Ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ κατά 1,8%  -συγκεκριμένα 1,76%– «βλέπει» για το 2019 το ΚΕΠΕ στο τελευταίο τεύχος του τετραμηνιαίου περιοδικού του «Οικονομικές Εξελίξεις», ενώ ακόμα χαμηλότερα  «βλέπει» την ανάπτυξη για την Ελλάδα η Bank of America Merrill Lynch, μόλις στο 1,5%.

Πρόκειται για εκτιμήσεις αρκετά χαμηλότερες τόσο από αυτές της ελληνικής κυβέρνησης όσο και της Κομισιόν  που αναμένουν ρυθμό ανάπτυξης  2,5%, και 2,2% αντίστοιχα, αλλά ακόμα πιο απαισιόδοξες από της ΤτΕ  που βλέπει πως το ΑΕΠ θα αυξηθεί με ρυθμό 1,9%.

Όπως εξηγεί το ΚΕΠΕ «η πρόβλεψη αντανακλά μια οριακή εξασθένηση του ρυθμού ανάπτυξης σε σχέση με το προηγούμενο έτος, κατά το οποίο ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας είχε διαμορφωθεί στο 1,9. Οι σχετικοί εκτιμώμενοι ρυθμοί μεταβολής για το πρώτο και δεύτερο εξάμηνο του 2019, σε σχέση με τις αντίστοιχες περιόδους του 2018, κυμαίνονται στο 1,9% και 1,6%, αντίστοιχα, και καταδεικνύουν:

* πρώτον, μια αναθεώρηση προς τα κάτω της αμέσως προηγούμενης πρόβλεψης του υποδείγματος παραγόντων για το πρώτο εξάμηνο του 2019 (2,2%) και,

* δεύτερον, μια τάση ελαφράς αποδυνάμωσης της αναπτυξιακής πορείας της χώρας στο δεύτερο εξάμηνο. Η τάση αυτή αντικατοπτρίζεται και στις επιμέρους εκτιμήσεις των ρυθμών ανάπτυξης για τα τέσσερα τρίμηνα του 2019, ως προς τα αντίστοιχα τρίμηνα του 2018, οι οποίοι διαμορφώνονται στο 2%, 1,9%, 1,2% και 2%.

Στη βάση των ως άνω εκτιμώμενων ρυθμών μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ προκύπτει ότι η ανάπτυξη το 2019 θα κινηθεί σε παρόμοια επίπεδα με αυτά του 2018, επιδεικνύοντας μια σχετική σταθερότητα αλλά και, ταυτόχρονα, μια έλλειψη επιπρόσθετης αναπτυξιακής δυναμικής. Η πρόβλεψη αυτή αντανακλά τις βασικές διαστάσεις των πρόσφατων βραχυπρόθεσμων εξελίξεων στην ελληνική οικονομία και συνάδει με την εξέλιξη των ενσωματωμένων στοιχείων κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2018.

Ειδικότερα, η εξασθένηση του ρυθμού μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2018 (1,6%, ως προς το αντίστοιχο τρίμηνο του 2017, σε σχέση με το 2,1% του τρίτου τριμήνου) φαίνεται να μετακυλίεται στο 2019, με μια σταδιακή αποδυνάμωση της ανάπτυξης μέχρι το τρίτο τρίμηνο και μια σημαντική ενίσχυση στο τέλος του έτους.

Στασιμότητα

Σύμφωνα με την ανάλυση του ΚΕΠΕ, η παρατηρούμενη έλλειψη ενδείξεων για περαιτέρω ενίσχυση του ρυθμού ανάπτυξης το 2019 δύναται να αντικατοπτρίζει μια σχετική στασιμότητα αναφορικά με την υλοποίηση μεγάλων έργων και επενδύσεων στη χώρα και τη λήψη και εφαρμογή αναγκαίων επιπρόσθετων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αλλά και μια στάση επιφυλακτικότητας και αναμονής από τους συμμετέχοντες στην οικονομική δραστηριότητα, εξαιτίας των δύο εκλογικών περιόδων που λαμβάνουν χώρα μέσα στο 2019.

Επιπλέον, μπορεί να αντανακλά και τις πλέον πιο συγκρατημένες εκτιμώμενες αναπτυξιακές προοπτικές τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και παγκόσμιο επίπεδο, καθώς και τις συνθήκες ενισχυόμενης αβεβαιότητας που επικρατούν διεθνώς και επιδρούν στην αναπτυξιακή πορεία των μεγάλων οικονομιών παγκοσμίως, με επιπτώσεις και στην πορεία της ελληνικής οικονομίας”.

“Το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας, αλλά και το εγχώριο οικονομικό περιβάλλον στο σύνολό του, δύναται να ακολουθήσουν το 2019 μια περισσότερο ή λιγότερο ευνοϊκή πορεία από την προβλεπόμενη, ανάλογα με τις κρίσιμες και αποφασιστικές εξελίξεις που θα επέλθουν σε ένα ευρύτερο φάσμα παραγόντων.

Οι παράγοντες αυτοί είναι συνυφασμένοι με την πορεία των βασικών συνιστωσών του ΑΕΠ: την τόνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, την απόλυτα αναγκαία ανάκαμψη των επενδύσεων και τη διατήρηση του ευνοϊκού κλίματος στον τομέα των εξαγωγών, με στόχο την εξασφάλιση της βιωσιμότητας της αναπτυξιακής δυναμικής και την ισχυροποίηση του παραγωγικού δυναμικού σε καίριους κλάδους της ελληνικής οικονομίας για την εξασφάλιση νέων και διατηρήσιμων θέσεων εργασίας.

Επίσης, αφορούν την τήρηση της δέσμευσης για την εξασφάλιση εξισορροπημένων δημοσιονομικών μεγεθών και τη συνέχιση της εφαρμογής των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Ταυτόχρονα, στην παρούσα συγκυρία, οι εν λόγω παράγοντες συνδέονται με τη διάρκεια και την όποια θετική ή/και αρνητική επίδραση του εκλογικού κύκλου και των συναφών προσδοκώμενων πολιτικών εξελίξεων, που δημιουργούν ένα κλίμα αβεβαιότητας ή έστω επιφυλακτικότητας και αναμονής.

Σαφώς, κεντρικό ρόλο είτε προς τη θετική ή αρνητική κατεύθυνση θα διαδραματίσει και η δυναμική της αναπτυξιακής πορείας σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και οι διεθνείς εξελίξεις συνολικά, με ζητήματα που αφορούν, για παράδειγμα, το διεθνές εμπόριο, τη μετανάστευση και τη διαπραγμάτευση για την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. να αποκτούν ρόλο κλειδί”.