήσεις και περιπλέκοντας κατ’ επέκταση την ήδη δυσχερή και έκρυθμη κατάσταση.