Το δημοσίευμα της Handelsblatt για τη “φυγή του Τιτάνα” δεν ήταν, φυσικά, το πρώτο και ασφαλώς δεν πρόκειται να είναι το τελευταίο. Είναι απλώς άλλο ένα στη μεγάλη αλυσίδα δημοσιευμάτων του ελληνικού και διεθνούς Τύπου για τις επιχειρήσεις που εγκαταλείπουν την Ελλάδα, αναζητώντας ευνοϊκότερο περιβάλλον για να αναπτύξουν τον κύκλο εργασιών τους.

Το πιο πρόσφατο, που είχε τίτλο «Υψηλή φορολογία, διαφθορά, έλλειψη διαφάνειας – όλο και περισσότερες εταιρείες εγκαταλείπουν την Ελλάδα» γράφτηκε με αφορμή την απόφαση της ΤΙΤΑΝ να μεταφέρει την έδρα της εκτός Ελλάδας.

Γράφει η γερμανική εφημερίδα: «Μπορεί η Ελλάδα να άφησε πίσω της τα οκτώ χρόνια της ύφεσης και η οικονομία να αναπτύσσεται και πάλι τα τελευταία έξι συνεχόμενα τρίμηνα.

Επίσης τον Αύγουστο η Αθήνα ολοκλήρωσε το πρόγραμμα στήριξης και η χώρα καλείται να σταθεί πλέον οικονομικά στα πόδια της και με αφορμή το τέλος του προγράμματος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κάνει λόγο για ‘λύτρωση’ και το ξεκίνημα μιας ‘νέας εποχής’. Ωστόσο η έξοδος συνεχίζεται. Από τη χώρα δε φεύγουν μόνο παραδοσιακές επιχειρήσεις όπως η ΤΙΤΑΝ.

Και οι επενδυτές αρχίζουν να έχουν ενδοιασμούς. Την περασμένη εβδομάδα η αμερικανική Blackrock πάγωσε τα σχέδια για την ανέγερση ενός μεγάλου εμπορικού και ψυχαγωγικού συγκροτήματος στην Αθήνα.

Το συνολικό ύψους της επένδυσης για το πρότζεκτ ‘Academy Gardens’ υπολογίζονταν στα 300 εκ. ευρώ. Έντεκα ολόκληρα χρόνια η Blackrock παιδευόταν με τις ελληνικές αρχές αδειοδότησης. Η αποχώρηση της εταιρείας, σύμφωνα με την ίδια, οφείλεται μεταξύ άλλων στο ‘αρνητικό οικονομικό κλίμα’».

Φυσικά είχαν προηγηθεί πολλά επεισόδια στο μακάβριο αυτό σίριαλ. Μόλις πριν από ένα χρόνο, η επιχειρηματική κοινότητα έσπευδε να γνωστοποιήσει σε πολιτικούς κια πολίτες τα εντυπωσιακά ευρήματα μεγάλης έρευνας για τη φορολογία σε 155 χώρες που παρουσίασε η PwC. Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση (Worldwide Tax Summaries – Corporate Taxes 2015/16), η Ελλάδα βρισκόταν στην 5η θέση των χωρών με τους πιο υψηλούς συντελεστές φορολογίας εισοδήματος για επιχειρήσεις. Επίσης, την ίδια περίοδο ήταν αποκαλυπτική η έρευνα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών: «Ποιος διώχνει τις επιχειρήσεις από την Ελλάδα;», η οποία πραγματοποιήθηκε με βάση την επεξεργασία στοιχείων της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2016.

Στην Ελλάδα ο φόρος που επιβάλλεται στις εταιρίες είναι 29%, όταν στη Βουλγαρία είναι μόλις 10%, στην Κύπρο 12,5%, στη Ρουμανία 16% και στην Τουρκία 20%. Παράλληλα, και ο ΦΠΑ στη χώρα μας ήταν τρεις μονάδες υψηλότερος από το μέσο όρο των βαλκανικών και γειτονικών χωρών. Η ίδια έρευνα αποκάλυπτε άλλη μια σκοτεινή πτυχή: εάν συνυπολογιστούν οι φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις, οι επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες εκτιμάται πως καλούνται να πληρώσουν ποσοστά της τάξεως του 65% έως 90% των αποτελεσμάτων τους!

Η υπόθεση της Eldorado Gold, κι οι αντίστοιχες του Ελληνικού, της Αφάντου και της Κασιόπης, με κορωνίδα την 15ετή πάλη για τη δημιουργία του Costa Navarino, είναι αυτές που επενδύουν κάθε σχετική συζήτηση σε οικονομικούς κι επιχειρηματικούς κύκλους. Πέρυσι στις επιχειρήσεις που “άνοιξαν πανιά” προστέθηκαν η Nestle κι η ΕΛΑΙΣ (Unilever) και παλαιότερα άλλες εμβληματικές “μπράντες” όπως η ΦΑΓΕ, η Βιοχάλκο, η Coca Cola, και πίσω από αυτές σωρεία μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, που πέραν της υπερφορολόγησης, ως αιτία μετανάστευσης αναφέρουν την προβληματική πρόσβαση στο χρήμα.