του Κωστή Πλάντζου

Το χάσμα που χωρίζει την κυβέρνηση από τους δανειστές –αλλά και τους δανειστές μεταξύ τους- αποκαλύπτει μία ακόμα έκθεση των ευρωπαϊκών θεσμών. Την ώρα που ο Μάριο Ντράγκι βάλλεται εκ των έσω για την «χαλάρωση» της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη προκειμένου να έρθει η ανάκαμψη και ενώ στην κυβέρνηση επικρίνουν το «κουαρτέτο» πως δεν λέει ξεκάθαρα ούτε «ναι» ούτε «όχι» στις ελληνικές προτάσεις για το Ασφαλιστικό και τη φορολογία, έρχεται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πάλι με ανάλυσή της και τάσσεται υπέρ της περικοπής κρατικών δαπανών, αντί νέων αυξήσεων φόρων και εισφορών.

Με την «ασάφεια» που επικρατεί στην διαπραγμάτευση, χαμένη βγαίνει και πάλι η χώρα μας που διαπραγματεύεται από θέση ανάγκη και με τον χρόνο να την πιέζει ασφυκτικά.

Στην κυβέρνηση βλέπουν μάλιστα να ξετυλίζεται το χειρότερο ίσως για αυτήν σενάριο, καθώς οι δανειστές στέλνουν μηνύματα πως το κουαρτέτο των Θεσμών δεν πρόκειται να επιστρέψει πίσω στην Αθήνα για τη δεύτερη φάση των διαπραγματεύσεων εάν δεν υπάρξουν συγκεκριμένες και αποδεκτές προτάσεις εκ μέρους της.

Μόλις εχθές το γερμανικό πρακτορείο ΜΝΙ φιλοξενούσε δηλώσεις υψηλόβαθμου ευρωπαίου αξιωματούχου, που ανέφερε πως «οι συνομιλίες που διεξήχθησαν την προηγούμενη εβδομάδα ήταν απλά διερευνητικές», οι Θεσμοί δεν «διατύπωσαν συγκεκριμένες απαιτήσεις» αφού δεν έχουν στα χέρια τους τα στοιχεία, «υπάρχει ακόμη μεγάλο κενό ανάμεσα σε αυτά που ζητάμε και το τι έχει δώσει η ελληνική κυβέρνηση μέχρι τώρα»….

Επιπλέον, συνδέουν την ολοκλήρωση της αξιολόγησης με τις δόσεις και μόνον, κάτι που δείχνει ότι μπορεί «οι διαπραγματεύσεις μπορεί να κρατήσουν μήνες» αφού, όπως είπε ο ίδιος αξιωματούχος «δεν βλέπω πραγματικές χρηματοδοτικές ανάγκες για την Ελλάδα ως τον Ιούνιο».

Έλληνας αξιωματούχος δήλωσε, στην ίδια πηγή ότι, «Ο Τσίπρας θα στραφεί τώρα στον Γάλλο πρωθυπουργό Φρανσουά Ολάντ για βοήθεια», αναφέροντας πως ο Πρωθυπουργός σχεδιάζει να μεταβεί στο Παρίσι για διμερείς συζητήσεις μία μέρα πριν τη Σύνοδο Κορυφής, δηλαδή στις 17 Φεβρουαρίου.

Το γερμανικό πρακτορείο MNI αποδίδει τη συζήτηση που είχε ο Αλέξης Τσίπρας με την Αγκελα Μέρκελ σχετικά με το ότι κανείς δεν μπορεί να διαχειριστεί ταυτόχρονα δύο μεγάλα ζητήματα, την αξιολόγηση και το προσφυγικό, στη γνώση του ότι θα αυξηθούν οι πιέσεις για το δεύτερο.

Αμφότεροι οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης, ωστόσο, προειδοποιούν ότι, αν ο Α.Τσίπρας προσπαθήσει να διαπραγματευτεί σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, θα φύγει με «άδεια χέρια»: «Η πλειοψηφία των χωρών της ευρωζώνης δεν θα ανεχτούν κάτι τέτοιο. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο διατηρεί σκληρή στάση αλλά δεν έχω δει κάποια σοβαρή διαφωνία από τους άλλους θεσμούς» σημείωσε αξιωματούχος. «Μπορεί να υπάρχει διάσταση απόψεων για το πώς θα φτάσουμε εκεί, αλλά στο τέλος της ημέρας συμφωνούμε όλοι ότι τα νούμερα βγαίνουν».

Σε ό,τι αφορά το θέμα της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, ο ίδιος αξιωματούχος ανέφερε ότι: «Κανείς δεν θέλει εκλογές, ούτε τα ελληνικά πολιτικά κόμματα ούτε οι πιστωτές». Αφησε δε να εννοηθεί ότι η κυβέρνηση θα πιεστεί μέχρι οι ανάγκες χρηματοδότησης να αποτελέσουν «απειλή». Παραδέχτηκε, ωστόσο ότι, η Κομισιόν λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις στο προσφυγικό, γιατί «βλέπει τη μεγάλη εικόνα».

«Αυτήν τη στιγμή οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. προσπαθούν να καταλάβουν πως θα μπλοκάρουν τις ροές παράνομων μεταναστών για να σώσουν την Σένγκεν. Αλλά πρέπει επίσης να εξεταστεί τι επιπτώσεις θα είχε μια ενδεχόμενη χαλάρωση των μέτρων στην Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις που έχουμε με την Πορτογαλία και την Ισπανία» ανέφερε.

«Καήκαμε»…

Η κυβέρνηση όμως πιέζεται για συμφωνία «εδώ και τώρα», όχι τόσο από φόβο μη ξεμείνει άμεσα από λεφτά η χώρα αλλά επειδή, όπως έλεγε πριν ένα μήνα ο κύριος Τσακαλώτος, «αλλιώς δεν βγαίνει το πρόγραμμα».

Όπως ανέφερε χθες μάλιστα ο υπουργός Οικονομικών, η αξιολόγηση επείγει και από πολιτική άποψη, καθώς έχει υπάρξει κόπωση της κοινωνίας, αλλά και για λόγους οικονομικούς: «Πρέπει να τελειώσουμε γρήγορα μέχρι τα τέλη του Φεβρουαρίου για να ανοίξει μετά η συζήτηση για το χρέος διότι αν πάμε το Μάιο και τον Ιούνιο καήκαμε» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Οι ευρωπαίοι θεωρούν πως δεν μπορούν να προτείνουν μέτρα, γιατί δεν έχουν λάβει –όπως ισχυρίζονται- επαρκή κοστολόγηση των ελληνικών προτάσεων. Και αν αυτό ήταν απλώς ένα «τεχνικό» θέμα, ίσως τα πράγματα να μην ήταν τόσο άσχημα.

Όπως επιβεβαίωσε όμως ο κύριος Τσακαλώτος μιλώντας στη Βουλή, το άλλο μεγάλο αγκάθι είναι το δημοσιονομικό κενό. «Πρέπει να τους πείσουμε για το πώς θα φτάσουμε χρόνο με το χρόνο στο 3,5% του ΑΕΠ πλεόνασμα» είπε, για να προσθέσει: «εκεί υπάρχουν πολλές συζητήσεις για τα μέτρα που ήδη έχουμε πάρει, όσα έχουμε πάρει και δεν έχουν εφαρμοστεί ακόμα, αλλά και όσα αναμένεται να πάρουμε». Διαφωνούν δηλαδή και για την απόδοση των μέτρων που ελήφθησαν το 2015, αλλά και για τα νέα που έρχονται ή θα πρέπει να ληφθούν για το 2016 και μετά.