Το ρίσκο της χώρας σε ενδεχόμενο μη αυτοδυναμίας της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και την ανάγκη να δράσει άμεσα η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει τους κινδύνους δημοσιονομικής εκτροπής και διεθνούς ύφεσης, τονίζει προς τους πελάτες της (θεσμικούς επενδυτές) η Bank of America- Merrill Lynch.

Σε ειδική δεκασέλιδη Έκθεση της με τίτλο «η Ελλάδα μετά τις εκλογές», η επενδυτική τράπεζα συνδέει το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών με τη μείωση των αποδόσεων στα ελληνικά ομόλογα (ειδικά στα 5ετή εν συγκρίσει με τα ιταλικά). Και τονίζει  πως το ερώτημα είναι αν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση ή αν θα χρειαστεί να σχηματίσει κάποιο συνασπισμό.

Σε περίπτωση αυτοδυναμίας «η Ελλάδα μπορεί να απολαύσει πολιτική σταθερότητα, καθώς δεν υπάρχει άλλη εκλογική αναμέτρηση για τα επόμενα 4 χρόνια. Ωστόσο, υπάρχει ρίσκο εφόσον η Ν.Δ. δεν καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση».

Το κρίσιμο είναι όμως αν η νέα κυβέρνηση θα δράσει γρήγορα και σωστά, μόλις αναλάβει. «Η νέα κυβέρνηση θα έχει ένα παράθυρο ευκαιρίας για να αντιμετωπίσει μια σειρά από δύσκολες προκλήσεις. Η δημοσιονομική κατάσταση μπορεί να έχει εκτροχιαστεί («off track»).

Το ακόμη πολύ υψηλό απόθεμα από μη εξυπηρετούμενα δάνεια στις ελληνικές τράπεζες παραμένουν αδύναμοι κρίκοι και κύριο εμπόδιο στην Ελλάδα για ταχύτερη ανάκαμψη. Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να αποδείξει ότι η Ελλάδα μπορεί να προχωρήσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Θα είναι κρίσιμο να σημειωθεί γρήγορη πρόοδος και στους τρεις τομείς μετά τις εκλογές» τονίζεται στην Έκθεση, «για να σταλεί ένα ισχυρό μήνυμα για σαφή ρήξη με το παρελθόν».

«Διαπιστώνουμε κινδύνους ότι οι προεκλογικές παροχές ξεπέρασαν τα όρια («went too far») θέτοντας σε κίνδυνο τους στόχους για το 2019» τονίζει η Bank of America, που εκτιμά ότι «θα αρκούσε ίσως η αναστροφή κάποιων από τις προεκλογικές δαπάνες, όμως είναι δύσκολο να το γνωρίζουμε σε αυτό το σημείο».

Παρόλα αυτά, η Bank of America – Merrill Lynch διαβλέπει ότι η νέα κυβέρνηση θα έχει περιθώρια για μείωση της φορολογίας και αντιστροφή μνημονιακών μέτρων λιτότητας: «Η αναθεώρηση κάποιων από τα μέτρα λιτότητας της κρίσης, τα οποία αποφασίστηκαν συλλήβδην υπό πίεση στη διάρκεια ολονύχτιων διαπραγματεύσεων και η αντικατάστασή τους από πιο αποδοτικά μέτρα θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει να εξοικονομηθούν πόροι», εξηγεί ο οίκος. «Και βέβαια, οι μεταρρυθμίσεις, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μία γρηγορότερη ανάκαμψη, θα δημιουργήσουν τελικά κάποια περιθώρια για μειώσεις φόρων», προσθέτει.

«Οι μακροοικονομικές μας παραδοχές αναδεικνύουν την κρίσιμη σπουδαιότητα της εφαρμογής μεταρρυθμίσεων- κλειδιά» σημειώνει η Έκθεση για την Ελλάδα. «Παρά την όποια πρόοδο των τελευταίων ετών, το επιχειρηματικό κι επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα παραμένει μη φιλικό, σε σύγκριση με τις περισσότερες άλλες αναπτυγμένες οικονομίες. Αυτό συνηγορεί στο ότι καλύτερη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, μαζί με μειωμένη πολιτική αβεβαιότητα, μπορούν να οδηγήσουν σε θετικές εκπλήξεις ως προς την ανάπτυξη», τονίσει η επενδυτική τράπεζα. Ωστόσο «αν κλείσει το παράθυρο ευκαιρίας, τότε μπορεί να δούμε ρυθμούς ανάπτυξης πολύ χαμηλότερους από 2%, επαναφέροντας τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του Χρέους», τονίζει η BofA.

«Μπορούμε να περιμένουμε ότι μια κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα είναι πιο θετική για τις αγορές, απ’ ότι μια κυβέρνηση συνεργασίας. Θα είναι πιο εύκολο να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις και να μειώσει το ρίσκο για εκλογές πριν από την ολοκλήρωση της τετραετούς κυβερνητικής θητείας. Η ισχυρή απόδοση των ελληνικών τίτλων μετά τις Ευρωεκλογές, μάς δείχνουν ότι οι αγορές έχουν ήδη τιμολογήσει μια κυβέρνηση Μητσοτάκη και το μόνο ερώτημα είναι το σχήμα της κυβέρνησης και αν θα έχει μια ασφαλή πλειοψηφία», διαπιστώνει η  BofA.

Για ποιες μεταρρυθμίσεις μιλά η Έκθεση;

«Μεταρρυθμίσεις- κλειδιά έχουν κολλήσει στο στάδιο της κορδέλας για χρόνια, όπως το project – “ναυαρχίδα” του Ελληνικού. Το Κτηματολόγιο παραμένει ημιτελές, οι προγραμματισμένες μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη δεν έχουν προχωρήσει και το εκπαιδευτικό σύστημα υποφέρει από αναποτελεσματικότητα, στρεβλώσεις, κακή διοίκηση και έλλειψη ανταγωνισμού, οδηγώντας σε φτωχά αποτελέσματα με βάση τα διεθνή standards» αναφέρει χαρακτηριστικά η BofA.

«Κάποιες από αυτές τις μεταρρυθμίσεις απαιτούν χρόνο και η νέα κυβέρνηση μπορεί να μην είναι σε θέση να κάνει τα πάντα, αλλά μετά τις προεκλογικές υποσχέσεις για φιλικές προς τις επιχειρήσεις μεταρρυθμίσεις, η γρήγορη και αποφασιστική πρόοδος προς αυτή την κατεύθυνση, τουλάχιστον για τις μεταρρυθμίσεις που μπορούν να προχωρήσουν σχετικά γρήγορα, θα αποτελέσουν το έναυσμα για ένα θετικό momentum και θα συμβάλει για τις πιο δύσκολες μεταρρυθμίσεις που θα ακολουθήσουν».

Διαβάστε όλη την έκθεση ΕΔΩ