Στο 2,3% βάζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον πήχη για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2020, όπως προκύπτει από τις Φθινοπωρινές Προβλέψεις που ανακοίνωσε σήμερα, επιβεβαιώνοντας τις σχετικές χθεσινές πληροφορίες.

Παράλληλα, επιβεβαιώνει ότι η Ελλάδα θα πετύχει τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα τόσο φέτος, φθάνοντας το 3,8% του ΑΕΠ, όσο και την προσεχή χρονιά. «Η Ελλάδα θα πετύχει μεγάλο πλεόνασμα για το 2020, όντας συνεπής με τις δεσμεύσεις της ενισχυμένης εποπτείας», τόνισε ο Επίτροπος Οικονομικών Πιέρ Μοσκοβισί, παρουσιάζοντας τα στοιχεία.

Η πρόβλεψη για την ανάπτυξη του 2020 είναι οριακά βελτιωμένη σε σχέση με την καλοκαιρινή πρόβλεψη της Κομισιόν (2,2%), αλλά αισθητά χαμηλότερη από την πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,8% στην οποία βασίζεται το προσχέδιο προϋπολογισμού του 2020. Παρόλα αυτά, όπως τόνιζαν χθες κοινοτικές πηγές, η εν λόγω διαφορά δεν επηρεάζει αρνητικά την έγκριση του προσχεδίου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ούτε την επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, η οποία θεωρείται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς δεδομένη τόσο για το 2019 όσο και για το επόμενο έτος.

Στις Φθινοπωρινές Προβλέψεις η Κομισιόν εκτιμά μάλιστα ότι φέτος το πρωτογενές πλεόνασμα θα φθάσει το 3,8%, εφόσον οι δαπάνες Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) της ΔΕΗ καλυφθούν από το αποθεματικό του προϋπολογισμού και δεν υπάρξει πρόσθετο πακέτο κοινωνικών μέτρων. Η Κομισιόν φαίνεται πως έχει ενημερωθεί για την πρόθεση της κυβέρνησης να δώσει κοινωνικό μέρισμα στο τέλος του έτους, αλλά διατυπώνει την επιφύλαξη αυτή επειδή, όπως αναφέρει, τα σχετικά σχέδια «δεν ανακοινώθηκαν με επαρκείς λεπτομέρειες».

Η Επιτροπή κρατά ακόμα μια επιφύλαξη για την επίπτωση των δικαστικών αποφάσεων αναφορικά με τα αναδρομικά των συνταξιούχων, μολονότι υπογραμμίζει τη δέσμευση της κυβέρνησης να καλύψει τον πιθανό δημοσιονομικό αντίκτυπο της πρόσφατης απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας για τον νόμο Κατρούγκαλου «μέσα στα πλαίσια των συμφωνημένων οροφών δαπανών του Υπουργείου Εργασίας». Σημειώνεται επίσης ότι πρόσθετη δημοσιονομική πίεση μπορεί να προκύψει από τις παλαιότερες πρωτοβουλίες (της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ) που επηρέασαν το Ενιαίο Μισθολόγιο του Δημοσίου και από τον αυξημένο αριθμό συμβασιούχων.

Εύσημα για τις φοροελαφρύνσεις και τα υπόλοιπα θετικά μέτρα

Η Κομισιόν επικροτεί το πακέτο φοροελαφρύνσεων και άλλων θετικών μέτρων που σχεδίασε η κυβέρνηση για το 2020, σημειώνοντας ότι, πέρα από τις μειώσεις φόρων για επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, συνοδεύεται από μέτρα που στηρίζουν την αύξηση της είσπραξης έμμεσων φόρων (μέσω της ενίσχυσης των ηλεκτρονικών πληρωμών) και την αναθεώρηση των οροφών δαπανών του προϋπολογισμού.

Για τη φετινή χρονιά η Επιτροπή εκτιμά ότι η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί στο 1,8%, έναντι εκτίμησης για 2,1% το καλοκαίρι, ενώ για το 2021 προβλέπει ανάπτυξη 2%.

Η Επιτροπή περιμένει «θετικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη από τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, εν μέσω αντίξοων εξωτερικών συνθηκών» που συνδέονται με την επιβράδυνση της εξωτερικής ζήτησης στην ευρωζώνη. Υπογραμμίζει δε ότι η αλλαγή στο μείγμα φορολογικής πολιτικής, σε συνδυασμό με τα μέτρα κοινωνικής πολιτικής, «αναμένεται να στηρίξουν τις επενδύσεις και την απασχόληση». Τονίζει, ωστόσο, ότι πιθανοί καθοδικοί κίνδυνοι για την ανάπτυξη προκύπτουν από τη διαρκή υποεκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ).  Στον αντίποδα, υπάρχουν προοπτικές ισχυρότερης ανάπτυξης που συνδέονται με τη σημαντική βελτίωση του επιχειρηματικού και του καταναλωτικού κλίματος, «η οποία δεν έχει όμως ακόμα μεταφραστεί σε σημαντική αύξηση των δαπανών». Περαιτέρω ανάκαμψη του ΑΕΠ μπορεί να προκύψει από τη βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση και τον τραπεζικό δανεισμό.

Οι προβλέψεις για ευρωζώνη και Ε.Ε.

Σε επίπεδο ευρωζώνης η ανάπτυξη υπολογίζεται στο 1,1% φέτος και στο 1,2% την επόμενη διετία. Στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναμένεται ετήσια ανάπτυξη 1,4% καθ’ όλη την τριετία 2019-2021.

Όπως αναφέρει η Κομισιόν, «η ευρωπαϊκή οικονομία διανύει πλέον το 7ο έτος μιας αδιάλειπτης αναπτυξιακής πορείας και η μεγέθυνση της οικονομίας προβλέπεται να συνεχιστεί το 2020 και το 2021. Οι αγορές εργασίας παραμένουν ισχυρές και η ανεργία συνεχίζει την πτωτική πορεία της. Ωστόσο, το εξωτερικό περιβάλλον έχει καταστεί πολύ λιγότερο υποστηρικτικό και η αβεβαιότητα αυξάνεται. Αυτό επηρεάζει ιδιαίτερα τον τομέα της μεταποίησης, ο οποίος υφίσταται επίσης διαρθρωτικές αλλαγές. Ως εκ τούτου, η ευρωπαϊκή οικονομία φαίνεται να βαδίζει προς μια παρατεταμένη περίοδο πιο υποτονικής ανάπτυξης και ήπιου πληθωρισμού».

Οι προβλέψεις για τις βασικές παραμέτρους της ελληνικής οικονομίας

Σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη χώρα μας, το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης θα εμφανίσει πλεόνασμα φέτος για 4η συνεχή χρονιά και θα παραμείνει πλεονασματικό και την επόμενη διετία. Το πλεόνασμα θα ανέλθει στο 1,3% φέτος, στο 1% το 2020 και στο 1,1% το 2021.

Το δημόσιο χρέος θα διαμορφωθεί στο 175,2% του ΑΕΠ το 2019 και θα μειωθεί στο 169,3% το 2020 και στο 163,1% το 2021.

Η Επιτροπή περιμένει σημαντική αύξηση των επενδύσεων (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) κατά 10,1% φέτος και 12,5% την επόμενη χρονιά, καθώς και περαιτέρω τόνωσή τους κατά 8,1% το 2021.

Σύμφωνα με την Κομισιόν, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί κατά 0,5% φέτος, 1,5% το 2020 και 1,4% το 2021, ενώ η δημόσια κατανάλωση θα αυξηθεί κατά 3,4% φέτος και την επόμενη διετία θα τονωθεί οριακά (+0,3% το 2020 και +0,1% το 2021). Ο πληθωρισμός προβλέπεται να κινηθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα τόσο φέτος (0,5%) όσο και τα επόμενα χρόνια (0,6% το 2020 και 0,9% το 2021).

Οι εξαγωγές προβλέπεται να αυξηθούν κατά 4,3% φέτος, 3,4% το 2020 και 3% το 2021, ενώ οι εισαγωγές εκτιμάται ότι θα σημειώσουν αύξηση κατά 5,1% το 2019, 4% το 2020 και 3% το 2021. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να εμφανίσει έλλειμμα 0,8% φέτος, 1,1% το 2020 και 0,9% το 2021.

Η Επιτροπή έχει επίσης αναθεωρήσει επί τα βελτίω τις προβλέψεις της για την αποκλιμάκωση της ανεργίας, η οποία πλέον εκτιμάται ότι θα μειωθεί στο 17,3% φέτος, στο 15,4% το 2020 και στο 14% το 2021. Οριακή αύξηση προβλέπεται για το μοναδιαίο κόστος εργασίας στο σύνολο της οικονομίας φέτος (+0,7%), η οποία θα ενισχυθεί την επόμενη διετία (+1% το 2020 και +1,4% το 2021).

Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής και επίτροπος αρμόδιος για το ευρώ και τον κοινωνικό διάλογο, καθώς και για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την Ένωση Κεφαλαιαγορών, δήλωσε σχετικά: «Μέχρι σήμερα, η ευρωπαϊκή οικονομία έχει επιδείξει ανθεκτικότητα μέσα σε ένα λιγότερο υποστηρικτικό εξωτερικό περιβάλλον: η οικονομική ανάπτυξη συνεχίστηκε, η δημιουργία θέσεων εργασίας υπήρξε εύρωστη και η εγχώρια ζήτηση είναι ισχυρή. Ωστόσο, μπροστά μας διαφαίνεται μια πιο ταραγμένη περίοδος: μια περίοδος υψηλής αβεβαιότητας λόγω εμπορικών συγκρούσεων, αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων, χρόνιων αδυναμιών στον τομέα της μεταποίησης, καθώς και λόγω του Brexit. Καλώ όλες τις χώρες της ΕΕ με υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους να ασκήσουν συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και να εξασφαλίσουν ότι τα επίπεδα του χρέους τους θα ακολουθούν πτωτική πορεία. Από την άλλη πλευρά, τα κράτη μέλη που έχουν δημοσιονομικά περιθώρια θα πρέπει να τα χρησιμοποιήσουν τώρα

Ο Πιερ Μοσκοβισί, Επίτροπος οικονομικών και δημοσιονομικών υποθέσεων, φορολογίας και τελωνείων, δήλωσε σχετικά: «Όλες οι οικονομίες της ΕΕ αναμένεται να συνεχίσουν να επεκτείνονται τα επόμενα δύο χρόνια, παρά τις όλο και πιο αντίξοες συνθήκες. Τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας της ΕΕ είναι εύρωστα: μετά από έξι χρόνια ανάπτυξης, η ανεργία στην ΕΕ βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδό της από τις αρχές του αιώνα και το συνολικό έλλειμμα είναι κάτω από το 1 % του ΑΕΠ. Ωστόσο, οι προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού. Θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα πολιτικής για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της Ευρώπης και τη στήριξη της ανάπτυξης