Σε λερναία ύδρα που πνίγει την αγορά έχουν εξελιχθεί τα κρατικά φέσια. Το Δημόσιο μπορεί να άνοιξε το πουγκί και να ξεκίνησε να επιστρέφει φόρους σε φορολογουμένους και επιχειρήσεις και να πληρώνει προμηθευτές, αλλά ταυτόχρονα νέα, ακόμη μεγαλύτερα χρέη δημιουργούνται κάθε μήνα. Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του Δημοσίου φουσκώνουν και απειλούν την εκταμίευση της υποδόσης των 800 εκατ. ευρώ στο τέλος Οκτωβρίου που εξελίσσεται σε θρίλερ.

Είναι ενδεικτικό, όπως γράφουν «Τα Νέα», ότι μέσα σε μόλις τέσσερις μήνες τα χρέη του Δημοσίου σε ιδιώτες και επιχειρήσεις αυξήθηκαν κατά 1,1 δισ. ευρώ. Από το τέλος Απριλίου, ημερομηνία που με βάση τη συμφωνία με τους δανειστές η καθαρή αξία των ληξιπρόθεσμων έπρεπε να μειωθεί κατά 1,2 δισ. ευρώ για την καταβολή της δεύτερης υποδόσης, τα χρέη αυξήθηκαν. Από 4,934 δισ. που είχαν περιοριστεί τον περασμένο Απρίλιο εκτινάχθηκαν στο τέλος Αυγούστου στα 6,026 δισ. ευρώ. Από αυτά, 3,9 δισ. ευρώ είναι οφειλές της γενικής κυβέρνησης και 2,114 δισ. ευρώ επιστροφές φόρων, οι οποίες μάλιστα αυξήθηκαν σχεδόν κατά 600 εκατ. ευρώ σε σχέση με ένα μήνα πριν, τον Ιούλιο.

Νέα γενιά ληξιπρόθεσμων οφειλών
Οι αριθμοί αποκαλύπτουν ότι δημιουργείται νέα γενιά ληξιπρόθεσμων οφειλών. Το Δημόσιο από τη στιγμή που δεν πληρώνει στην ώρα του, προμηθευτές, ενοίκια, παρεχόμενες υπηρεσίες από ιδιώτες και καθυστερεί τις επιστροφές φόρων στους δικαιούχους, δημιουργεί νέες ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις. Τα χρέη αυτά έρχονται να υπερκαλύψουν τις όποιες πληρωμές κάνει το Δημόσιο σε ιδιώτες. Σαν τον σκύλο που κυνηγάει την ουρά του.

Τα φέσια των νοσοκομείων, των Ταμείων, των ΔΕΚΟ και οι φόροι που δεν επιστρέφονται πνίγουν την αγορά. Από τη μια το κράτος εμφανίζεται να απαιτεί από τους φορολογουμένους να είναι συνεπείς και να πληρώνουν τους φόρους στην ώρα τους, επιβάλλοντας μάλιστα σε όσους δεν το πράξουν πρόστιμο για κάθε μήνα καθυστέρησης και μπαράζ κατασχέσεων σε καταθέσεις, μισθούς, ενοίκια και άλλα εισοδήματα, και από την άλλη να διεκδικεί για τον εαυτό του το δικαίωμα να μην είναι συνεπές και να πληρώνει τις υποχρεώσεις του όποτε το βολεύει.

Μάλιστα, δεν φθάνει που το κράτος καθυστερεί να πληρώσει τα χρέη του, αλλά έχει βρει τον τρόπο να «κλέβει» τις επιχειρήσεις και τους φορολογουμένους. Προθεσμίες που έχουν τεθεί για την επιστροφή περνούν, αλλά οι φορολογούμενοι δεν εισπράττουν αυτά που δικαιούνται.

Με βάση τη νομοθεσία, το ελληνικό Δημόσιο υποχρεούται να επιστρέφει τους φόρους εντός 90 ημερών. Στην περίπτωση που παρέλθει το διάστημα αυτό, θα πρέπει να επιστρέφει τα οφειλόμενα ποσά εντόκως. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο εντοπίζεται η παρανομία. Καμία επιχείρηση ή φυσικό πρόσωπο δεν έχει πάρει έντοκη επιστροφή φόρου, παρά το γεγονός ότι ο μέσος χρόνος επιστροφής του ΦΠΑ ξεπερνά κατά πολύ τις 90 ημέρες, όπως επίσης και του φόρου εισοδήματος.

Οι φορολογικές Αρχές «ξεχνούν» να υπολογίσουν τον τόκο όταν αποφασίζουν να επιστρέψουν φόρους στους φορολογουμένους. Συγκεκριμένα, από τις αιτήσεις που υποβάλλονται από την 1η Ιανουαρίου 2013 και μετά προβλέπεται, σύμφωνα με τον νέο Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών, έντοκη καταβολή εφόσον ο φόρος επιστραφεί με καθυστέρηση άνω των 90 ημερών. Μάλιστα, έντοκη περίοδος θεωρείται και το πρώτο τρίμηνο της καθυστέρησης και το ετήσιο επιτόκιο έχει οριστεί στο επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά 5,75%.

Οι καθυστερήσεις αυτές όμως οδηγούν πολλές επιχειρήσεις και επαγγελματίες σε αδιέξοδο, ενώ επί της ουσίας υπονομεύουν και την ανάκαμψη της οικονομίας.

Είναι παράλογο να απαιτείς την καταβολή του ΦΠΑ στην ώρα του και οι υπηρεσίες να κάνουν μήνες ή και χρόνο για να τον συμψηφίσουν ή να τον επιστρέψουν όταν υπάρχει διαφορά και χωρίς τόκο. Στερούν από τις επιχειρήσεις πολύτιμο κεφάλαιο, σε μια εποχή μάλιστα που η ρευστότητα είναι περιορισμένη και τα δάνεια πανάκριβα, σε σχέση με τον ανταγωνισμό.

Πηγή: Τα Νέα