Του Κωστή Πλάντζου

Με άγνωστο ακόμα τον χρόνο επιστροφής του κουαρτέτου των δανειστών στη χώρα μας, κυβέρνηση και Ευρωπαίοι προσπαθούν ακόμα να αποκρυπτογραφήσουν την σκοπιμότητα της ανάρτησης του άρθρου του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ, Πόουλ Τομσεν, για τη χώρα μας, με το οποίο προανήγγειλε ουσιαστικά από την Πέμπτη πως το Ταμείο θα ζητήσει νέες περικοπές συντάξεων, πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα συνολικού ύψους 7,2-9 δισ. ευρώ για την τριετία 2016-2018 και –ως αντάλλαγμα- προτείνει παράταση της περιόδου αποπληρωμής του ελληνικού χρέους, η οποία θα σημάνει όμως ταυτοχρόνως και παράταση της ασφυκτικής επιτήρησης από τους δανειστές.

Εμμέσως όμως ο κύριος Τόμσεν προανήγγειλε και ένα… τέταρτο Μνημόνιο για πολλά χρόνια ακόμα, έως δηλαδή το 2030 ή και… το 2050 ακόμα, όσο δηλαδή θα διαρκεί η παράταση της αποπληρωμής του ελληνικού χρέους που θα συνοδεύεται από όρους και επιτήρηση.

Με τα νέα δεδομένα αυτά η κυβέρνηση έρχεται αντιμέτωπη με προκλήσεις σε τρία μέτωπα:

– Σε διπλωματικό – διαπραγματευτικό επίπεδο, κυβέρνηση και Βρυξέλλες προσπαθούν ακόμα να συνέλθουν από το «κτύπημα» Τόμσεν. Το Μαξίμου επιχειρεί να θέσει το ΔΝΤ σε κόντρα με τους Ευρωπαίους, σε ένα παιχνίδι όπου οι θεσμοί εναλλάσσονται στον ρόλο του «κακού», υποδυόμενοι εκείνον του «καλού».Το παιχνίδι αυτό βολεύει κατ’αρχήν για «εσωτερική κατανάλωση», αλλά είναι αμφίβολο αν και πότε μπορεί να στρέψει τη μία πλευρά των δανειστών κατά της άλλης. Ούτε και είναι βέβαιο όμως πως μια τέτοια εξέλιξη θα σημάνει κατ’ανάγκην κάτι θετικό για τη χώρα μας.

– Σε πολιτικό επίπεδο, η κυβέρνηση έρχεται σε σύγκρουση με τον εαυτό της, αφού πλέον το ΔΝΤ ξεκαθάρισε τους όρους του παιχνιδιού. Εναπόκειται στην ελληνική πλευρά να επιλέξει τα μέτρα που θα σημάνουν την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων. Το ζήτημα πλέον είναι αν θα σταθεί πιστή στις «κόκκινες γραμμές» ή θα φτάσει στο σημείο να προτείνει η ίδια μέτρα τα οποία απέρριπτε, για να γίνουν αποδεκτά από τους θεσμούς.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ήδη η κυβέρνηση και ο υπουργός Οικονομικών κύριος Ευκλείδης Τσακαλώτος βρίσκονται σε επαφές με τους δανειστές. Επιχειρείται να υπάρξει σύγκλιση, για παράδειγμα, στην αποδοχή -έστω και προσωρινά- των αυξήσεων στις εργοδοτικές εισφορές, με στόχο την αποτροπή μεγαλύτερης μείωσης των συντάξεων.
Επιπλέον η κυβέρνηση θα πρέπει να στείλει και άλλα πακέτα προτάσεων για τη φορολογία εισοδήματος και το συνολικό δημοσιονομικό κενό, προκειμένου να γυρίσουν οι δανειστές στην Αθήνα. Αγκάθι φαίνεται να παραμένει και η αδυναμία μείωσης στις αμυντικές δαπάνες για τις οποίες αναζητείται ισοδύναμο. Το «όπλο» της κυβέρνησης για το υπερείσπραξη εσόδων του 2015 φαίνεται να γίνεται σε κάποιο βαθμό αποδεκτό, αλλά πλέον πρέπει να συνυπολογιστεί και η ύφεση 0,7%.

Τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών συνεχίζουν την ανταλλαγή στοιχείων με τα υπουργεία και από την πορεία των επαφών τις επόμενες ημέρες αναμένεται να κριθεί αν θα καταστεί εφικτή η επιστροφή των επικεφαλής του κουαρτέτου στην Αθήνα ως την επόμενη εβδομάδα ή αργότερα –αν και δεν διαφαίνεται να μπορεί να συμβεί αυτό πριν τις 20 Φεβρουαρίου.

– Σε επίπεδο ρευστότητος, όσο φαίνεται να καθυστερεί η επιστροφή των ελεγκτών και η αξιολόγηση, η κυβέρνηση αναγκάζεται να βρει εναλλακτικές χωρίς να βασίζεται στις δόσεις των δανείων. Πέραν της περικοπής πληρωμών που συνεχίζεται, η κυβέρνηση προσβλέπει στις εισπράξεις φόρων του Φεβρουαρίου αλλά και στο αυξημένο μέρισμα που θα αποδώσει η Τράπεζα της Ελλάδος στο Ελληνικό Δημόσιο στις 25 Φεβρουαρίου, ύψους 1,15 δισ. ευρώ.

Δεν αποκλείεται πάντως, σαν «καρότο» προς την ελληνική πλευρά, να μεγαλώσει το πακέτο δόσεων που αναλογούν στην Ελλάδα, εφόσον προστεθούν και τα 5,7 δις ευρώ που εκκρεμούν από το 2015 και συνδεθούν με τα επόμενα «σετ» προαπαιτούμενων που θα έρχονται σταδιακά προς ψήφιση στη Βουλή.