Της Μαίρης Λαμπαδίτη

Οι θεσμικές αλλαγές του νέου ασφαλιστικού συντάσσονται αυτές τις μέρες στο Υπουργείο Εργασίας με ταχείς ρυθμούς καθώς το επίμαχο νομοσχέδιο θα πρέπει να έχει κατατεθεί έως στις 15 Ιανουαρίου 2016 στη Βουλή, σύμφωνα με την απόφαση της χθεσινής κυβερνητικής σύσκεψης.

Πρόθεση της κυβέρνησης είναι να μην έρθει με τη διαδικασία του κατεπείγοντος προκειμένου να αποφευχθούν αντιδράσεις και τυχόν διαρροές αλλά να συζητηθεί αναλυτικά στις επιτροπές και να έρθει προς ψήφιση αρχές Φεβρουαρίου.

Σύμφωνα με ανώτατη πηγή του Υπουργείου Εργασίας θα προβλέπεται επανυπολογισμός των καταβαλλόμενων συντάξεων με βάση νέους συντελεστές αναπλήρωσης. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι θα μειωθούν οι κύριες συντάξεις. Οι διαφορές που τυχόν προκύψουν από τον επανυπολογισμό θα διατηρηθούν ως προσωπική διαφορά για κάθε συνταξιούχο. Ειδικά οι συντάξεις του ΙΚΑ θεωρείται βέβαιο ότι θα προστατευτούν. Ο επανυπολογισμός σύμφωνα με κύκλους του υπουργείου σχεδιάστηκε για να λειτουργήσει ως λογιστικό τρικ προκειμένου να «απορροφηθούν» οι μειώσεις των συντάξεων που κρίθηκαν αντισυνταγματικές από το ΣτΕ.

Οι δανειστές περιμένουν τα οριστικά ποσοστά αναπλήρωσης βάσει των οποίων θα υπολογιστούν παλιές και νέες συντάξεις τονίζοντας ότι χωρίς λεπτομερή ποσοτικοποίηση, δε μπορεί να εκτιμηθεί η απόδοση της μεταρρύθμισης σε βάθος χρόνου.

Χωρίς συγκεκριμένους αριθμούς λοιπόν, το κουαρτέτο δεν πείθεται ότι μπορεί να αποφευχθεί το μαχαίρι στις κύριες συντάξεις μεσοσταθμικά κατά 6%, παρά τη δημόσια δέσμευση του πρωθυπουργού ότι η προστασία των κύριων συντάξεων αποτελεί κόκκινη γραμμή στη διαπραγμάτευση.

Οι δανειστές θωρούν ότι μόνο οι περικοπές είναι ασφαλές έσοδο προκειμένου να κλείσει η “τρύπα” των 665 εκατ. ευρώ στο πακέτο ύψους 1,8 δισ. ευρώ που πρέπει να εφαρμοστεί έως το τέλος του 2016. Συνεχίζουν λοιπόν να κρατούν επιφυλακτική στάση μπροστά σε κάθε νέα πρόταση που τίθεται στο τραπέζι για αυξήσεις εισφορών ή αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.

Το τελικό κείμενο της μεταρρύθμισης με άξονα την εθνική σύνταξη η οποία δε θα παρουσιαστεί στην οικονομική και κοινωνική επιτροπή πριν λάβει την έγκριση των θεσμών για να μην κατηγορηθεί η κυβέρνηση για «παράλληλο πρόγραμμα».

«Αγκάθια» του νέου ασφαλιστικού παραμένουν:

Α) το ποσοστό αναπλήρωσης. Η κυβέρνηση προτείνει 55%-70% για τις κύριες συντάξεις ενώ οι θεσμοί δε δέχονται η αναπλήρωση επί του συντάξιμου μισθού να υπερβαίνει το 48%.

Β) η θέσπιση εισοδηματικών κριτηρίων .Υπενθυμίζουμε ότι οι δανειστές στην τελευταία διαπραγμάτευση ζήτησαν από τον κ. Κατρούγκαλο η Εθνική Σύνταξη των 384 ευρώ να καταβάλλεται με τη συμπλήρωση 20 ετών απασχόλησης αντί 15.

Στην περίπτωση που συνεχιστεί η καταβολή της μετά τη συμπλήρωση 15ετίας απαίτησαν να θεσπιστούν εισοδηματικά κριτήρια και η σύνταξη να αντικατασταθεί από ένα προνοιακό επίδομα προκειμένου να απεμπλακεί κάθε είδους προνοιακή παροχή από την συνταξιοδοτική δαπάνη.

Γ) Η διακοπή της χορήγησή του ΕΚΑΣ σε 70.000 «προνομιούχους » χαμηλοσυνταξιούχους ( 20% του συνόλου των δικαιούχων) το Μάρτιο του 2016 μέσω της αυστηροποίησης των εισοδηματικών κριτηρίων και η σταδιακή κατάργησή του έως το 2019. Ο κ. Κατρούγκαλος παρουσίασε μελέτη της επιτροπής απασχόλησης και κοινωνικών υποθέσεων του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου για τις επιπτώσεις που θα έχει η κατάργηση του ΕΚΑΣ στις αδύναμες κατηγορίες των συνταξιούχων προκαλώντας τη δυσφορία των δανειστών για τους αντιπερισπασμούς της ελληνικής πλευράς για θέματα που έχουν συμφωνηθεί.